United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την εσέβοντο πάντες και ως γυναίκα μεγαλόψυχον και ως μητέρα τριών ανδρείων υιών, εκ των οποίων ο είς ευρίσκετο εντός του Αρκαδίου, έχων την σημαίαν αυτού υψωμένην επί του τείχους. Εις τας συσκέψεις ηκούετο η γνώμη της Χαρικλείας Δασκαλάκη και η γνώμη της ήτο να προτιμήσουν τον θάνατον παρά να παραδοθούν εις τους Τούρκους, καίτοι εν τη μονή είχεν υιόν, εγγονούς και άλλους συγγενείς.

Εις τρόπον ώστε ούτε οι μεν ούτε οι δε εσέβοντο τους όρκους, αλλ επήνουν εκείνους, οι οποίοι διά της ευγλωττίας των επετύγχανον κάποιον αξιοζήλευτον αποτέλεσμα. Οι δε μετριοπαθείς εκ των πολιτών έπιπταν θύματα αμφοτέρων, είτε διότι δεν συνεμερίζοντο τους κινδύνους, είτε διότι εφθονούντο διά την ησυχίαν των. Ούτω λοιπόν παρά τοις Έλλησι κάθε είδος ανομίας διεπράχθη εξ αιτίας των στάσεων.

Ο Αΰλος τους εχλεύαζε διά την κεφαλήν του ονάγρου την οποίαν έλεγεν ότι εσέβοντο, αρχίσας και άλλους σαρκασμούς διά την προς τους χοίρους αποστροφήν των, διότι ως φαίνεται τα χονδροειδή ταύτα ζώα είχον φονεύσει τον Βάκχον των, ηγάπων δε και τον οίνον, αφ' ότου είχον ανακαλύψει εντός του ναού έν χρυσούν κλίμα αμπέλου.

Και με την ακριβή εκτίμησιν την οποίαν δίδουν πάντοτε προς τους ίσους των οι αληθείς μαχηταί, εσέβοντο την ανδρείαν των κ' ήθελον να καταβάλη ο ένας τον άλλον μόνος, διά των ιδίων του δυνάμεων.

Φόβος μεν, διότι δεν εγνώριζον περί της συμμορίας εκ πόσων συνέκειτο και τι σκοπούς ακόμη είχε· θλίψις δε, διότι εγνώριζον ότι η Μονή του Ευαγγελισμού είχεν αποταμιεύματα πλούσια. Και το εσέβοντο οι άνθρωποι το ιερόν Κοινόβιον και το ηγάπων. Οι πτωχοί το είχον ως πτωχοτροφείον και οι γέροντες ως γηροκομείον.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Τίποτε τοιούτον, πατέρα• εκείνοι, ο πολύς λαός δηλαδή, μ' ετίμων πολύ, μ' εσέβοντο και μ' εθαύμαζαν και σχεδόν μ' επροσκύνουν, μολονότι δεν πολυενόουν τους λόγους μου. Οι άλλοι όμως, πώς να τους είπω; οι λέγοντες ότι είνε σχετικοί και φίλοι μου, οι οποίοι φέρουν το όνομά μου, αυτοί με κακομετεχειρίσθησαν κατά τον χειρότερον τρόπον. ΖΕΥΣ. Οι φιλόσοφοι σ' εκακοποίησαν;

Την ελάτρευον λοιπόν, την εσέβοντο, την εφοβούντο σχεδόν, ως ελάτρευον και εφοβούντο την απειροπληθή χορείαν του Ολύμπου των, πολλοί δε μάλιστα, οι δεισιδαιμονέστεροι, και υπέθετον, ότι η ωραία Ψυχήόπως εκαλείτο η ηρωίς μουδεν ήτο θνητόν θνητής γέννημα, αλλά θείας υπάρξεως μεταμόρφωσις, έμψυχος ενσωμάτωσις της θεάς του κάλλους, γήινη ανάπλασις της ουρανίας Αφροδίτης.

Έως τώρα τα είχε καλά με όλους τους χωριανούς· τον εσέβοντο και τον υπολήπτοντο όλοι· και τώρα με τας ανοησίας του μορφονιού του θα εσηκώνετο όλο το χωριό εναντίον του. Αυτός εννοούσε να διασκεδάση ως νέος και ο Μανώλης, να παίξη και να γελάση με τους άλλους νέους και ναγαπά μια κοπελλιά σε καλό και σε τιμή, μα όχι να χάσκη όπου δη κουτάλι και να πειράζη πότε τη μια, πότε την άλλη.

Εν πολέμω κ' εν ειρήνη είχον την τακτικήν των, ζηλεμμένην τακτικήν κ' εσέβοντο τους καπετάνους, τους οποίους αυτοί οι ίδιοι ανηγόρευον, εκτιμώντες την αξίαν και υπεροχήν των. — Έτοιμοι, παιδιά; ηρώτησεν αίφνης, σιγά πλησιάζων προς αυτούς ο Μακρής. — Έτοιμοι, καπετάνε. — Εμπρός!. . .

Όταν απολέσωσι συγγενή τινα τον όποιον εσέβοντο, όλαι αι γυναίκες της οικογενείας, αφού αλείψωσι την κεφαλήν και το πρόσωπόν των με πηλόν, αφίνουσι το σώμα εις την οικίαν, περιέρχονται είς την πόλιν, και έχουσαι τα φορέματα καταβιβασμένα μέχρι της ζώνης και τους μαστούς γυμνούς, κτυπώσι το στήθος των· το αυτό δε πράττουσι και όλαι αι φίλαι των.