Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Και τους λαχνούς κατόπι 315 παίρνουν και μες σε χάλκινη περικεφαλιά τους σείνουν, πιος θα πρωτόρηχνε απ' τους διο το κοφτερό κοντάρι. Εκεί οι στρατοί τότ' άρχισαν παράκληση να κάνουν, προς τους αθάνατους θεούς σηκώνοντας τα χέρια.

Τότε η λεφκόποδη θεά του λέει διο λόγια, η Θέτη «Ναί γιε μου, αφτά καλά τα λες· σωστό 'ναι τους συντρόφους, που τυραγνιούνται, απ' το βαρύ χαμό να λεφτερώσεις. Μα η όμορφή σου αρματωσά σε Τρώικα 'ναι χέρια, 130 χάλκινη αστραφτερή, κι' αφτή ο Έχτορας στους ώμους καμαρωμένος τη φοράει... μα δε θα καμαρώσει θαρρώ καιρό, τι από κοντά τον έχει τώρα ο χάρος.

Είπε, και σιώντας τίναξε το σουγλερό κοντάρι 280 και στην ασπίδα τον βαράει· κι' εκείνη ως πέρα πέρα πετάει, η μύτη η χάλκινη, και μπαίνει στα τσαπράζα. Κι' έσκουξε τότε ο Πάνταρος με μια φωνή μεγάλη «Σούσκισα ως μέσα την κοιλιά! Πολύ δε θα βαστάξεις λέω όρθιος πια, και μούδωκες μεγάλη εμένα δόξα285 Μα δίχως φόβο απάντησε ο δυνατός Διομήδης «Δε βρήκες, μον αστόχησες.

Κι' οι Τρώες ίσια μαζωχτοί ορμούνε, κι' οδηγούσε ο Έχτορας με δρασκελιές μεγάλες, και μπροστά του πάγαινε ο Φοίβος, σκεπαστός με σύγνεφο στους ώμους, και σκιάχτρα αιγίδα χάλκινη στα χέρια του κρατούσε με κρόσσα γύρω ολόλαμπρα, που ο Ήφαιστος του Δία την έδωκε, ο λαμπρός χαλκιάς, ναν τη φοράει στη μάχη· 310 αφτή βαστώντας το στρατό μπροστά μπροστά οδηγούσε.

Εάν έλεγα εις αυτούς ευθύς εξ αρχής διατί ήλθομεν, υποθέτω ότι η αρετή των θα αντήχει ως ασπίς χαλκίνη υπό κτύπημα ροπάλου. Και δεν ετόλμησα! Ο Βινίκιος, κύπτων την κεφαλήν, έμεινε προς στιγμήν σιωπηλός· κατόπιν είπε: — Την επόθουν· τώρα την ποθώ περισσότερον. Πρέπει να γείνη ιδική μου. Πρέπει να την αποκτήσω. Ήλθα να σου ζητήσω συμβουλήν.

Φέρε τον, σουσουράδα μου, τον άντρα μου στο σπίτι. Τώρα θα κάψω πίτουρα κ' η Άρτεμι ας μαλάξη και το διαμάντι το σκληρό και κάθε στέρεο άλλο. Θέστυλι, άκου τα σκυλλιά στην πόλη πώς γαυγύζουν· θάνε στους δρόμους η θεά και θα περιδιαβαίνη. Κρούσε μιαν ώρ' αρχήτερα την χάλκινη τη λάμα. Φέρε τον, σουσουράδα μου, τον άντρα μου στο σπίτι.

Είπε, και μ' ένα πήδημα τον άδραξε απ' τη φούντα, κι' έστριψε και στων Αχαιών το μέρος τον τραβούσε. 370 Και τ' ολοκέντητο λουρί τον έπνιγε από κάτου απ' τα καλόθρεφτα λαιμά, που τεντωτό κρατούσε τη χάλκινη περκεφαλιά δεμένη στο πηγούνι.

Στην έρμη πεδιάδα πλανιώνται οι βοσκοί με τα κοπάδια τους κ' εκεί που εις την κρασάτην επιφάνεια της λαδερής θάλασσας, που &Οίνοπα πόντον& τη λέει ο Όμηρος, οι με χάλκινη πρώρα και με μίλτο χαραγμένες μεγάλες τριήρεις των Δαναών άραξαν με τα γυαλιστερά τους ημικύκλια, εκεί ο μοναχικός ψαράς του Θύνου κάθεται στη μικρή του βάρκα και βλέπει πώς πηδάνε οι φελλοί του δικτύου του.

Πάνω στους γυμνούς κοκκινωπούς τοίχους φαίνονταν ακόμη τα ίχνη από τις χάλκινες κατσαρόλες που δεν υπήρχαν πια και τα λεία και γυαλιστερά κρεμαστάρια όπου κάποτε κρεμούσαν τις σέλλες, τα δισάκια, τα όπλα, έμοιαζε να είχαν απομείνει εκεί σαν ενθύμια. «Λοιπόν, ντόνα Ρουθ;…..», ρώτησε ο Έφις, τη στιγμή που η γυναίκα έβαζε στη φωτιά μια μικρή χάλκινη καφετιέρα.

Εκεί τόνε ξαπλώνει, κι' οχ το μερί τη χάλκινη φαρμακερή σαΐτα με το μαχαίρι τούκοψε, και τούπλυνε το αίμας 845 με χλιαρό νεράκι· απέ μια ρίζα με τα χέρια τρίβει και βάζει του, πικρή πονοκοιμήτρα ρίζα. Έτσι όλοι πια του λούφαξαν οι πόνοι, κι' η πληγή του σιγά σιγά ξεράθηκε και τούπαψε το αίμας.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν