United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πώς αραδιάζει ο μάστορης σε τοίχο ολόρθου πύργου πυκνές τις πέτρες, που βοριά να μην τις σπάει δρολάπι, έτσι τα κράνα γράμμιζαν κι' αφαλωμένα ασπίδια. Ασπίδα ασπίδα στήριζε, άντρα άντρας, κράνος κράνος, 215 κι' άγγιζαν τα φουντόκρανα με τους χαλκένιους γρόμπους σα σκύβανε· έτσι στη σειρά πυκνοί σταθήκανε όλοι.

Πετάξου κι' ως τες μάντρες Μη γέννησεν άλλη καμμιά. — Ο γέροντας ο ίδιος. — Γειά και χαρά σας, ρε παιδιά. — Καλώς τον Μπαρμπατόλιο. Βρέχει όξω, Μπάρμπα; — Μοναχά; Για ιδέςτην κάπα χιόνια. Κ' είμαι ζυφτάρι απ την κορφή ως τα ποδόνυχά μου. Τι κοσμοχάλασ' είνε αυτή! Νερό μαζί και χιόνι, Ένας κατάματος συρμός, ένα κακό δρολάπι! Έχ' όπ' γυρίζω οχ' την αυγή.

Τα φώτα!... Σβύστε τα φώτα!... εβροντοφώναξα ευθύς. Μα οι ναύτες είχαν ιδή τα Τελώνια κ' επρόβαλαν στο κατάστρωμα με όλα τα χάλκινα σκεύη του μαγεριού. Ταψιά, τεντζερέδες, λεβέτια, καπάκια έπαιζαν τόρα στα χέρια τους κ' εβρόντουν σωστό δρολάπι ήχων και φωνών.

Ήταν ο καπετάν Παλούμπας που έτρεξεν από τα κάσαρο κακό δρολάπι απάνω τους. Μόλις εκείνοι άκουσαν τη φωνή, εκατάλαβαν πως τα μεταξοσέντονα προδότρα η νεράιδα τα εσήκωσεν από πάνω τους. Ετινάχθηκαν και οι δυο ντροπιασμένοι. — Έλα! φωνάζει ο γραμματικός. Έλα μαζί μου! Και με τον λόγο πηδά στη θάλασσα. Έκαμε να τον ακολουθήση το Λενιώ.

Κι' όξω ότι βγήκε, απ' τη μπασιά δουλιά άχαρη ξανοίγει, τους Αχαιούς που τσάκιζαν και Τρώες καταπόδι που τους βαρούσαν· κι' είταν πια και το τειχί πεσμένο. 15 Πώς τον απέραντο γιαλό μουγκό θολώνει κύματι ανέμων λάλωνε μηνάει σιφουνιαστό δρολάπι, κύμα με δίχως να κυλάει απ' τόνα ή τ' άλλο μέρος ως να κατέβει οριστικό κάνα απ' το Δία αγέρι· να πώς μελέταε ο γέροντας με σπλάχνα ανταρωμένα 20 διπλόβουλα, ή για το σωρό των Αχαιών να κάνει είτε να πάει στ' Ατριά το γιο, στο βασιλιά Αγαμέμνο.