United States or Azerbaijan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ηγείρετο την αυγήν με το ονάριόν του, και έτρεχε και αυτός εις τους ελαιώνας με τας φαιδράς συντροφίας των γυναικών, αίτινες αφού πίωσι κανένα σερμπέτι, ή φάγωσι τηγανίτας ή πολτόν εξ αραβοσιτίνου αλεύρου, θερμαντικώτατον, εξέρχονται πρωί πρωί, κρατούσαι εις χείρας τας κόφας κενάς, και ως χλανίδια θέτουσαι περί την κεφαλήν τους κενούς σάκκους, ίνα προφυλάσσωσι τα τρυφερά νώτα των από του χιονώδους βορρά.

Ούτε με μια βδομάδα δεν θα λυώση. Ο μπάρμπα-Σταύρος, κοντός και ευτραφής άνθρωπος πεντήκοντα και πέντε ετών, φαιδρός και γελαστός κτηματίας, με πολλούς ελαιώνας, έν μόνον είχεν ελάττωμα. Ήτο ο δυστυχής φιλάργυρος εις τα παραμικρά.

Επί των δωμάτων εφαίνοντο όμιλοι ανδρών και γυναικών, φαιδροί εις το ιλαρόν φεγγοβόλημα του εαρινού ηλίου, περιάγοντες το βλέμμα εις την ευδαίμονα κοιλάδα την ανοιγομένην κάτω προ του χωριού, όπου τους συσκίους κήπους και τους βαθείς ελαιώνας διεδέχετο σμαραγδίνη θάλασσα σπαρτών, σχηματιζομένη εις άβακα θαυμάσιον υπό των διασταυρουμένων διωρύγων, δι' ων έφευγον, ως αργυροί όφεις διολισθαίνοντες εις την πρασινάδα, τα ύδατα των ρυάκων και των αμετρήτων πηγών.

Όταν ο ήλιος εκρύβη εις την κορυφήν του βραχώδους βουνού, κ' εσκίασεν η κοιλάς, και ήτο δειλινόν πλέον, εστενοχωρήθη και προέκυψε την κεφαλήν έξω της κρύπτης. Εκύτταξεν άνω και κάτω, εις την κοιλάδα την κατάφυτον από ελαιώνας, αλλά ψυχή δεν εφαίνετο.

Μετά δύο-τρεις επισκέψεις εις τους ελαιώνας, ο κυρ-Δημάκης υπελόγιζεν ακριβώς το ποσόν της συγκομιδής. Διά τούτο και εις το Πήλιον πάντοτε ουδείς ηδύνατο να κτυπήση αυτόν εις τας δημοπρασίας.

Είχεν η μάννα του μικρούς ελαιώνας και χωραφάκια, κι' ο πτωχός νέος φαίνεται ότι κάτι έκαμνεν εις γεωργικάς αγγαρείας και βοηθητικά έργα, με όλην την αδυναμίαν του. Αλλά και τότε, όταν επέρνα από εξωκκλήσι, επέζευεν, έδενεν εις την ρίζαν θύμου το γαϊδούρι, και εισήρχετο εις τον ναΐσκον.

Ο λόφος της Καστέλλας ακόμα φεγγοβολούσε κατακίτρινος σα θειάφι. Μα τα σπίτια της Καλλιθέας κι ο ελαιώνας, πιο πίσω, και στο βάθος πέρα το κόκκινο βουνό του Δαφνιού, το θαμνωμένο σαν από δασειά ορμή εφηβική, παίρνανε τώρα μια γλύκα τριανταφυλλένια. Η θάλασσα του Φαλήρου και της Αίγινας ήτονε βαθιά μαβιά, σα νάχε μεστώσει ο πόθος της.

Αλλ' ήτον ετοίμη να συναινέση. Την ιδίαν στιγμήν, με την τελευταίαν ακτίνα του ηλίου ήτις εχρύσωνε την κορυφήν του ανατολικού λόφου με τους ελαιώνας τους πολλούς, κ' έκαμνε να στίλβη το φύλλωμα των ελαιών, εφάνησαν δύο άνθρωποι κατερχόμενοι δρομαίοι από ένα μονοπάτι, μεταξύ δύο ελαιώνων. Η Φραγκογιαννού τους είδε πρώτη κ' ετρόμαξεν.

Επανειλημμένως ήλθον διαταγαί εκ Βόλου να εξοφλήση τας συναλλαγματικάς του. Επανειλημμένως ο Λαλεμήτρος εφυλλομέτρησε το κατάστιχόν του, επεσκέφθη τους οφειλέτας του, επεσκέφθη τους ελαιώνας του χωρίου.

Και ο μεν Λεόντιος απέθανεν εκεί ασθενήσας· οι δε άλλοι δύο έμειναν δέσμιοι μέχρις ου ο Ηράκλειος εισέβαλεν εις το Περσικόν κράτος, και τότε εφονεύθησαν διά ραβδισμών. Δύναμαι να συγχωρήσω όλα τα σφάλματα σου, εάν έλθης ενταύθα μετά της γυναικός και των τέκνων σου. Θα σου δώσω χώρας, αμπέλους και ελαιώνας διά να έχης άφθονα τα προς το ζην.