United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βρε παιδί μου! βρε γυιε μου! βρε μοναχογυιέ μου! βρε Μοναχάκη μου! Και αφού πέρασαν τα Φώτα ήρχισε να σχεδιάζη να παραδώση το πλοίον του εις άλλον πλοίαρχον επί μισθώ, διότι ηκούοντο δουλειές επάνω, εις τον Ποταμόν. Τι να κάμη! Πολύ τον κατέπληξε τον πραΰτατον γέροντα η αιφνιδία αυτή μεταβολή του υιού του.

Οχτώ χρονάκια πέρασαν, ψωμί δεν επήγε στην καρδιά μου. Γιατί, δεν θα προφθάση να έλθη το παιδί μου, έλεγα, και θα πεθάνω και θα μείνουν τα μάτια μ' ανοιχτά! Και διες εσύ! Τώρα που σ' έχω κοντά μου, τώρα, που σε θωρώ, μου φαίνεται σαν να ήταν χθες που διάβηκες και σήμερα που ήλθες. Και οι πίκραις που ήπια, παιδί μου, και οι τρομάραις που ετράβηξα είναι σαν να μην ήτανε ποτέ!

Και σαν πέρασαν λίγες μέρες τ' αμπέλια είχανε τρυγηθή κι ο μούστος ήτανε στα βαρέλια· κ' επειδή δεν εχρειάζονταν πια πολλά χέρια, έφερναν τα κοπάδια στον κάμπο· κι όλο χαρά προσκυνούσανε τις Νύμφες, φέρνοντας στη χάρη τους σταφύλια επάνω στις κληματόβεργες, σαν χαρίσματα από τον τρύγο.

Σαν καινούργια δίλεπτα, είπε τις των θυγατέρων, παραδόξως συγχέουσα εν τη απλότητι αυτής το πολύτιμον μέταλλον προς τον χαλκόν. — Να σας πω τη γνώμη μου. Αυτός ο ξένος, φαίνεται, θα είναι κανένας που γνώριζε εδώ τα μέρη. Εδώ έρχονται πολλές φορές ξένοι με οδηγίες και ανευρίσκουν θησαυρούς. Εδώτην επανάστασι πέρασαν πολλοί οπλαρχηγοί, πολλοί λιάπηδες και πολλοί κλέφτες.

Ο γέρος ο βασιλιάς θύμωσε βαριά, το αίμα του τον έπνιξε στο λαιμό και τρέμοντας ολόσωμος, είπε βαρύ λόγο στον αγαπημένο του. Μα το βασιλόπουλο δεν άλλαζε γνώμη. — Αλλοίμονο! είπε ο γέρος ο βασιλιάς. Λίγα χρόνια η γη μας έμεινε απότιστη απ' το αίμα. Τα νιάτα μου μες στους πολέμους πέρασαν. Ο ανθός της χώρας μας θερίστηκε χρόνια και χρόνια απ' το δρεπάνι των οχτρών μας.

Αν τον έννοιωθε τον Αρειανισμό ο Κωσταντίνος, δε θα κατάφευγε σε τέτοια μέτρα ο Θεοδόσιος. Έξη βδομάδες δεν πέρασαν, και προστάζει ο Αυτοκράτορας εξορία σ' όσους ιερωμένους αρνιούνταν ακόμα της Νίκαιας το δόγμα. Αλλαξοπίστιζαν τότες οι Αρειανοί, τι να κάμουν. Γκρεμίζουνταν η ψευτοσοφία, και θεμελιώνουνταν η ορθοδοξία.

Πέρασαν και τα δεύτερα εφτά χρόνια και ξαναπαρουσιάστηκε πάλε στον αφεντικό του να πάρη τον μιστό του και να γυρίση στον τόπο του και στο σπίτι του. Όποιο θέλεις πάλε από τα δύο, πάρε: θέλεις τα εκατό φλωριά θέλεις τη συμβουλή. Αν πάρης τα φλωριά δε θα πάρης τη συμβουλή, κι' αν πάρης τη συμβουλή, δε θα πάρης τα φλωριά. Διάλεξε πάλι έν' από τα δυο.

Σχίσανε τα πέλαγα από Ανατολή σε Δύση, πήγανε στις χώρες τις μακρυνές που δε βασιλεύει ο ήλιος, πήγανε εκεί που πέφτουν οι μεγάλοι καταρράκτες από τους θεόρατους βράχους, πέρασαν απ' τις θάλασσες που κυλούν τα βουνά τα παγωμένα και ασπροβολούν μέσα στα σκοτάδια.

Λίμνη αίμα σκέπασε τον Κεραμεικό. Διακόσα χρόνια πέρασαν, και τάβλεπε ακόμα ο Πλούταρχος τα σημάδια εκείνου του χαλασμού. Πολλοί σκοτώθηκαν και μονάχοι τους από την απελπισία. Ένα σωστό κ' εύλογο έπραξε τότες ο Σύλλας, που θανάτωσε και τον Αριστίωνα.

ΒΕΡΑΘέλω να πω πως πέρασαν τόσα χρόνια. Μητέρες ξεχάσανε τα παιδιά τους τα πεθαμένα μέσα σε τόσον καιρό. . . ΦΛΕΡΗΣΤα λόγια σου είναι απελπιστικά, Βέρα. Βλέπω τι θέλεις να μου πης. Από τη μνήμη σου σβύστηκε εκείνο πού ζητώ να ξυπνήσω. Ίσως έχεις δίκιο. ΒΕΡΑΔε θέλω να πω αυτό. Ίσως δεν μπορώ να εκφρασθώ. Δε ξέρω να μιλώ με ώμορφα λόγια. ΦΛΕΡΗΣΉτανε φυσικό να ξεχάσης.. .