United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και εγώ εξ εναντίας κακοτυχίζω την μοίραν μου, οπού ποτέ ανάπαυσιν δεν έχω, αλλά κοπιάζω από την αυγήν έως το βράδυ διά να σύρω το αλέτρι, να οργώνω την γην, και να τραβώ τόσον βάρος με το αμάξι, εις τόσον οπού πολλές φορές κουράζομαι και δεν ημπορώ ούτε να φάγω, και όλην την νύκτα στέκω πλαγιασμένος εις τα κάτουρα και κοπριές μου και πάλιν την ερχομένην ημέραν παθαίνω τα ίδια· όθεν καλότυχος εσύ όπου ζης εις τέτοιαν ανάπαυσιν.

Περί την αυγήν έφθασαν εις την έπαυλιν του Φάονος. Εκεί οι απελεύθεροι δεν τω απέκρυψαν πλέον ότι ήτο καιρός να αποθάνη. Εκείνος παρήγγειλε να σκάψουν τον λάκκον και εξηπλώθη επί της γης διά να δυνηθούν να λάβουν το ακριβές μέτρον του σώματός του. Το φουσκωμένον πρόσωπόν του έγινε πελιδνόν και επί του μετώπου του ανεφάνησαν σταγόνες ιδρώτος όμοιαι προς τας σταγόνας δρόσου. Εβαυκαλίσθη και πάλιν.

Ηγείρετο την αυγήν με το ονάριόν του, και έτρεχε και αυτός εις τους ελαιώνας με τας φαιδράς συντροφίας των γυναικών, αίτινες αφού πίωσι κανένα σερμπέτι, ή φάγωσι τηγανίτας ή πολτόν εξ αραβοσιτίνου αλεύρου, θερμαντικώτατον, εξέρχονται πρωί πρωί, κρατούσαι εις χείρας τας κόφας κενάς, και ως χλανίδια θέτουσαι περί την κεφαλήν τους κενούς σάκκους, ίνα προφυλάσσωσι τα τρυφερά νώτα των από του χιονώδους βορρά.

Ο βεζύρης αν και ήτον εναντίος εις τέτοιον απάνθρωπον και σκληρόν νόμον, υπήκουσεν όμως εις την προσταγήν· επαράστησεν ο βεζύρης την ρηθείσαν κόρην εις τον βασιλέα του, και εκοιμήθη την νύκτα με αυτήν ο βασιλεύς· και την αυγήν επρόσταξε τον βεζύρην να θανατώση αυτήν, και την ερχομένην βραδιάν να του φέρη άλλην κορασίδα.

Ο πηλός επέταξε και μετ' ολίγον ήλθεν η Χρυσίς και εκτύπα την θύραν και εισελθούσα ενηγκαλίσθη τον Γλαυκίαν, ως να τον ηγάπα περιπαθέστατα, και εκοιμήθη μαζή του έως ότου έκραξαν οι πετεινοί. Τότε η Σελήνη επέταξεν εις τον ουρανόν και η Εκάτη εβυθίσθη εις την γην και τα άλλα φαντάσματα εξηφανίσθησαν, την δε Χρυσίδα εστείλαμεν εις το σπήτι της κατά την αυγήν περίπου.

Σύνηθες των τοιούτων ποιημάτων θέμα ήτο η νυκτερινή συνέντευξις δύο εραστών, εχόντων έξωθεν φύλακα, όπως εξυπνήση αυτούς την αυγήν, ότε μη θέλοντες εισέτι ν' αποχωρισθώσιν ερίζουσι προς αλλήλους, ή και μετά του φύλακος, και φιλονεικούσιν εάν το φως προέρχεται εκ του ηλίου ή εκ της σελήνης, εάν ψάλλη κορυδαλός ή αηδών.

Όθεν μίαν νύκτα που εκοιμώμεθα, ευρίσκοντας ευκαιρίαν, μας έρριψαν εις το πέλαγος και το βασιλόπουλο ευθύς επνίγη· εγώ έτυχα κατά τύχην εις ένα σανίδι και έπλεα όλην την νύκτα βοηθουμένη από το σανίδι· προς την αυγήν ο άνεμος με έβγαλεν εις ένα ξερονήσι, είκοσι μίλια μακρύτερα από την στερεάν· εκεί ευρίσκοντας οπωρικά και γλυκό νερό έλαβα ελπίδα διά να ζήσω ολίγον ακόμη καιρόν.

Αυτό δε ας είναι ανάμικτον από νέους και γεροντοτέρους, και ας συγκεντρώνονται ούτοι κάθε ημέραν υποχρεωτικώς από την αυγήν έως την δύσιν του ηλίου.

Ημείς καθώς εκαταλάβαμε από τες φωνές του που εξεμάκρυνεν εβγήκαμε ογλήγορα από εκείνο το θηριώδες παλάτι, και εφθάσαμεν εις το περιγιάλι, εκεί που είχαμε κατασκευασμένες τες καλαμωτές, και ευθύς τες ερρίξαμεν εις την θάλασσαν και επροσμείναμεν όλην την νύκτα έως να ξημερώση, διά να ανέβωμεν εις αυτές και εκείθεν να πλεύσωμεν εις την θάλασσαν, εάν ηθέλαμεν ιδεί τον τυφλόν Κύκλωπα να έλθη εναντίον μας με άλλους συντρόφους του ή ομογενείς κύκλωπας· εστοχαζόμασθε όμως ότι την αυγήν, όταν ήθελεν ανατείλει ο ήλιος και δεν ήθελαν ακουστή πλέον η φωνές του και τα ουρλίσματά του, ήτον σημείον πως εψόφησε και τότε ημπορούσαμεν να γυρίσωμεν οπίσω εις το νησί, να κατοικήσωμεν εις εκείνο το παλάτι, και να τρεφώμεθα από τους καρπούς και τα χόρτα του νησιού, έως που η τύχη ήθελε μας προμηθεύσει κανένα τρόπον ελευθερίας.

Την ερχομένην αυγήν επήρα θέλημα από τον Καρούκ, και εμίσευσα καβαλλάρης επάνω εις ένα άλογον εύμορφον και ανδρείον.