United States or British Indian Ocean Territory ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν έχει φέβγω πια να πεις, τι η Αθηνά η Παλλάδα 270 θα σε ξεκάνει τώρα εδώ με τ' άσπλαχνό μου χέρι, κι' ως στο στερνό μια κοπανιά τα πάθια των συντρόφων θα σ' τα ξοφλήσω πούσφαζες βαρώντας τους με λύσσαΕίπε, και σιώντας τίναξε το χαλκωμένο φράξο· μα τόδε ομπρός ο Έχτορας κι' απόφυγε το χτύπο, τι έσκυψε πριν, και τρέχα αφτό του σφύριξε από πάνου 275 και πέρα μπήχτηκε στη γης.

Κι' η Ήρα τον είδε κι' ένιωσε βουλές πως σκάρωσε μαζί του η Θέτη, του θαλασσινού η θυγατέρα γέρου, κι' εφτύς με λόγια αγγιχτικά να του μιλάει αρχίζει «Με πιόν, μαργιόλε, απ' τους θεούς είχες κουβέντες πάλι; 540 Πάντα αγαπάς, σα βρίσκουμαι μακριά, ν' αποφασίζεις κρυφά από μένα, και ποτές δε βάσταξε η ψυχή σου νάρθεις μονάχος να μου πεις μια λέξη απ' τις δουλιές σου

Με μια απειλητική χειρονομία της σταμάτησε το αδράχτι κι εκείνη φοβήθηκε, αλλά δεν το έδειξε. «Οι κυράδες σου σε στέλνουν τότε; Να τους πεις, λοιπόν, να μην ανησυχούν. Υπάρχει καιρός για την πληρωμή, δεν βιάζομαι. Συνολικά έδωσα τετρακόσια σκούδα στο παλικάρι. Άρχισε να μου ζητάει λεφτά όταν ήμασταν στο πανηγύρι. Ήθελε να κάνει εντύπωση. Έλεγε πως περίμενε λεφτά από τη Ρώμη.

Εκείνος βέβαια δεν θα επέτρεπε στον Τζατσιντίνο ούτε καν να ξεμπαρκάρει. Τι λες, Έφις;» «Εγώ; Εγώ είμαι ένας ταπεινός υπηρέτης, αλλά λέω πως ο ντον Τζατσιντίνο θα ξεμπαρκάριζε οπωσδήποτε.» «Γιός της μάνας του, θέλεις να πειςαναστέναξε η ντόνα Ρουθ και ο υπηρέτης αναστέναξε κι εκείνος. Η σκιά του παρελθόντος ήταν πάντα εκεί, γύρω τους.

Τότε έστειλε στον κάμπο τη χρυσοφτέρουγη Ίριδα με μήνημά του κάτου 185 «Τρέχα να πεις, γοργή Ίριδα, στον Έχτορά 'να λόγο.

Καλός κι ευγενικός, αλλά άκουσέ με: πρέπει να του πεις πως η Γκριζέντα δεν του ταιριάζει!» «Αφήστε τα παιδιά να διασκεδάσουν! Βρισκόμαστε στο πανηγύρι!» « Εδώ ερχόμαστε για να προσκυνήσουμε και όχι για να αμαρτήσουμε.

Τότες απάντησε ο βαθύς και ξεκουράστης Ύπνος «Ήρα μου, σεβαστή θεά, του Κρόνου θυγατέρα. έφκολα εγώ ναι αν άλλον πεις θεό μεγάλο αιώνιο σου τον κοιμίζω, κι' αν μου πεις του ποταμού το ρέμα, 245 του Ωκιανού, που πλάστηκε πηγή μες σ' όλους πρώτη· όμως το Δία εγώ, το γιο του Κρόνου, δεν αγγίζω, δεν τον κοιμίζω, εξόν αφτός αφτόθελα αν προστάξει.

Ντροπή η ψυχή σου ας νιώσει μη θες σκυλιά τον Πάτροκλο στο κάστρο να χαρούνε179 Τότε ο γοργός απάντησε γιος του Πηλέα κι' είπε 181 «Καλή Ίριδα, και πιος θεός να μου τα πεις σε στέλνειΤότε η γοργόποδη Ίριδα τ' απάντησε και τούπε «Η σεβαστή Ήρα μ' έστειλε, του Δία η συγκοιμήτρα.

Γιατί όμως δεν έγραψες δυο λέξεις, δεν έστειλες χαιρετίσματα; Κι όμως τόσοι ήρθαν από την Αμερική!» Ο Έφις έκανε ν’ απαντήσει, αλλά είδε τη Νοέμι να γελά σαν να ήξερε κι εκείνη την αλήθεια, και έπαψε ακόμη πιο ταπεινωμένος. «Κι έφυγες έτσι, Έφις! Σαν να σ’ είχαμε προσβάλει, χωρίς να πεις μια λέξη, Έφις!

Τι λες; Τον Σεπτέμβρη κλείνω τα σαράντα οχτώ κι εκείνη πρέπει να είναι τριάντα πέντε περίπου, τι λες; Εσύ ξέρεις ακριβώς πόσο χρονών είναι; Έπειτα θα της πεις ότι δεν έχει να βάλει έγνοια στο μυαλό της: το σπίτι είναι έτοιμο, υπηρέτριες υπάρχουν, κουτσομπόλες, ναι, αλλά υπάρχουν και μάλιστα καλοπληρωμένες. Ασπρόρουχα υπάρχουν, τα πάντα υπάρχουν. Οι προμήθειες δεν λείπουν, δόξα τω Θεώ!