United States or Central African Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Φρουμέντιος δεν ηδύνατο να κορεσθή θαυμάζων τον αδελφόν του Ιωάννην, προ του οποίου γονυπετήσας ως εν εκστάσει ήρξατο να ανυμνή την καλλονήν αυτού διά τινος των μυστικοανατομικών εκείνων ύμνων, δι' ων οι καλόγηροι της εποχής εκείνης εξεθείαζον ανά έν τα μέλη της Παναγίας, τας τρίχας, τας παρειάς, τους μαστούς, την γαστέρα, τας κνήμας και τους πόδας, ως οι ιπποκάπηλοι τα κάλλη των ίππων των και ο κύριος Π. Σούτζος τα των ηρωίδων του.

Όταν απολέσωσι συγγενή τινα τον όποιον εσέβοντο, όλαι αι γυναίκες της οικογενείας, αφού αλείψωσι την κεφαλήν και το πρόσωπόν των με πηλόν, αφίνουσι το σώμα εις την οικίαν, περιέρχονται είς την πόλιν, και έχουσαι τα φορέματα καταβιβασμένα μέχρι της ζώνης και τους μαστούς γυμνούς, κτυπώσι το στήθος των· το αυτό δε πράττουσι και όλαι αι φίλαι των.

Δεν ημπορούσε να καταλαμβάνη τι εμυρμύριζεν ο ιερεύς, μασσών τας λέξεις με τους οδόντας του. «Ουδέν εστι πατρός συμπαθέστερον, ουδέν εστι μητρός αθλιώτερον . . . . Πολλάκις γάρ του μνήματος έμπροσθεν τους μαστούς συγκροτούσι και λέγουσιν· Ω υιέ μου και τέκνον γλυκύτατον, ουκ ακούεις μητρός σου τι φθέγγεται; Ιδού και η γαστήρ η βαστάσασά σε. Ίνα τι ου λαλείς ως ελάλεις ημίν.

Και αν αυτή επάθαινε τίποτε, Θεός να φυλάη! ποία άλλη θα εκόλλα τον φούρνον, η 'μέραις που έρχονται, τώρα τον Αϊ-Βασίλη κτλ. εις όλην την γειτονιά; Όλον δε το άτομόν της ενεθύμιζε την μητέρα εκείνην των Σαράντα Δράκων του παραμυθιού, ήτις εφούρνιζε με τας παλάμας και &επάνιζε& με τους μαστούς.

Τους μεν αιτιωτάτους των Βαρκαίων η Φερετίμη ανεσκολόπισε περί την πόλιν, διότι οι Πέρσαι τους παρέδοσαν εις αυτήν· των δε γυναικών τους μαστούς αποκόψασα, εκάρφωσεν αυτούς επίσης εις τα τείχη. Τους λοιπούς Βαρκαίους εγκατέλιπεν ως λάφυρον εις τους Πέρσας, πλην εκείνων οίτινες ήσαν εκ της οικογενείας ή εκ της μερίδος του Βάττου και δεν είχον λάβει μέρος εις τον φόνον.

Μία αιθιοπίς με μαστούς πλήρης γάλακτος εκράτει εις τας αγκάλας της βρέφος περιτετυλιγμένον διά πορφυρών σπαργάνων. Η Ποππέα εστάθη παρατηρούσα την Λίγειαν. — Ποία είναι η δούλη αύτη; ηρώτησε πλησιάζουσα. — Δεν είναι δούλη, ω θεία Αυγούστα, είπεν η Ακτή, είναι θετή θυγάτηρ της Πομπωνίας Γραικίνας, και κόρη του βασιλέως των Λιγείων, όστις την έδωκεν ως όμηρον εις την Ρώμην.

Αγαθοί οι μαστοί σον υπέρ οίνον και οσμή μύρων σου υπέρ πάντα τα αρώματα· μύρον εκκενωθέν όνομά σου· διά ταύτα αι νεανίδες ηγάπησάν σε. Ιδού ει καλός αδελφιδός μου και ωραίος προς κλίνη ημών· σύσκιος ανάμεσον των μαστών μου αυλισθήσεται, Ελθέ, αδελφιδέ μου, εξέλθωμεν εις αγρόν· ευρούσα σε έξω φιλήσω σε· εκεί δώσω τους μαστούς μου σοι.

Τέλος είδε την κοιλίαν των υπερμέτρως εξωγκωμένην, είδε τους μαστούς των σχεδόν συρομένους εις την γην, παρευρέθη εις τον τοκετόν. Όχι δεν είνε ολιγώτερον επίσημος, ολιγώτερον συγκινητικός ο τοκετός των ζώων.