United States or Yemen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η μόνη δυσκολία συνίσταται ενταύθα εις το να εννοηθή, διατί ο Ιησούς να επιτρέψη τον πνιγμόν των ζώων εκείνων. Η δε πιθανωτέρα εξήγησις των αρχαίων πατέρων της εκκλησίας είνε ότι ηθέλησε να δείξη ότι ηδύνατο και εγνώσμιον ζημίαν να κάμη εις τους ανθρώπους τους αμαρτωλούς, μη ανεχθείς δε να βλάψη λογικόν πλάσμα, απέδειξε την δύναμιν ταύτην εις τους πνιγέντας χοίρους και εις την ξηρανθείσαν συκήν .

Ήτο αληθώς τόσον ωραία; είπε καθ' εαυτήν· ήτο άρα το πρόσωπόν της εκείνο, ή μήπως η υπό του κατόπτρου αντανακλωμένη μορφή ήτο γοητείας πλάνη, παραίσθησις ανεξήγητος, ως ήρχιζε να φοβήται η κόρη ότι ήσαν πάντα τα από της χθες συμβαίνοντα εις αυτήν θαυμάσια; Και αν η περικαλλής εκείνη του κατόπτρου εικών ήτο εξημμένης φαντασίας είδωλον, είδωλον άρα φανταστικόν ήτο και ο μυστηριώδης νυκτερινός της σύντροφος; — Κατά τίνα παράδοξον ειρμόν μετέβησαν οι λογισμοί της νεάνιδος από της θελκτικής θέας του ιδίου της προσώπου εις τον νυκτικόν της ξένον, θα εννοήση ευκόλως, αν όχι ο αναγνώστης μου, αλλά βεβαίως όμως πάσα μου αναγνώστρια· και διά τούτω περιττόν είνε να εξηγηθή διά μακρών, πώς η κατάπληκτος διάνοια της Ψυχής, από απορίας εις απορίαν μεταπίπτουσα, έφθασε τέλος εκεί, όθεν έπρεπεν ίσως ν' αρχίση, ότε εξυπνήσασα ευρέθη μόνη, τουτέστιν εις τον παράδοξον σύντροφον της παραδόξου νυκτός της.

Σιγάσιγά σκέβρωσε κι' αυτό, λίγυσε και κουλούριασε, σαν να ήθελε μοναχό του να γίνη πιο περιποιητικό και να στηρίζη πιο βολικά το σακάτικο κορμί της κυράς του. Έτσι μιαν ανθρώπινη αγάπη έλεγες πως έδενε το ξύλο με τον άνθρωπο. Η γρηάΔροσούλα μέσα στη δυστυχία της ξέχασε με τον καιρό όλα ταγαπημένα της, που της πήρε ο χάρος κι' ο καιρός, κ' είχε μόνη παρηγοριά κ' ελπίδα το πονετικό ξύλο.

Θεαίτητος. Βέβαια είναι ανάγκη να τα συλλογίζεται ή συγχρόνως ή εν μέρει. Σωκράτης. Έξοχα. Αλλ' άραγε το να συλλογίζεται το εννοείς όπως εγώ; Θεαίτητος. Συ πώς το εννοείς; Σωκράτης. Ως λόγον τον οποίον διηγείται μόνη της η ψυχή εις τον εαυτόν της δι' όσα πράγματα εξετάζει.

Απάνω από το μαύρο φόρεμα, που φορούσε πάντα τώρα, είχε ριγμένο ένα ανοιχτόχρωμο επανωφόρι και το παράθυρο είταν ανοιχτό. Έσκυβε κάτω κ' ένευε ανυπόμονη γιατί δεν την παρατήρησα αμέσως κ' έτρεμε από συγκίνηση για τη χαρά, που θα ένοιωθα βλέποντάς την πως σηκώθηκε και πως μπορούσε να περπατή μόνη.

Πλην σύμβουλος του πόνου του εκείνος είναι μόνος· Δεν λέγω σύμβουλος καλός, — πλην τόσον πιστευμένος, τόσον κρυφός και μυστικός, τόσον βαθειά τον χώνει... 'σαν άνθος 'που το 'δάγκασε φαρμακερόν σκουλήκι, πριν τα ευώδη φύλλα του τ' απλώσητον αέρα, και δώση αφιέρωμα το κάλλος τουτον ήλιον. Αν ήτο τρόπος την πηγήν της λύπης του να 'ξεύρω, θα ήτο μόνη μου χαρά το ιατρικόν να εύρω .

Αχ έλα, θάνατε πικρέ, και πάρε τι ζωή μου. Αφού και πλιο στερεύομαι τη μόνη παντοχή μου. Τη Χλόη μου να μη θωρώ, και ζωντανός να μείνω; Αχ τι ποτήρι μώδωκε το ριζικό, και πίνω! Μη πάυετε ματάκια μου να κλαίτε, να θρηνάτε, Το φως σας εβασίλεψε, τι άλλο καρτεράτε; Καρδιά γιατί με τυραγνάς, και βαριοπαραδαίρεις, Τον τόπο σου τον έχασες, σε τι βυθό με σέρεις!

Α. Γ. Η., γιατί μπορούμε να του αποδείξουμε ήσυχα κι απλά που η μόνη γλώσσα που «φέρει την σφραγίδα.. της δουλείας», είναι η δική του. Ο καθένας αμέσως θα το καταλάβη.

Η καρδία της Ιωάννας έπαλλεν εκ περιεργείας άμα και φόβου, αναλογιζομένης ότι έμελλε μετ' ολίγον να θαυμάση την κατείδωλον εκείνην πόλιν, της οποίας και μόνη η όψις ήτο κατά τον Άγιον Γρηγόριον επικίνδυνος εις τας ψυχάς των χριστιανών, ως η θέα της πρώην χαριτοβρύτου και φιλομειδούς ερωμένης εις άνδρα νυμφευθέντα άσχημον και συνωφρυωμένην γυναίκα.

Η Νοέμι τον περιφρονούσε, δεν του απηύθυνε το λόγο, όταν όμως ήταν μόνη τον ξανάβλεπε, σκυμμένο επάνω της, να της βρέχει το πρόσωπο με το ξύδι και τα δάκρυά του, και ξανάκουγε την τρεμάμενη φωνή του και τα λόγια του. «Θεία Νοέμι, θεία μου, θεία μου! Γιατί, γιατί έγινε αυτό;», και τα μάτια του, θλιμμένα και φλογερά όπως εκείνος ο καλοκαιρινός ουρανός, δεν έφευγαν από το μυαλό της.