United States or Saint Vincent and the Grenadines ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότες γυρνώντας πάλε οι διο ξαναρχινούμε μάχη κιάς έχουμε καταδρομή, κι' έτσι ίσως ενωμένοι σώσουμε καν το λείψανο για το γοργό Αχιλέα απ' τους οχτρούς· τώρα άλλη πια παρηγοριά δεν έχει105 Μα εκεί π' αφτά τ' ανάδεβε μες στης καρδιάς τα βαθιά, να! οι λόχοι φτάνουν των οχτρών κι' ο Έχτορας π' οδήγαε.

Κι' ο κάμπος ξέχειλος στρατό χαλκολαμποκοπούσε 156 απ' άντρες κι' άλογα, κι' η γης κροκρότιζε απ' τα πόδια. Εκεί χοιμάει μες στων οχτρών τη μέση ο Αχιλέας 381 μ' αψές φωνές και με καρδιά αρματωμένη θάρρος.

Πώς θα γελάνε οι Δαναοί, πούλεγαν δα πως είσαι κάποιος γενναίος αρχηγός σαν είδαν τη θωριά σου την όμορφη ... μα πού καρδιά και παλικαροσύνη! 45 Μωρέ χαράς στον ήρωα που μούπαιρνε καράβια και το γιαλό ταξίδεβε με φίλους της καρδιάς του, κι' έσμιγε μ' αλλοχωριανούς, κι' από μακριά οχ τα ξένα γυναίκα εδώ μας έφερνε αγγελοκαμωμένη, συγγένισσα παλικαριών, για συφορά μεγάλη του τόπου κι' όλου του λαού και του γερογονιού του, 50 για αιώνια των οχτρών χαρά, πίκρα μου πάντα εμένα!

Μα με καιρό τους μίλησε ο θαρρετός Διομήδης «Γέρο, η περήφανη καρδιά μες στ' άφοβα μου στήθια 220 μου λέει, εγώ ως μες στων οχτρών τους λόχους να ζυγώσω Μα αν γίνεται κι' άλλος κανείς ναρθεί μαζί να πάμε· πιο συντροφιά, και πιότερο για τη δουλιά το θάρρος.

Μα σήκω! αν τ' Αργιτόπουλα σε μέλει καν και τώρα να σώσεις απ' τα βάσανα κι' απ' των οχτρών τους χτύπους. Εσύ ύστερα θα λαχταρείς, μα τρόπο πια δε θάχει να βρεις γιατριά, μιας το κακό και γίνει· μόνε σκέψου 250 πώς θα μας σώσεις πριν πολύ απ' την κακή την ώρα.

Κι' εφτύς αητό ξαπόστειλε, τ' αληθινότατο όρνιο· ζαρκάδι νυχοσήκωνε, γοργής λαφίνας θρέμμα, που στον πανώριο τόρηξε σιμά βωμό του Δία, όπου θυσίαζε ο λαός στον παντομάντη αφέντη. 250 Κι' αφτοί απ' το Δία σημαδιά θωρώντας πως τους ήρθε, ρήχνουνται πάλι των οχτρών και ξαναβρίσκουν θάρρος.

Τι εγώ να δω θα πεταχτώ στον πύργο τους δικούς μου, 365 το μυριοχάιδεφτό μου γιο, την έρμα μου γυναίκα... Πιος ξέρει πίσω αν θα με δουν και πάλι να γυρίσω, ή θα με σφάξουν πια οι θεοί με των οχτρών τα χέριαΕίπε, και φέβγει σείνοντας πας στην κορφή τη φούντα.

Τότες τον αγριοκοίταξε κι' απάντησε ο Δυσσέας «Τι λόγο σού ξεστόμισαν, τ' Ατρέα γιε, τα χείλια; 350 Πώς τάχα λες αναμελάω τη μάχη; Σα μετρούνε τις σπάθες τους οι Δαναοί με των οχτρών τις σπάθες, θα δεις, αν θες κι' αποθυμάς, τον ξακουστό Δυσσέα τους πρώτους να καταπιαστεί των αλογάδων Τρώων στήθος με στήθος... Μον εσύ πετάς χαμένα λόγια355

Κι' όπιος, παιδιά, κι' έτσι νεκρό τον Πάτροκλο όπως είναι σύρει οχ τα χέρια των οχτρών και του κωλώσει ο Αίας, 230 του δίνω τα μισά άρματα να πάρει, εγώ κρατώντας τ' άλλα μισά· κι' η δόξα του όση η δική μου θάναι

Αν η πολύβουλη Αθηνά τους διο τους μ' αξιώσει 260 να σφάξω, τότε εσύ εκειδά σταμάτα το δικό μας γοργό ζεβγάρι, δένοντας τα γκέμια απ' το στεφάνι, και στο δικό σου νιάσου εφτύς να πεταχτείς ζεβγάρι, και χτύπα το ως των Αχαιών απ' των οχτρών το μέρος.