United States or United Arab Emirates ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έβγαλε από την τσέπη του ένα πούρο, τ' άναψε και κύτταξε περιφρονητικά τους δυο νέους. — Τι διαβάζετε; τους ρώτησε. — Μόλις το λάβαμε· για ιδές το και συ· είπε ο Δημητράκης, δίνοντας του το βιβλίο, περίεργος να ιδή την εντύπωση που θα τούκανε. Εκείνος το πήρε· μα μόλις διάβασε τον τίτλο και τ' όνομα του συγγραφέα το γύρισε πίσω.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Λαμπρά! να στέφανος, και βάλ' τον στο κεφάλι Θ' ΓΥΝΗ εκτελούσα. Να με λοιπόν! ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Έ, μίλησε! Θ' ΓΥΝΗ Έτσι το λες εσύ; Πως θα μιλήσω δηλαδή προτού να πιω κρασί; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Για ιδές• κρασί θέλει να πιή! Θ' ΓΥΝΗ Και βέβαια• γιατί φορώ στεφάνι, βρε κουτή; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Φύγε από 'δω εσύ, τρελλή! γιατί τα ίδια, φαίνεται, θα φτιάσης στη Βουλή.

Το πώς στον κόσμο εγώ να βγω, τι λόγο θα να δώκω; Ω θε μου, ιδές και σώσε με τι με τηράς ακόμα, — Την ίδιαν ώρα πρόβαλε 'στούτο το σάδι η Χρύσω. Η μαύρη εδώ είδε ολάνοιχτους και μαλαχτούς τους κόρφους Και φιλημένον το λαιμό και την ποδιά λυμένη Κ' εδώ θυμήθη κ' ένιοσε την άσβεστη ντροπή της. — Μανούλα μου, ξεφώνησε σα λιγοθυμισμένη, Με πλάνεψε και μ' έχασε με τα γλυκά του λόγια.

Κ' εγώ, ετούτο, δείχνονταςαυτήν, το φόρεμά μου, εύρισκα πρόφασιν να ειπώ• για ιδές, νοικοκυρά μου, πολύ το παραξήλωσες! ΘΕΡΑΠΩΝ Αυτός ο λύχνος σβύνει• δεν έχει λάδι. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Γιατί αυτόν που τόσο λάδι πίνει να πας, μωρέ, ν' ανάψης; Έλα κοντά να κλάψης! ΘΕΡΑΠΩΝ Γιατί λοιπόν; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Γιατί παχύ φυτίλι έχεις βάλει!

Να, παραδείγματος χάριν, μία γυναίκα, που ομιλεί σε κανένα για την ευγένειάν της και για το κτήμα της, ούτως ώστε κάθε ξένος δεν δύναται παρά να σκέπτεται· αυτή είναι μία τρελλή που φαντάζεται, ο Θεός ξεύρει τι, για την ολίγην ευγένεια και για την φήμην του κτήματός της. — Αλλ' ακόμη χειρότερα αυτή δα η γυναίκα είναι απ' εδώ από την γειτονιά κόρη ενός γραφέως. — Ιδές, δεν δύναμαι να εννοήσω πώς το ανθρώπινον γένος, τόσην ολίγην φρόνησιν έχει ώστε να ατιμάζεται τόσον ταπεινά.

Το μπαρκομπέστια εστέναξε βαθειά, εβούτησε με την πλώρη, έγειρε στο δεξί πλευρό, ανατινάχτηκε με μία, ώστε που άνοιξε πλατειά η θάλασσα και το έκλεισε αφροκοπώντας στην αγκαλιά της. Μα ιδές τι Θεού συνεργεία! Το μπαρκοπέστια κατεβαίνοντας εσυνεπήρε μαζί το μπαστούνι του μπάρκου με όλα τα σχοινιά και τους φλόκους και τα σίδερα.

ΣΕΒΑΣΤ. Θυμούμαι που εσύ έβγαλες τον αδελφό σου τον Πρόσπερο. ΑΝΤΩΝ. Αλήθεια· και ιδές, πόσο μου αρμόζουν αυτά τα φορέματα! πολύ καλύτερα παρά πρώτα. Οι δούλοι του αδελφού μου ήταν τότε συντρόφοι μου, τώρα με προσκυνούνε. ΣΕΒΑΣΤ. Πλην η συνείδησή σου

Πετάξου κι' ως τες μάντρες Μη γέννησεν άλλη καμμιά. — Ο γέροντας ο ίδιος. — Γειά και χαρά σας, ρε παιδιά. — Καλώς τον Μπαρμπατόλιο. Βρέχει όξω, Μπάρμπα; — Μοναχά; Για ιδέςτην κάπα χιόνια. Κ' είμαι ζυφτάρι απ την κορφή ως τα ποδόνυχά μου. Τι κοσμοχάλασ' είνε αυτή! Νερό μαζί και χιόνι, Ένας κατάματος συρμός, ένα κακό δρολάπι! Έχ' όπ' γυρίζω οχ' την αυγή.

Γυρίζει ο γύφτος το σουβλί... Το χέρι του ανεμίδι... Κι' όταν εμένανε νεκρά καμμιά φορά από δείλια Ταφωρεσμένα δάχτυλα και τάφρυγεν η πύρη, Τότε ξυλιαίς και σάλαγος, κεντήματα και πέτραις. Φωνάζει κι' ο Χαλήλμπεης... — Παληόγερε, ανδρειέψου... Μέριασε εκείνο το δαυλί... για ιδές, ανάθεμά το Τι γλώσσαις όπου επέταξε, και πώς τον έχει ζώση!... Θα τον ρουφήξη γρήγορα... Ταράξου.. μέριασέ το...

ΑΛΟΝΖ. Ανίσως αυτό που βλέπω καταντήση πάλι έν' από τα δράματα του νησιού, θα χάσω δεύτερη φορά τακριβό μου τέκνο! ΣΕΒΑΣΤ. Ω μέγα θαύμα! ΦΕΡΔΙΝ. Η θάλασσα, ναι, φοβερίζει, αλλά σπλαχνίζεται· αδίκως την εκαταράστηκα. ΑΛΟΝΖ. Α! όλες η ευχές ενού πασίχαρου πατρός να σε περιζώσουν! Σήκω, και λέγε πως ήρθες εδώ. ΜΙΡ. Ω θαύμα! Ιδές πόσα καλά πλάσματα! Ώμορφη που είναι η ανθρωπότης!