United States or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Προ εμού επεσκέφθη το τμήμα τούτο και είς των διαπρεπών λογογράφων και έγραψεν αναμνήσεις εκδοθείσας εις ίδιον φυλλάδιον. Υδρόμυλοι δουλεύουσιν εκεί, &και ξύλινα πρωτογενή ήξεστα χονδροειδή μηχανήματα, αρχεγόνου απλότητος&, δι' ύδατος κινούμενα, και τον απαλότητα σκοπούντα των εντοπίων μαλλίνων υφασμάτων, «μαντάνια» δε καλούμενα εν τω τόπω.

ΜΙΚ. Μετά το δείπνον ήλθα και αμέσως έπεσα να κοιμηθώ, αφού σου έρριψα τα κουκιά, και σε λιγάκι με επεσκέφθη θείον όνειρον, ως λέγει ο Όμηρος....

Εις πάντα όστις επεσκέφθη τον τόπον σήμερον, κατά τον αυτόν καιρόν του έτους και κατά την αυτήν ώραν της νυκτός, είνε ευκολώτερον να φαντασθή τον φόβον όστις θα κατείχε τους ολίγους εκείνους Γαλιλαίους, ενώ εν σιωπή σχεδόν αδιαπτώτω και υπό το άχθος μυστηριώδους τρόμου, ηκολούθουν Εκείνον όστις με κεκυφυίαν κεφαλήν και αλγούσαν καρδίαν έβαινε προ αυτών εις την εκούσιον καταδίκην Του.

Πολλάκις έκτοτε μ' επεσκέφθη καθ’ ύπνους η πένθιμος της Ιωάννας σκιά, θνησιγενές βρέφος κρατούσης εις τας αγκάλας• την δε ημέραν εζήτουν παντοιοτρόπως να μάθω τι περί της μοναδικής ταύτης ηρωίδος.

Όταν ο Ρούντυ μερικάς ημέρας βραδύτερον επεσκέφθη τον Μύλον, ηύρεν εκεί τον νεαρόν Άγγλον· η Μπαμπέττα ίσα-ίσα εσκέφθη να προσφέρη εις αυτόν βρασμένες πέστροφες, που με τα ίδια τα χέρια της της εκαρίκευσε με μαϊντανό διά να του φανούν πολύ ορεκτικαί. Αλλά αυτό δεν ήτο καθόλου αναγκαίον.

Είπα ότι η λέξις αύτη με έκαμε να σκεφθώ, διότι ενθυμούμην ότι τον είχα ερωτήσει, αν συνήντησεν εν Λονδίνω την Μαρκησίαν Μεντόνι, ήτις είχε διαμείνει επί πολλά έτη εκεί προ του γάμου της, αυτός δε μ' απήντησεν ότι ουδέποτε επεσκέφθη την πρωτεύουσαν της Μεγάλης Βρεττανίας. — Ιδού μία εικών, την οποίαν δεν είδατε ακόμη, μου λέγει, χωρίς να παρατηρήση ότι εγώ εφυλλολόγησα την τραγωδίαν.

Βλέπομεν εν αυτοίς τοις Ευαγγελίοις ότι ο πλούτος και η δύναμις η αναπτυσσομένη ης τα θαύματα, ήτο ανάλογος με την πίστιν των αξιουμένων αυτών· εις μέρη όπου η πίστις ήτο σπανία φυσικόν ήτο τα θαύματα να είνε ολίγα και φειδωλά. Εκείθεν ο Ιησούς επορεύθη εις την Καισάρειαν την Φιλίππου. Εδώ πάλιν φαίνεται ότι δεν εισήλθεν εις την πόλιν, αλλ' επεσκέφθη τα περίχωρα.

Ο Κύριος καθηγητής πταίει, διότι μας εσύστησεν εις την φιλοξενίαν σας, χωρίς να μας είπη τίποτε. — Δεν πταίετε ούτε σείς ούτε εκείνος. Δεν επεσκέφθη προ ετών την πατρίδα και αγνοεί τα καθέκαστα της θλιβεράς μας υπάρξεως. Η οικία μου δεν είναι πλέον ανοικτή καθώς άλλοτε. Απέμαθα να δέχωμαι φίλους. Αλλά την εσπέραν ότε εκρούσατε την θύραν μου, εχάρην.

Ότι όλη η σκηνή υπήρξε βιαία και τρομακτική φαίνεται εκ του γεγονότος ότι οι φυλάσσοντες τους χοίρους έφυγον εις την πόλιν και ανά την χώραν. Ο λαός των Γεργεσηνών και των Γαδαρηνών και όλων των περιχώρων έτρεξε να ίδη τον Ισχυρόν Ξένον όστις ούτω πως επεσκέφθη η επέσκηψεν επί τας όχθας των.

Η οικία ήτο μικρά· ταχέως επεσκέφθη όλα τα δωμάτια και μάλιστα τα υπόγεια. Κανείς ούτ' εκεί. Η Λίγεια, ο Λίνος και ο Ούρσος με άλλους κατοίκους της συνοικίας θα εζήτησαν να σωθώσι διά της φυγής. «Πρέπει να τους ζητήσω εις το πλήθος έξω της πόλεως», εσκέφθη ο Βινίκιος. Όπως και αν είχε, θα ήσαν έξω των φλογών.