United States or Botswana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μία αιθιοπίς με μαστούς πλήρης γάλακτος εκράτει εις τας αγκάλας της βρέφος περιτετυλιγμένον διά πορφυρών σπαργάνων. Η Ποππέα εστάθη παρατηρούσα την Λίγειαν. — Ποία είναι η δούλη αύτη; ηρώτησε πλησιάζουσα. — Δεν είναι δούλη, ω θεία Αυγούστα, είπεν η Ακτή, είναι θετή θυγάτηρ της Πομπωνίας Γραικίνας, και κόρη του βασιλέως των Λιγείων, όστις την έδωκεν ως όμηρον εις την Ρώμην.

Στον καιρό του κατατρεγμού τα πήραν μαζί τους οι κατατρεγμένοι και πήγαιναν από πατέρα σε παιδί, παρηγοριά κ' ελπίδα τους. Το βρέφος καθώς τάνοιωσε απάνω του έβαλε τα κλάυματα. Ο γέρος το λυπήθηκε. — Μην κάνης έτσι, παιδί μου· του είπε μισοκλαίοντας κι ο ίδιος. Είνε βαρειά, το ξέρω, μα είνε ανάγκη να τα βαστάξης. Τούτα είνε η αληθινή κληρονομιά των προγόνων μας.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Από ποια μάνα τα ’παθα ή ποιόν πατέρα, στων Ολυμπίων τ’ όνομα σ’ ορκίζω, πε μου; ΑΓΓΕΛΟΣ Δεν ξέρω° μα καλύτερα λέγω να ξέρη εκείνος όπου σ’ έδωκε σ’ εμένα βρέφος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Απ’ άλλον λοιπόν μ’ έλαβες; Δεν μ’ εύρες ο ίδιος; ΑΓΓΕΛΟΣ Εγώ δεν σ’ εύρηκα° βοσκός κάποιος σ’ ευρήκε κι εκείνος σε παρέδωκε πάλι σ’ εμένα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ποιος είναι; Πε μου!

Πώς μπορούμε μεις ν' αλλάξουμε τα θελήματά Του. — Σωστά ... — Να ξέρης, μωρέ γυναίκα, που ο Θεός βλέπει μακρύτερ' από μας· είπε ο γέρος αφίνοντας κάτω το πελέκι του. Άφηκε τόπο εύκαιρο για την Ελπίδα. Αν είχαμε κ' εμείς παιδιά, τι θα γινότανε το βρέφος. Αί ; όχι, σου λέει, πολλά. Ένα και καλό.

Είθε να έρριχνεν οπίσω της το κακόν εκείνη που εγέννησεν άλλοτε τον Πάριν πριν κατοικήση τας υπωρείας της Ίδης, όταν εφώναζεν η Κασσάνδρα, καθισμένη κοντά εις την προφητικήν δάφνην, ότι έπρεπε να φονευθή, διότι έμελλε να γεννήση την δυστυχίαν της μεγάλης πόλεως του Πριάμου. Προς ποίον δεν ήλθε; Ποίον από τους δημογέροντας δεν παρεκάλεσε να φονεύση το βρέφος;

Αφού επέθηκε την ασπίδα επί του στήθους της λέγει: «Δεν βλέπεις το βρέφος το οποίον έχω εις το στήθος, Που θηλάζει την τροφόν διά να την αποκοιμίση; Γλυκύ ως βάλσαμον, ελαφρόν ως αήρ και τερπνόν ως... Ω Αντώνιε, Αντώνιε

Του Στάμου οι γονείς είχον αποθάνει, όταν αυτός ήτο βρέφος, και όλοι μεν οι συγγενείς εφρόντισαν περί της ανατροφής του, αλλ' υπέρ πάντας και πάσας η προς μητρός θεία του η Χαρανίνα. Είτα μετά έν έτος επήγε κι' ο πατέρας του, αδικοθάνατος κι' αυτός. Ύστερον η μητρυιά του, μετ' ου πολύ, εξέχασε τον παλαιόν έρωτα κ' έλαβε δεύτερον άνδρα.

Το πυρ έφθινεν εις την εστίαν, ο λύχνος ετρεμόφεγγεν εις το μικρόν φάτνωμα, η λεχώνα ελαγοκοιμάτο επί της κλίνης· το βρέφος έβηχεν εις το λίκνον, και η γραία Φραγκογιαννού, όπως και τας προλαβούσας νύκτας, ηγρύπνει επί της στρωμνής της. Ήτον περί το πρώτον λάλημα του πετεινού, οπότε αι αναμνήσεις έρχονται εν είδει φαντασμάτων.

Ο Φαναριώτης εφάνη και ωδήγησε τους επισκέπτας κάτω εις τον ίδιόν του θάλαμον. Εκεί το πρώτον όπου είδεν η Λελούδα, άμα ήρχισε να συνέρχεται βαθμηδόν εις τας αισθήσεις της, ήτο μία εικών φέρουσα την Παναγίαν με τον Χριστόν βρέφος, και υποκάτω τον Αγιον Νικόλαον, ιεράρχην με πολιά στρογγύλα γένεια, κρατούντα Ευαγγέλιον κ' ευλογούντα.

Κ' εις τον ανεμοστρόβιλον επάνω καθισμένος, 'σαν βρέφος νεογέννητον κι' ολόγυμνον, ο Οίκτος, — ή με μορφήν των Χερουβείμ, που σχίζουν τον αιθέρατους αοράτους τ' ουρανού επάνω ταχυδρόμους, — την φρίκην του ακούσματος θα την διασκορπίση με ήχον τόσον φοβερόντα 'μάτια των ανθρώπων, ώστ' ο αέρας θα πνιγή απ' το πολύ το δάκρυ!