United States or Albania ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΧΑΡ. Και δεν είνε δικαιότερον να χειροκροτούν εμένα, Ερμή, ο οποίος μετ' ολίγον θα σου συλλάβω αυτόν τον Μίλωνα και θα τον ρίψω εις το πλοιάριον, όταν θα νικηθή υπό του ακατανικήτου ανταγωνιστού, του θανάτου, και θα έλθη κάτω, χωρίς μάλιστα καλά καλά να καταλάβη πώς ενικήθη; Και τότε θα κλαίη ενθυμούμενος τους στεφάνους που λαμβάνει τώρα και τα χειροκροτήματα.

Θέλω να περιβάλω με πτέρυγας αετού τον νουν μου, και θέλω να πετάξω μίαν φοράν ακόμη, διά να μετρήσω την άβυσσον, εν τη οποία κατέπεσα, και να ρίψω έν βλέμμα αφ' ύψους εις το δημιούργημα τούτο, το οποίον τοσούτον εαυτό παρερμηνεύει, ώστε να πιστεύη, ότι είνε το δυστυχέστερον του Θεού του δημιούργημα!

Διότι τόρα έρριψα βλέμμα εις τους λόγους, τους οποίους εσυζητήσαμεν ημείς από την αυγήν έως εδώ, όχι χωρίς κάποιαν έμπνευσιν, μου φαίνεται, των θεών, και οπωσδήποτε μου εφάνησαν ότι ομοιάζουν εντελώς με κάποιαν ποίησιν. Και ίσως δεν είναι διόλου παράδοξον αυτό το πάθημα που μου συνέβη, δηλαδή να ρίψω βλέμμα εις ιδικούς μας λόγους τόσον πολλούς μαζί και να ευχαριστηθώ υπερβολικά.

Γιατί κι' εγώ, σαν τύχη ανάγκη φυσική 'στόν δρόμο να με σφίξη, πηγαίνω προς εκεί, που πάσα μας ανάγκη ρητώς απαγορεύεται;..... Θεούλη μου, τι κόσμος!... ας πάη να κουρεύεται. Θεέ μου, τι κόσμος !... πολλάκις το είπα... μου πίνει το αίμα κι' ο ψύλλος κι' η σκνίπα, και όμως δεν έχω ποτέ μου το θάρρος να ρίψω μακράν μου του βίου το βάρος.

Μία ωραία γέφυρα ήτο επί του ποταμού. Εις την μέσην της γέφυρας ο μικρός Κλώσος εσταμάτησε και είπε δυνατά διά να τον ακούση ο καλόγηρος. — Τι να το κάμω το κιβώτιον αυτό; Είναι βαρύ ωσάν να ήτο γεμάτον από πέτρας. Θα κουρασθώ να το σύρω ακόμη. Θα το ρίψω εις τον ποταμόν. Αν το ρεύμα μου το φέρη, καλά. Αν βουλήση, υπομονή!

Ω πονηρόν Τελώνιον, ζήτησε τώρα συ όποιον θάνατον θέλεις να σου δώσω· θέλεις να σε ρίψω εις το βάθος της θαλάσσης, όπου ήσουν και πρωτήτερα, και να παραγγείλω όλους τους ψαράδες να προσέχουν να μη ψαρεύουν εις τούτο μέρος, διά να μη ελευθερώσουν ένα τέτοιον αχάριστον και αδιάκριτον, Τελώνιον, που θέλει να ανταμείβη την ευεργεσίαν με αχαριστίαν δίδοντας κακόν αντί καλού;

Τι ευχάριστον πράγμ' αυτό! όσο τα βλέπω, μου έρχεται πάντα να ρίψω μέσα κανένα γράμμα . . . Τοιούτος ήτο παιδί όταν τον εγνώρισα και ο ίδιος έμεινε όταν ηνδρώθη. Ισχυρότερός του εγώ οικονομικώς, τον εβοήθησα εις τας εργασίας του και με ηγάπα πολύ, δεν θα απορήσετε δε όταν σας ειπώ, ότι οσάκις ωμίλει περί των εργασιών μου, ένα μανδήλι δεν τον έφθανε να σπογγίζη τα μάτια του.

Εγώ έμεινα εις το δένδρον έως την αυγήν και τότε κατέβην ημιθανής από τον φόβον μου και στοχαζόμενος την δυστυχίαν των συντρόφων μου, εις την οποίαν εκινδύνευε και η ιδική μου ζωή, ήλθον εις απελπισίαν διά να ρίψω τον εαυτόν μου εις την θάλασσαν, να ενταφιασθώ καλύτερον εις τα κύματα, παρά εις τα θηριώδη εντόσθια του όφεως.

Ή περιμένετε να έλθη κανείς ζωγράφος να μας ζωγραφίση, όπως εξεικονίζουν τους μαθητάς του Σωκράτους εις το δεσμωτήριονΟι Κυνικοί εθύμωσαν και ήρχισαν να με υβρίζουν, τινές δε και ύψωσαν τας βακτηρίας των. Αλλ' επειδή ηπείλησα ότι θα ήρπαζα μερικούς εξ αυτών να τους ρίψω εις την πυράν, διά ν' ακολουθήσουν τον διδάσκαλόν των, εσιώπησαν και ησύχασαν.

Πριν ή αφαρπάσουν τον αδάμαντά μου είχα το δικαίωμα να ρίψω το σκήπτρον εις το πρόσωπον των υβριστών θεών και να είπω εις αυτούς ότι ο κόσμος ούτος ήτο ίσος προς τον ιδικόν των. Όλα είναι μηδέν, η υπομονή είναι ανοησία, η δε ανυπομονησία αρμόζει εις λυσσαλέον κύνα.