United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' ο Έχτορας μιας κι' έπιασε τ' αδερφικό κεφάλι, δεν τ' άφινε· κι' ο Πάτροκλος αντίκρυ απ' το ποδάρι τραβούσε, κι' έστησαν σφαγή οι άλλοι πεισματάρα.

Δεν έχει φέβγω πια να πεις, τι η Αθηνά η Παλλάδα 270 θα σε ξεκάνει τώρα εδώ με τ' άσπλαχνό μου χέρι, κι' ως στο στερνό μια κοπανιά τα πάθια των συντρόφων θα σ' τα ξοφλήσω πούσφαζες βαρώντας τους με λύσσαΕίπε, και σιώντας τίναξε το χαλκωμένο φράξο· μα τόδε ομπρός ο Έχτορας κι' απόφυγε το χτύπο, τι έσκυψε πριν, και τρέχα αφτό του σφύριξε από πάνου 275 και πέρα μπήχτηκε στη γης.

Τότε ο μεγάλος Έχτορας της απαντάει διο λόγια «Άσε με, Ελένη, αν μ' αγαπάς, τι δε μπορώ να μείνω. 360 Να τρέξω τώρα βιάζουμαι τους Τρώες να βοηθήσω, γιατί μετράνε τις στιγμές που λείπω από κοντά τους. Μον ξύπνα τον αφτόν, Λενιό, κι' ας κουνηθεί κι' ατός του, που μέσα ακόμα στο καστρί, πριν βγω, να με προφτάσει.

Είπε, μα δεν απάντησε ο Έχτορας μια λέξη, Μον πέρασε σαν αστραπή, ζητώντας να χτυπήσει 690 γλήγορα πίσω τους οχτρούς και ναν τους δεκατίσει.

Τότε η λεφκόποδη θεά του λέει διο λόγια, η Θέτη «Ναί γιε μου, αφτά καλά τα λες· σωστό 'ναι τους συντρόφους, που τυραγνιούνται, απ' το βαρύ χαμό να λεφτερώσεις. Μα η όμορφή σου αρματωσά σε Τρώικα 'ναι χέρια, 130 χάλκινη αστραφτερή, κι' αφτή ο Έχτορας στους ώμους καμαρωμένος τη φοράει... μα δε θα καμαρώσει θαρρώ καιρό, τι από κοντά τον έχει τώρα ο χάρος.

Έτσι είπε, κι' απ' τον πόλεμο κρατιούνται αφτοί, κι' αμέσως σωπαίνουν. Τότε ο Έχτορας και των διονών τους είπε 85 «Τρώες, ακουστέ με, κι' εσείς, Αργίτες παινεμένοι, τι λέει ο Πάρης π' αφορμή μάς στάθηκε διαμάχης.

Μον ίσα τ' άλογά σας απάνου τους, για ν' ακουστεί στον κόσμο τ' όνομά σας290 Είπε, και σ' όλους έβαλε απόφαση και θάρρος. Πώς αμολάει ο κυνηγός μες σε λαγγάδι σκύλους πίσω από ασερνικό καπρί ή σκιαχτερό λιοντάρι, έτσι έστελνε κι' ο Έχτορας τους αλογάδες Τρώες να κυνηγήσουν τους οχτρούς.

Αφτός τότε έβγαλε πικρή σαΐτα οχ τη φαρέτρα και στη χορδή τη ζύγωσε· μα ενώ τραβούσε πίσω, στον ώμο ο Έχτορας σιμά, όπου χωρίζει η κλείδα λαιμό και στήθια κι' η πληγή είναι βαριά, εκεί πέρα 325 ενώ τον σκόπεβε, τ' αδρύ τού κάθισε κοτρώνι, κι' έσπασε ο χτύπος τη χορδή. Και του μουδιάζει η χέρα στη ρίζα, και στα γόνατα γκρεμίζεται και μένει, κι' όξω απ' το χέρι τούπεσε το λυγιστό δοξάρι.

Είπε, και σιώντας τίναξε το φράξινο κοντάρι και βρήκεδεν απότυχεκατάκορφα, τραβώντας 350 στην κεφαλή· μα οχ το χαλκό αλάργεψε ο χαλκός του δίχως να φτάσει ως στο πετσί, τι αμπόδισε το κράνος, χουνήσο κράνος τρίδιπλο, που τούχε δώσει ο Φοίβος. Οργιές εφτύς πισώτρεξε ο Έχτορας και μπήκε μες στο σωρό, κι' εκεί έπεσε στα γόνατα, ακουμπώντας 355 το χέρι χάμου, και το φως του θόλωσε στα μάτια.

Μον έλα πες μου τώρα αφτό και μίλα την αλήθια. Γιατί έρχεσαι έτσι μόνος σου οχ το στρατό στα πλοία 385 μέσα στης νύχτας τη θολιά π' όλοι οι θνητοί κοιμάνται; Μη θες να κλέψεις άρματα απ' τα νεκρά κουφάρια, ή μη σε στέλνει ο Έχτορας τα πάντα να ξετάσεις εδώ στα πλοία; Ή τόθελες κι' από δική σου γνώμη