United States or Bahamas ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τότε εκεί τον Πάτροκλο ο Έχτορας στον κάμπο 125 τον έσερνε, αφού τούβγαλε τα θαμπερά άρματά του, για ναν του κόψει με χαλκό την κεφαλή απ' τους ώμους και ρήξει το κορμί στης Τριάς τους σκύλους ντροπιασμένο.

Κάλια μαζί μου να μισείς όπιον μισεί κι' εμένα. 615 Το τι είπα οι φίλοι εδώ ας του πουν· και κάλια εσύ να μείνεις 617 μ' εμάς εδώ να κοιμηθείς, κι' η χαραβγή σα φέξει, τα λέμε, εδώ αν θα μείνουμε ή πρέπει να τραβάμεΈτσι είπε, κι' έγνεψε άφωνα στον Πάτροκλο να στρώσει 620 του γέρου στρώμα αφρόμαλλο, για να σκεφτούνε οι άλλοι να παν μιαν ώρα αρχύτερα οχ την καλύβα πίσω.

Και στο στρατό σαν έφτασε, γυρίζει ομπρός και στέκει, κι' ολούθες τήραζε να δει το γίγα αν θάβρισκε Αία. 115 Και να σε λίγο τον θωράει ζερβά ζερβά της μάχης που γιάρδιωνε έλεγε έσκουζε στους άντρες να βαρούνε, και πάει κοντά του στέκεται και του μιλάει διο λόγια 119 «Αία μου, ομπρός! Τον Πάτροκλο μας σκότωσαν!

Τι παραιτάς τη μάχη; Τι να σου κάνω πούσαι εσύ πιο δυνατό κοντάρι! αλλιώς, εφτύς θα σούδειχνα πώς παραιτούν πολέμους. Μον έλα λάλα τ' άλογα κατά τον Πάτροκλο ίσια, μήπως τον σφάξεις αν τυχόν σου δώκει νίκη ο Φοίβος725 Έτσι είπε κι' έφυγε ο Θεός. Και τότε εκεί προστάζει ο ξακουσμένος Έχτορας τον άφοβο Κεβριόνη ξανά με τα γοργά άλογα στον κάμπο να γυρίσει.

Έτσι σα μάλωσαν οι διο με θυμωμένα λόγια, σηκώθηκαν, κι' η συντυχιά χωρίζει στα καράβια. 305 Κι' ο Αχιλέας πάγαινε των καλυβιών το δρόμο αντάμα με τον Πάτροκλο και τους δικούς του αθρώπους· κι' ο Αγαμέμνος έρηξε στη θάλασσα 'να πλοίο, και λαμνοκόπους διάλεξε ως είκοσι ανομάτους, κι' έμπασε μέσα τα σφαχτά του Φοίβου, και κατόπι έφερε μέσα κι' έκατσε την ώρια Χρυσοπούλα· 310 και μέσα τέλος αρχηγός μπήκε ο σοφός Δυσσέας.

Ντροπή η ψυχή σου ας νιώσει μη θες σκυλιά τον Πάτροκλο στο κάστρο να χαρούνε179 Τότε ο γοργός απάντησε γιος του Πηλέα κι' είπε 181 «Καλή Ίριδα, και πιος θεός να μου τα πεις σε στέλνειΤότε η γοργόποδη Ίριδα τ' απάντησε και τούπε «Η σεβαστή Ήρα μ' έστειλε, του Δία η συγκοιμήτρα.

Κι' όπιος, παιδιά, κι' έτσι νεκρό τον Πάτροκλο όπως είναι σύρει οχ τα χέρια των οχτρών και του κωλώσει ο Αίας, 230 του δίνω τα μισά άρματα να πάρει, εγώ κρατώντας τ' άλλα μισά· κι' η δόξα του όση η δική μου θάναι

Και βγάζανε οχ τον πόλεμο το γέρο τα γοργά του τα ζα δρωμένα, και μαζί το στρατηγό Μαχάο. Εκεί τον είδε κι' ένιωσε το γέρο ο Αχιλέας, τι έστεκε ομπρός στ' απλόκοιλου τρεχαντηριού την άκρη 600 θωρώντας τη βαριά δουλιά και τ' άχαρο κυνήγι· και κράζει εφτύς τον Πάτροκλο να βγει ναν του μιλήσει. Κι' εκείνας μόλις άκουσε απ' την καλύβα μέσα, βγήκε σαν Άρης... μα κακού αρχή είταν ναν του γίνει.

Έτσι όλη νύχτα ολόγυρα στον ξακουστό Αχιλέα νεκρόκλαιγαν με στεναγμούς τον Πάτροκλο οι συντρόφοι. 355 Κι' η Θέτη τότες έφτανε στον πύργο του Ηφαίστου, 369 άλιωτο αστρένιο, απ' των θεών πιο πίσημο των άλλων, 370 χαλκένιο, που τον έφτιασε ατός του ο Κουτσοπόδης.

Ναί, τώρα πια τον Πάτροκλο δε συλλογιέμαι τόσο 240 π' όρνια και σκύλους γλήγορα στο κάστρο θα χορτάσει, όσο για το κεφάλι μου και το δικό σου τρέμω μην πάθουν, τι όλα σκέπασε πολέμου αντάρα γύρω, και χάσκει ρούφουλας θαρρείς ο Έχτορας μπροστά μας. Μα φώναξε, κι' ίσως κανείς ακούσει πολεμάρχης245