United States or Montenegro ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο σιχαμένος εκείνος δεν ήλθε καθόλου να με ιδή. — Άφες με να ιδώ το αυγόν, το οποίον δεν σκάνει, είπεν η γραία. Να σε χαρώ, αυτό είναι κούρκας αυγόν. Την έπαθα και εγώ μίαν φοράν, και κατόπιν είδα και υπέφερα με τα μικρά, διότι φοβούνται το νερόν. Δεν ημπορούσα να τα κάμω να κολυμβήσουν. Ό,τι και αν έκαμνα του κακού! Ω! βέβαια, αυτό είναι κούρκας αυγόν.

ΚΑΙΣΑΡ. Παρέβης την υποχρέωσιν του όρκου σου· διά τοιαύτην δε παράβασιν ουδέποτε θα δυνηθής συ να κατηγορήσης εμέ. ΛΕΠΙΔΟΣ. Μη παραφέρεσαι, Καίσαρ. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Όχι, Λέπιδε, άφες τον να ομιλήση· η τιμή, περί της οποίας ομιλεί και την οποίαν υποθέτει ότι παρέβην είνε ιερά· αλλ' εξακολούθει, Καίσαρ· είπες περί του όρκου μου. —

Έλα, νάχης την ευχή μου, γυιόκα μου, άφες τον ταλαίπωρο με την συμφορά του, και πες μου δα μαθές, ευρέθηκεν ο φονιάς; Ως τόσο δεν ημπόρεσε να βρεθή ποιος ήτανε! — Όχι! απεκρίθην εγώ, όστις τον έβλεπον ενώπιόν μου.

Εσυμβουλεύθηκα επάνω εις τούτο με τον Αβικένα, ο οποίος μου είπε στείλε, ω Αυθέντη, έναν Αμπασοτόρον, διά να δώση την είδησιν του Σουλτάνου διά την κατάστασιν της θυγατρός του, να την γυρέψη εις γυναίκα σου, και διά τα λοιπά που ημπορούν να ακολουθήσουν, άφες να κάμω εγώ.

ΜΕΝΕΛΑΟΣ Θα σε κάμω να κλαύσης, εάν εξακολουθήσης πράττων ό,τι κακώς πράττεις. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Δεν πρέπει ν’ ανοίξης το γράμμα αυτό, το οποίον κρατώ. ΜΕΝΕΛΑΟΣ Αλλ’ ουδέ συ πρέπει να γίνης αίτιος ολέθρου εις όλην την Ελλάδα. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ήπαγε να συζητής περί τούτου με άλλους. Άφες την επιστολήν. ΜΕΝΕΛΑΟΣ Ποτέ. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Αλλ' εγώ δεν θα σου την αφήσω. Μάθε το καλώς.

Οίμοι! να σιωπήσω πλέον είν' αδύνατον. Όχι, παιδί μου, ό,τι λέγεις είναι δι’ εμέ ευχάριστον. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Μείνε, πάτερ μου, μαζή μας. Μη φύγης εις τα ξένα. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αυτό κ' εγώ θέλω, αλλ’ ακριβώς διότι δεν δύναμαι να πράξω τούτο, το οποίον θέλω, λυπούμαι τόσον. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Άφες τα να χαθούν αυτά τα όπλα και τα εκ του Μενελάου δεινά. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Αλλους αυτά θα καταστρέψουν, αφού πρώτον κατέστρεψαν εμέ.

Και με το έν του χέρι έσυρε το κιβώτιον, διά να το ρίψη τάχα εις τον ποταμόν. — Μη, μη! εφώναξεν ο καλόγηρος, άφες με να έβγω! — Α! είπεν ο μικρός Κλώσος, και έκαμε τον φοβισμένον. Μέσα είναι ακόμη ο διάβολος! Να τον ρίψω εις τον ποταμόν αμέσως, να τον πνίξω! — Όχι, όχι! σου δίδω έν κοιλόν γεμάτον χρήματα, αν με αφήσης να έβγω.

Ο κίνδυνος δεν έλειψεν, ενόσω είν' ανάγκη να πλύνωμεν την δόξαν μας εις τα νερά του δόλου και πάντοτε να έχωμεν κ' οι δυο το πρόσωπόν μας ως προσωπίδα της καρδιάς, διά να μας την κρύπτη. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Άφες τ' αυτά! ΜΑΚΒΕΘ Ω! την ψυχήν έχω σκορπιούς γεμάτην! Κι ο Βάγκος και το τέκνον του ακόμη ζουν, το 'ξεύρεις; ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Αιώνιον συμβόλαιον με την ζωήν δεν έχουν! ΜΑΚΒΕΘ Τα πάντα δεν εχάθηκαν.

Ο δεύτερος ήτο ήδη εν μέρει μαθητής, αλλ' επεθύμει να γείνη εντελής ακόλουθος, μόνον ότι είχεν ανάγκην να θάψη τον πατέρα του. «Ακολούθει μοι, απήντησεν Εκείνος, και άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς». Ο Θεοφύλακτος ερμηνεύει ότι το αίτημα του ανθρώπου ήτο να μείνη κατ' οίκον μέχρι του θανάτου του πατρός του, και είτα ν' ακολουθήση τον Χριστόν.

Μη την λατρεύης · άφες την, αν είναι και ζηλεύη· πρασινοκίτρινην θωριάν η φορεσιά της έχει, και μοναχά εις τους τρελλούς ταιριάζει · πέταξέ την! Είν' η αγάπη μου εκεί· η δέσποινα μου είναι. Ω! ας το ήξευρε! — Λαλεί. — Όχι·δεν είπε λέξιν αλλά το μάτι της λαλεί. Απόκρισιν θα δώσω. Πλην υπερηφανεύθηκα· δεν ομιλεί εμένα.