United States or Sierra Leone ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί τόνε ξαπλώνει, κι' οχ το μερί τη χάλκινη φαρμακερή σαΐτα με το μαχαίρι τούκοψε, και τούπλυνε το αίμας 845 με χλιαρό νεράκι· απέ μια ρίζα με τα χέρια τρίβει και βάζει του, πικρή πονοκοιμήτρα ρίζα. Έτσι όλοι πια του λούφαξαν οι πόνοι, κι' η πληγή του σιγά σιγά ξεράθηκε και τούπαψε το αίμας.

Κι' ο ένας βρήκε, ο Σαρπηδός, κατάμεσα τη γούβα, και διάβηκε ο πικρός χαλκός τη σάρκα ως πέρα πέρα, και μάβρη νύχτα ανήλιαγη του σκέπασε τα μάτια. Ο άλλος στο ζερβύ μερί τον λάβωσε, κι' η μύτη 660 ως κολλητά στο κόκκαλα σα λυσσασμένη πήγε· όμως ακόμα απ' τη σφαγή τον γλύτωσς ο γονιός του. Και το λεβέντη Σαρπηδό οι θεϊκοί συντρόφοι τον βγάζανε όξω απ' τη σφαγή.

Είπε και όλοι εσυμφώνησαν• κ' έζωσεν ο Οδυσσέας τα κρυφά με τα ράκη του, κ' έδειξε τότε ωραία τρανά μεριά, κ' εφάνηκαν οι ώμ' οι πλατείς, τα στήθη, και οι δυνατοί βραχίονες• η Αθήν' ήλθε σιμά του και του ποιμένα των λαών ελάμπρυνε τα μέλη. 70 εθαύμασαν υπέρμετρα τότε οι μνηστήρες όλοι, κ' εστράφη κάποιος κ' έλεγε κυττώντας τον πλησίον• «Ο Ίρος Άιρος το κακό, 'που θέλησε, να πάθη• του γέρου τα παληόρουχα ιδές μερί, 'που κρύβαν

Αυτά 'πε, κ' εγώ σκέφθηκα μες της ψυχής τα βάθη, το μακρύ ξίφος σύροντας απ' το παχύ μερί μου, να κόψω αυτού την κεφαλήτο χώμα να κυλήση, 440 αν και στενόν μου συγγενή τον είχα, αλλά μ' εκράτουν εδώθ' εκείθε οι σύντροφοι με λόγια μελωμένα• «τούτον ας τον αφήσουμε, διογέννητε, αν προστάζεις, να μένητην ακρογιαλιά και να φυλά το πλοίο• κ' εμάς εις τ' άγια δώματα οδήγα συ της Κίρκης». 445

Χώρισαν τ' άλλα διο... ο ζυγός τους έτριζε... τα γέμια 470 μπερδέφτηκαν σα στρώθηκε τ' αποξινό στις σκόνες. Σ' αφτό όμως βρήκε εφτύς γιατριά ο άξιος Αφτομέδος· δεν τάχασε, μον σέρνοντας οχ το παχύ μερί του την κάμα, τρέχει τα λουριά και κόβει του Πηδάσου, κι' έτσι τ' αλόγατα έσιαξαν και μπήκαν στα λουριά τους. 475 Ξανά τότε όρμησαν οι διο μ' αμάχη ψυχοφάγα.

Είπε, κι' εκείνος άναψε ν' ακούσει τέτιο λόγο, και του διπλόφερε η καρδιά στα λογγωμένα στήθια, ή να τραβήξει απ' το μερί το κοφτερό λεπίδι, 190 να αναστατώσει τη βουλή, το βασιλιά να σφάξει, ή να σωπάσει την καρδιά και το θυμό να πνίξει.

Έβλεπες και στέκουνταν ολόρθα δυο μαχαίρια, ένα στον ώμο του παιδιού κ' ένα στο μερί, έτρεχε το αίμα, έννοιωθε δεν έννοιωθε το μισοζώντανο το παιδί από την αγωνία, από το τράντασμα πούφερνε στα σωθικά του κάθε μαχαίρι που ξεχυνότανε καταπάνω του, άλλο χάμου να πέφτη, άλλο στον τοίχο να χτυπάη, κι άλλο να καρφώνεται στο βασανισμένο κορμί του.

Έτσι οι συντρόφοι κάθισαν το Σαρπηδό από κάτου απ' τη χαριτωμένη οξά του βροντορήχτη Δία· κι' ένας του βλάμης γκαρδιακός, ο δυνατός Πελάγος, του τράβηξε όξω απ' το μερί το φράξινο κοντάρι. 695 Κι' ο δύστυχος λιγοθυμάει, και γύρω μια μαβρίλα στα μάτια του ξαπλώνεται. Μα πάλι ψυχοπιάνει, και του βοριά το δρόσισμα, π' ολόγυρα φυσούσε, τα στήθια του ζωντάνεβε τα βαριολιγωμένα.

Και το μακρύ κοντάρι σερνόμενο τον βάραινε· μα απ' την πολλή τους βιάση 665 κανείς δε συλλογίστηκε, δεν είπε το κοντάρι να βγάλει του όξω απ' το μερί και να σταθεί στα πόδια· τόσο τους έσφιγγε ο οχτρός καθώς τον κουβαλούσαν. Και τον Τληιτόλεμο αντικρύ οι γκαρδιακοί συντρόφοι τον βγάζανε όξω απ' τη σφαγή.

Και, καθισμένοι στη γυμναστική τους, οι νέοι, επροβάλλαν το μερί τους, κανείς από τους έξω να μη βλέπη εις το κορμί τους πράμα που δεν πρέπει. και χαλάει το χορό του, κρύβοντας τα μπροστινά.