United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πετάξου κι' ως τες μάντρες Μη γέννησεν άλλη καμμιά. — Ο γέροντας ο ίδιος. — Γειά και χαρά σας, ρε παιδιά. — Καλώς τον Μπαρμπατόλιο. Βρέχει όξω, Μπάρμπα; — Μοναχά; Για ιδέςτην κάπα χιόνια. Κ' είμαι ζυφτάρι απ την κορφή ως τα ποδόνυχά μου. Τι κοσμοχάλασ' είνε αυτή! Νερό μαζί και χιόνι, Ένας κατάματος συρμός, ένα κακό δρολάπι! Έχ' όπ' γυρίζω οχ' την αυγή.

επτά μέρη τα χώρισε• μ' ευχαίς επρόσφερ' ένα των Νυμφών άμα και του Ερμή, 'που γέννησεν η Μαία• 435 τ' άλλα εις καθέναν μέρασεν• αλλά τον Οδυσσέα με ολόκληρην ετίμησε την νεφραμιά του χοίρου, και την ψυχήν εφαίδρυνε με τούτο του κυρίου. τότε ο πολύγνωμοςαυτόν ωμίλησ' Οδυσσέας• «Ως σ' αγαπώ να σ' αγαπά, φίλε, ο πατέρας Δίας, 440 αφού τον άμοιρον εμέ τιμάς με τέτοια δώρα».

Είπε• και το γλυκύτατο κρασί συγκέρνα εκείνος, και εις όλους έδωσε απαρχήτα γεμιστά ποτήρια. αφού σπονδίσαν κ' έπιαν όσ' ήθελ' η ψυχή τους, 'ς την μέση τους ο Αλκίνοος τον λόγον πήρε κ' είπε• 185 «Προσέξετ', όλ' οι αρχηγοί και άρχοντες των Φαιάκων, να φανερώσω εγώεσάς ό,τ' η ψυχή μου λέγει. αφ' ού δειπνήσετ' άμετε ν' αναπαυθήτε τώρα• και ως φέξη, μέγα κάλεσμα θα γείνη των γερόντων• τον ξένον θα ξενίσουμε, και, αφού των αθανάτων 190 καλά προσφέρουμεν ιερά, θα 'χουμε την φροντίδα τον ξένον μας να στείλουμε, χωρίς κόπον ή λύπη, με ιδική μας συνοδιά, να φθάσ' εις την πατρίδα, πασίχαρος, ογλήγορα, όσο μακράν και αν είναι• ώστε κακότο μεταξύ και βλάβη να μη πάθη 195 την γην του πριν πατήση αυτός' εκεί κατόπι θα 'χη όσ' απ' αρχής η μοίρα του και η κλώστραις η βαρείαις, η μάννα ότε τον γέννησεν, εκείνου ελινογνέσαν. και αν τούτος πάλ' είναι θεός, οπ' ουρανόθεν ήλθε, κάτι άλλο τότ' οι αθάνατοι μ' αυτό μας οργανίζουν• 200 ότι ως τα τώρ' ασκέπαστοιεμάς φανερωθήκαν οι αθάνατοι, όταν σφάζουμε ταις πλούσιαις εκατόμβαις• μ' εμάς συντρώγουν, και όπου εμείς κ' εκείνοι συγκαθίζουν• και αν μόνος εις τον δρόμον του κανείς τους απαντήση, δεν κρύβονται, ότι συγγενείς τους είμασθε, όπως είναι 205 οι Κύκλωπες και τ' άγρια τα γένη των Γιγάντων».

Κ' έτσι έγινε• την ώρα δε που ο καβαλλάρης ήλιος εφάνηκε στον ουρανό τον κύκλο του να κάνη, εμβήκε κ' η προφήτισσα μέσ' στο μαντείο του θεού• μα μόλις το μικρό παιδί στα μάτια της αντίκρυσε, ετρόμαξε, μήπως καμμιά δυστυχισμένη κόρη απ' της Ιέρειες των Δελφών εκρυφογέννησεν εκεί και το παιδί της στου θεού τους τόπους είχε αφήση, και να το ρίψ' ηθέλησε απ' έξω απ' την θυμέλη• μα πάλι την σκληρότητα η ευσπλαχνία ενίκησε, γιατί ο Απόλλων βοηθός εφάνη στο παιδί του να μη διωχθή απ' το ναό• για τούτο κ' η προφήτισσα τανάθρεψε, τη μάννα του χωρίς ποτέ να μάθη κ' εκείνον που το γέννησεν, αν ήτανε ο Φοίβος.