United States or Guatemala ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο Πεισίστρατοςαυτόν αντείπε ο Νεστορίδης• «Τηλέμαχε, δεν γίνεται, και αν το ταξείδι βιάζει, νύκτα να ταξειδεύουμε• και ογλήγορα θα φέξη• 50 αλλά να μείνης ως οπού 'ς τ' αμάξι να σου βάλη τα δώρα ο λαμπρός ήρωας Μενέλαος Ατρείδης, και με λόγια γλυκύτατα να σ' αποχαιρετήση• τι απ' όσους τον φιλοξενούν, επί ζωής του ο ξένος κείνον θυμάται όπ' έδειξεν εγκάρδια την αγάπη». 55

Τότ' όλ' εκεί εφώναξαν οι Αχαιοί οι άλλοι Τον ιερέα να 'ντραπούν, και να δεχθούν τα λύτρα. Όμως ο Αγαμέμνονας δεν τ' άρεσ' ο Ατρείδης, Αλλά κακά τον έδιωξε, σκληρά προστάζοντάς τον. Κι' ο γέρος ανεχώρησεν οπίσω θυμωμένος. Και προσευχόμενος λοιπόν, τον άκουσ' ο Απόλλων, Ότ' επειδή πάρα πολύ αγαπημένος τ' ήταν· Κ' εις τους Αργείους έρριξε θανατηφόρον βέλος.

Τώρ' όμως δεν μ' ετίμησε ουδέ καν ολιγάκι· Ο βασιλεύς μ' ατίμασεν Ατρείδης Αγαμέμνων· Ότ' άρπαξε το δώρον μου, το πήρε, και το έχει. Έτσ' είπε, δακρυχύνοντας· κ' η σεβαστή μητέρα Τον άκουσε, καθήμενητης θάλασσας τα βάθη, Σιμά εις τον πατέρα της τον γέροντα, κι' αμέσως Σαν καταχνιά απ' την θάλασσαν την ασπρουλήν ανέβη.

Ο υιός του Διός και της Λητούς· αυτός τον βασιλέα Ωργίσθη· καιτο στράτευμα κακήν σήκωσ' αρρώστιαν. Και οι λαοί εχάνουνταν· γιατί ο βασιλέας Ατρείδης τού ατίμασε τον ιερέα Χρύσην. Ότ' ήρθ' αυτός εις τα γοργά των Αχαιών καράβια, Δια την θυγατέρα του να την ελευθερώση, Άπειρα λύτρα φέροντας, βαστώντας καιτα χέρια Το στέμμα του Απόλλωνος με το χρυσόν το σκήπτρον.

Είπε και εις όλους κίνησε τον πόθο των δακρύων• έκλαιγ' η Ελέν' η Άργισσα, του Δία θυγατέρα, έκλαιγεν ο Τηλέμαχος και ο βασιληάς Ατρείδης, 185 ουδ' είχεν ο Πεισίστρατος αδάκρυτα τα μάτια• ότι και αυτός τον άψεγον Αντίλοχο ενθυμήθη, 'που της Ηώς της φωτεινής είχε φονεύσει ο γόνος• τον ενθυμήθη κ' έλεγε με λόγια πτερωμένα•

Να νοιώσ' ο μέγας βασιλεύς Ατρείδης Αγαμέμνων Την βλάβην του, 'π' ατίμασε των Αχαιών τον πρώτον. Τον αποκρίθηκ' έπειτα, χύνοντας δάκρ' η Θέτη· Ωχ, τέκνο μου, τι σ' έθρεφα 'γώ η πικρογεννήτρα ! Κι' ας κάθουσουν καν άπαθος, κι' άδακροςτα καράβια, Αφού 'ν' κοντή, κι' όχι μακρή η μοίρα της ζωής σου. Τώρ' είσαι κι' ολιγόζωος, κι' άτυχος παρ' απ' όλους. Ώρα κακή σ' εγέννησα μέσα εις τα βασίλεια.