United States or Cabo Verde ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λαοί δούλοι εξιδανίκευσαν την δουλείαν των, και λαοί ελεύθεροι κατεσπίλωσαν την ελευθερίαν των· εάν εκαλείσο να εκλέξης μεταξύ τοιαύτης δουλείας και τοιαύτης ελευθερίας, απάντησε ανενδοιάστως, ότι προτιμάς σκότος μετά συνειδήσεως, παρά φως μετ' ασυνειδησίας.

Δεν ήτανε μεσουρανίς ακόμα το φεγγάρι κ' οι δυο ψαράδες ξύπνησαν απ' της δουλειάς την έννοια· εδιώξανε τον ύπνο τους κι αρχίσαν να 'μιλούνε: — Ψέμματα λένε, σύντροφε, πως τάχατες οι νύχτες το καλοκαίρ' είν' πλιο μικρές που μεγάλων' η 'μέρα· Εγώ είδα τόσα ονείρατα, κι ακόμα που να φέξη!... Μην τύχη κ' εγελάστηκα, για μάκρυναν οι ώρες; — Άδικα 'βρίζεις, γέρο μου, τώμορφο καλοκαίρι.

Ψυχάρη· δεν πιστέβω νάχη κανένας το δικαίωμα να πη που του Ψυχάρη η γλώσσα «φέρει την σφραγίδα της δουλείας», κι όποιος το λέει βέβαια δε θα διάβασε το βιβλίο του. Μα δε λυπούμαι που δε με διάβασε ο κ. Α. Γ. Η. Με κακοφαίνεται μόνο που μπόρεσε ένας Γραικός να γράψη τέτοιο λόγο. Δεν ταιριάζει και μάλιστα, για να πω φανερά την ιδέα μου, είναι άτοπο να μιλή κανείς έτσι για τη γλώσσα του.

Κ' ύστερ', αφ' ου συντρίψωμεν Τον έχθιστον ζυγόν, Αλλά όχι αβέβαια πλούτη Θέλει μας δώσει πάλιν Η Ελευθερία. Εδώ ηδονάς και ανάπαυσιν, Ω φίλοι, ας παραιτήσωμεν Ξηρή Πέτρα το στρώμα, Φαρμάκι το ψωμί Της δουλείας είνε. Εδώ, 'σάν αναθήματα, Εις τον βωμόν πλησίον, Τους συγγενείς, τα τέκνα μας Αγαπητά, τους γέροντας Τώρα ας αφήσωμεν.

Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• «Τούτος ο σκύλος, αχ! του ανδρός, 'που απέθανε στα ξένα, τω όντι αν είχε το κορμί, και όσαις τότ' είχε χάραις, ότ' ο Οδυσσέας έφυγε ν' αγωνισθήτην Τροία, και την ανδρειά θα εθαύμαζες και την γοργότητά του. 315 θεριό δεν του 'φευγε ποτέ καιτα πυκνά του λόγγου βάθη, επειδή και ασύγκριτος ιχνών εφάνη γνώστης. τώρα τον έχ' η συμφορά, και ο κύριος του χάθητα ξένα πέρα, και άσπλαγχναις τον αμελούν η δούλαις. ότι, άμα ιδούν την δύναμι να λείπη των κυρίων, 320 οι δούλοι πλέον τακτικά να εργάζωνται δεν θέλουν. το ήμισυ της αρετής ο βροντητής Κρονίδης παίρνει του ανθρώπου, άμ' εύρη αυτόν η ημέρα της δουλείας».

Γιατί τα γυμνάσια βγάζουν ανθρώπους όχι της δουλειάς, μα χασομέρηδες και ακαμάτες που γυρεύουνε θέσες. Κ' οι τέτοιο άνθρωποι είναι ψώρα σ' έναν τόπο. ― Και μολονότι το πανεπιστήμιο που έχομε, κι αυτό πολύ μας πέφτει, βρέθηκε κάποιος πλούσιος να μας φτειάσει και δεύτερο. Κρίμα στα χρήματα! Σκολειά χρειαζόμαστε αλλού. Χρήματα χρειάζεται και ο στρατός και ο στόλος.

Χτικιό που του τούδωκα 'γώ, ψιθύρισε με στεναγμό η άρρωστη. Κ' εγώ ζω ακόμη! Εκύταξε πάλι προς το σπίτι μας κείπε: — Ω, ας τόνε θώρουνα! Την άλλη μέρα το απόγεμα ο Δρακογιώργης έσκαβε σένα του λιόφυτο πάνω στην Καβαλαρά. Σε μια διακοπή της δουλειάς του, το βλέμμα του έπεσε χαμηλότερα στου Δερβίση τα Χαράκια, το μεγάλο βράχο, οπού διάβασα στο Βαγγελιό τα γράμματα προ καιρού.

Α. Γ. Η. λέει πως «φέρει τη σφραγίδα... της δουλείας»· πολλοί μελετούν την ιστορία της με περιέργεια· όλοι καταγίνουνται στο γλωσσικό ζήτημα. Στην Ανατολή μήτε υπάρχει ζήτημα· η καθαρέβουσα βασιλέβει.

Κι όμως το έθνος μας θα είναι πλούσιο, αν τα παιδιά του όλα είναι γερά και της δουλειάς, αν δε βαρυούνται τον κόπο, αν δουλεύουνε και κερδίζουν, αν κάνουν πρόθυμα το στρατιωτικό τους, και αν πληρώνουν τα δοσίματα που τους ζητεί το έθνος για να προκόψει κι αυτό το ίδιο και το κάθε άτομο.

Α. Γ. Η., γιατί μπορούμε να του αποδείξουμε ήσυχα κι απλά που η μόνη γλώσσα που «φέρει την σφραγίδα.. της δουλείας», είναι η δική του. Ο καθένας αμέσως θα το καταλάβη.