United States or Guatemala ? Vote for the TOP Country of the Week !


&Ιστορία του δευτέρου δερβίση, υιού βασιλέως.& Ο βασιλεύς πατήρ μου, βλέποντάς με, όντας ακόμη παιδί εις την ηλικίαν, να έχω αρκετήν ευφυίαν και επιθυμίαν διά την σπουδή, εσύναξε τους πλέον σοφούς επιστήμονας, που ευρίσκοντο εις όλον του το βασίλειον, τους οποίους υπεχρέωσε με πολυποίκιλα δώρα να με διδάξουν τας επιστήμας όπου ήξευρον με όλην την δυνατήν τελειότητα.

Και έπειτα άρχισεν ο τρίτος την ιστορίαν του κατά τον ακόλουθον τρόπον... Τελειώνοντας την διήγησιν και του δευτέρου Δερβίση η Χαλιμά ηρώτησε τον βασιλέα Αϊδήν, εάν του άρεσε· και αυτός διά να δείξη την ευχαρίστησιν που έλαβε της εχάρισεν ένα πολύτιμον δακτυλίδι βεβαιώνοντας την αγάπην του και την παρεκίνησε να εξακολουθήση τας τοιαύτας διηγήσεις.

Χτικιό που του τούδωκα 'γώ, ψιθύρισε με στεναγμό η άρρωστη. Κ' εγώ ζω ακόμη! Εκύταξε πάλι προς το σπίτι μας κείπε: — Ω, ας τόνε θώρουνα! Την άλλη μέρα το απόγεμα ο Δρακογιώργης έσκαβε σένα του λιόφυτο πάνω στην Καβαλαρά. Σε μια διακοπή της δουλειάς του, το βλέμμα του έπεσε χαμηλότερα στου Δερβίση τα Χαράκια, το μεγάλο βράχο, οπού διάβασα στο Βαγγελιό τα γράμματα προ καιρού.

Η δε Χαλιμά άρχισε την ιστορίαν και του τρίτου Δερβίση, ο οποίος διηγήθη την ιστορίαν του κατά την ακόλουθον τάξιν. &Ιστορία του τρίτου Δερβίση, υιού βασιλέως.& Μετά τον θάνατον του πατρός μου βασιλέως, ο οποίος ωνομάζετο Κασσίπης, έγινα ο διάδοχος της βασιλείας του, εις ένα πλουσιώτατον και πολυανθρωπότατον βασίλειον.

Τότε, ένας από τους δερβισάδες, απευθυνόμενος προς την Ζωηδία, ως πρεσβύτερη, άρχισε την ιστορία του. &Η ιστορία του πρώτου δερβίση, υιού βασιλέως& Για να σας εξηγήσω κυρία μου πώς βρέθηκα χωρίς το δεξί μου μάτι και με τα ρούχα ενός δερβίση, πρέπει πρώτα να ξέρετε ότι είμαι γιός βασιλέα.

Προσέτρεξεν ευθύς εις πολλούς εμπειρικούς ιατρούς, άνδρας και γυναίκας, αλλ' ούτε αι πεντάλφαι τας οποίας δι' άνθρακος εχάρασσεν επί των παρειών του πανούργος Χριστιανή, ψιθυρίζουσα αντί εξωρκισμών βλασφημίας κατά της Πίστεώς του, ούτε τα παντοειδή βότανα του Δερβίση ηδυνήθησαν να τον ιατρεύσουν.

Ψυχομαχάει κι' ακόμα Κρατεί τ' αυτιά του τεντωτά... Ομέρπασα Βριόνη Σου στέλνει χαιρετίσματα του Διάκου το μιλλιόνι. — Μήτρε, τα μετωρίσματα, παλληκαριά δεν είναι, Όπου είν' ο χάρος Βασιλειάς... Διαμάντη!...Τον δερβίση. — Θανάση, ως τώρα τρεις φοραίς τον έβαλατο μάτι Και δε μου δείχνει μέτωπο. Θα να τον τρώγη το αίμα. — Νάτος... Εξεσκεπάστηκε... Φωτιά... Διαμάντη... ρίξε...

« Ομέρ-Βριώνης λύσσαξε, » Σαν κύταξε το αίμα » Πνιγμένον το Δερβίση του. » Προστάζειτο πλευρό του » Το σαλπιγκτή και γύρω του » Μαζόνει το στρατό του. » Και μεςτο νάνι έρριψε » Ειρωνικό ένα βλέμμα, » « Και λέγει: — 'Κείνο βλέπετε » Το μονωμένο χάνι; . . . » Πλιθάρι μην αφήσετε. » Απάνω σε πλιθάρι. » Κι' αφ' όσους είναι μέσα του » Μη μείνη ούτε ποδάρι. — » Αυτά προστάζει.

Ο βαστάζος αν και μισοκοιμισμένος από το κρασί που είχε πιεί, άκουσε τα λόγια, και χωρίς να κινηθεί, φώναξε θυμωμένα στον Δερβίση, «Κάτσε κάτω και κοίτα την δουλειά σου. Δεν διάβασες την επιγραφή πάνω από την πόρτα; Δεν είναι υποχρεωμένοι όλοι να ζουν με τον ίδιο τρόπο».

Άλλοι φεύγουν. » Πλην όσοι απ' το σκοτωμό » Δεν' μπόρεσαν να έβγουν, » Από τους τούρκους σφάζονται, «'Σ το πέλαγο πετιώνται.» «'Σα λυσσασμένοι τα σκυλιά, » Τα τέκνα του Δερβίση, » Εσκότωναν, οι άπιστοι, » Σαν πεινασμένοι λύκοι, » Που 'μπένουνετα πρόβατα » Σκορπίζουνε τη φρίκη. » Πέρασαν 'μέραις κ' η σφαγή » Δεν είχε ακόμα σβύσει