Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Γιατί όμως δεν έγραψες δυο λέξεις, δεν έστειλες χαιρετίσματα; Κι όμως τόσοι ήρθαν από την Αμερική!» Ο Έφις έκανε ν’ απαντήσει, αλλά είδε τη Νοέμι να γελά σαν να ήξερε κι εκείνη την αλήθεια, και έπαψε ακόμη πιο ταπεινωμένος. «Κι έφυγες έτσι, Έφις! Σαν να σ’ είχαμε προσβάλει, χωρίς να πεις μια λέξη, Έφις!
Η ζήλεια την έτρωγε τόσο που αποφάσισε να κάνει ένα ταξίδι, παρόλο που θα έπρεπε να διασχίσει τη μισή γη, για να πάει να δει η ίδια…» Η ντόνα Έστερ έσκυψε λίγο από την άλλη μεριά και πήρε το βιβλίο μέσα στο οποίο είχε βάλει τα γυαλιά της. «Αυτές οι ιστορίες βρίσκονται εδώ, στην Αγία Γραφή.» Ο Έφις κοίταξε ταπεινωμένος το βιβλίο και δε συνέχισε.
Τους είδα ν' απομακρύνωνται πληρέστατα συνεννοημένοι, και μάλιστα αγκαλιασμένοι και απέμεινα ταπεινωμένος, απαρηγόρητος, κατησχυμένος, καταρώμενος την άπιστον και την Θείαν Πρόνοιαν και ευρίσκων ατελεύτητον τον αναμένοντά με δίωρον ακόμη βίον.
Ξανά, μετά από σύντομη παύση, ήρθε η ερώτηση – και αυτήν την φορά με την πιο αδύνατη αλλά και πιο ζεστή λέξη που ο ίδιος ο Απόστολος είχε διαλέξει— ««Σίμων, γιέ του Ιωνά, Με αγαπάς;» Και ο Σίμωνας, βαθιά ταπεινωμένος και δυστυχισμένος αναφώνησε, «Κύριε, ξέρεις τα πάντα· Βλέπεις ότι σε αγαπώ».
Πώς μπορούσα να πω όχι; Εσύ δεν ήξερες τίποτα;» κατέληξε ξαναρχίζοντας το γνέσιμο. Ο Έφις ένοιωσε ταπεινωμένος. Θυμόταν ότι η ντόνα Έστερ είχε γράψει κρυφά στον Τζατσίντο να έρθει∙ κρυφά μπορούσε να υπογράψει και τη συναλλαγματική.
Εκείνος όμως απήντησε υβρίζων εμέ διότι εσκότωσα την μητέρα μου και τας Ερινύας. Εγώ ταπεινωμένος από τας δυστυχίας της οικογενείας μου, υπέφερα, ναι υπέφερα, αλλά ηνέχθην την συμφοράν μου και βιασθείς να στερηθώ σε, έφυγα. Τώρα όμως που ήλλαξεν η τύχη σου και εις την δυστυχίαν σου δεν ξεύρεις τι να κάμης, θα σε απομακρύνω απ' εδώ, και θα σε δώσω εις τα χέρια του πατέρα σου.
Και προσέτι τούτο ελέγετο Άνθρωπος: Ιστορικός, δι' αιώνας παρελθόντας· ποιητής, δι' αιώνας μέλλοντας, και διά τον ιδικόν του: — — Άφες τώρα, Άνθρωπε, να υποκύψω εις το μοιραίον, και ν' αποθάνω ταπεινωμένος, εγώ, ο ανελθών επί του κόσμου και κατακτήσας διά της φαντασίας αυτόν.
Ως πότε θα συλλογιέται ο ταπεινωμένος αυτός λαός το τιποτένιο του το εγώ, σα να μην είνε στημένος σε μαρτύρων αμέτρητα κόκκαλα; Ως πότε το κάθε παιδί του θα κατρακυλάη μαζί με τα θολωμένα νερά που τον πλημμυρίζουν; Ανασήκωσε το κεφάλι σου και δες γύρω σου τους μισοπνιγμένους, κι άπλωσε χέρι να τους γλυτώσης. Λησμόνησε το εγώ σου, και θυμήσου τα βασανισμένα ταδέρφια σου.
Μα και τα υλικά ωφελήματα των ξένων εκείνων καλοθελητάδων, όσο βασιλικά και να είτανε, δεν ξαναφέρανε στον τόπο και την καλοτυχιά εκείνη που μονάχα βλαστίζει με τάλλα καλά της χρυσής λευτεριάς. Ο τόπος, κι αν έλαμπε δω και κει το μάρμαρο και το χρυσάφι, είτανε φτωχός και ταπεινωμένος. Μισοέρημα τα νησιά, μισοέρημη η Πελοπόννησο κ' η καθαυτό Ελλάδα.
Όταν δε πολλάκις το ίδιον πάθημα υποφέρων ο πονηρός ίππος παύση από την υβριστικήν επιθυμίαν του, ταπεινωμένος ακολουθεί πλέον την διεύθυνσιν του ηνιόχου, και όταν ίδη πάλιν τον ωραίον, χάνεται από φόβον· ώστε τότε μόνον συμβαίνει η ψυχή του εραστού ν' ακολουθήση τον αγαπώμενον εντροπαλή και δειλή!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν