United States or Latvia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ηλιοκαμένη όψη του ανατρίχιασε, και τα λόγια του λεβέντη βρήκαν αντίλαλο μακρινό και γλυκύτατο στη ψυχή του. Σήκωσε τη τσίτσα και τράβηξε κρασί, σα νάπινε στην υγειά και στην ενθύμηση του πολέμου. Ύστερα σα να συλλουγίζουνταν πως είταν νύχτα ακόμα, είπε: — Θα σας που, ορέ παιδιά, για τον πόλεμο.

Τα ξεροβούνια γύρω από την Κρύσση ως το Γαλαξείδι, έπαιρναν γλυκύτατο ροδόχρωμα μέσ' στις στερνές αχτίδες του ήλιου, και τα γυαλιά των πλιθοχτισμένων σπιτιών της Ιτιάς αντανακλούσαν αμέτρητους φλογερούς ήλιους, που βασίλευαν κι αυτοί. Τα καϊκάκια κ' οι βαρκούλες στο λιμάνι σειώνταν καμαρωτά και καθρεφτίζουνταν χαϊδευτικά απάνω στα γαλαζένια εδώ, και στα ολόχρυσα παραπέρα κυματάκια.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Χρησμός φοβίζει με δεινός, θεοσταλμένος. ΑΓΓΕΛΟΣ Είναι κρυφός; Ή που μπορώ κι εγώ να μάθω; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Όχι κρυφός. Εμάντευσεν ο Φοίβος τάχα με την μητέρα πως γραφτό να σμίξω το αίμα, κι επίσης του πατέρα μου το αίμα να χύσω° από την Κόρινθο μακριά κι ευτυχισμένος ζούσα. Μα είναι γλυκύτατο την όψι πάντα να βλέπη την τρισποθητή των δυό γονιών του.

Είπε, τον πέπλο του 'δωσε• τον δέχθη αυτός κ' εχάρη• 130 και όλα τα επήρε κ' έθεσεν ο ήρωας Νεστορίδης εις τ' αμαξιού τον κάλαθο, κ' εθαύμασε τα δώρα. τότε ο ξανθός Μενέλαοςτο δώμα τους ωδήγα• και εις ταις καθήκλαις, 'ς τα θρονιά, καθήσαν όλοι αράδα. και νίψιμο η θεράπαινα φέρνει και από προχύτην 135 ωραίον χύνει ολόχρυσονολάργυρη λεκάνη, • για να νιφθούν κ' ένα ξυστό τραπέζι βάζει εμπρός τους• και η σεβαστή κελλάρισσα τον άρτον παραθέτει, και απ' όσα φαγιά φύλαγε περίσσα τους προσφέρει, έκοπτε και όλα εμέραζε τα κρέατ' ο Βοηθοίδης, 140 και τους κερνούσεν ο υιός του ενδόξου Μενελάου. άπλωσαν κείνοιτα έτοιμα φαγιά 'που 'χαν εμπρός τους• και του φαγιού και του πιοτού την όρεξι αφού σβύσαν, ευθύς τότε ο Τηλέμαχος και ο λαμπρός Νεστορίδης έζεψαν, και άμ' ανέβηκαν εις τ' εύμορφον αμάξι 145 τα πρόθυρα, την αίθουσα την βροντερήν, αφήκαν. κατόπιν ήλθεν ο ξανθός Μενέλαος Ατρείδης, κ' είχε κρασί γλυκύτατοολόχρυσο ποτήριτο δεξί χέρι του, λοιβαίς να κάμουν πριν κινήσουν. και ολόρθος εις τ' αμάξι εμπρός επρόπιε κ' είπε• «Ω νέοι, 150 χαίρετε, και του Νέστορα, ποιμένα των ανθρώπων, το χαίρε ειπήτε• ότιεμέ γλυκός ήταν πατέρας, όσον επολεμούσαμεν οι Αχαιοίτην Τροία».

Είπε και το γλυκύτατο κρασί συγκέρνα εκείνος, και εις όλους γύρω εμέρασε• κ' εκείθ' όπου καθίζαν των μακαρίων των θεών εσπόνδισαν εκείνοι• 55 μόνος τότ' εσηκώθηκεν ο θείος Οδυσσέας και δίκουπον επρόσφερε ποτήρι της Αρήτης, κ' εκείνην επροσφώνησε με λόγια πτερωμένα• «Χαίρε μου, ω βασίλισσα, ολοζωής, ως νά 'λθη το γήρας και ο θάνατος, οπ' όλους περιμένουν• 60 αναχωρώ τώρα και συτο σπίτι τούτο χαίρου τα τέκνα, τον λαόν και τον Αλκίνοον βασιλέα».

ΝΕΑΝΙΑΣ Στο Δία τον Σωτήρα, κορίτσι μου γλυκύτατο, κάμε μ' αυτήν τη χάρι, και γλύτωσέ με απ' αυτό το γέρικο κουφάρι, κ' εγώ, για τούτο το καλό, θα σου προσφέρω πάλι σε μια ολόκληρη βραδειά χάρι παχειά, μεγάλη! Β'ΓΡΑΥΣ Μωρή εσύ•! που τον τραβάς αυτόν από τον δρόμο, και παραβαίνεις φανερά τον ψηφισμένο νόμο, ενώ είνε γραμμένα προτήτεραεμένα να ρθεί και να πλακώση;