United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότ' όλ' εκεί εφώναξαν οι Αχαιοί οι άλλοι Τον ιερέα να 'ντραπούν, και να δεχθούν τα λύτρα. Όμως ο Αγαμέμνονας δεν τ' άρεσ' ο Ατρείδης, Αλλά κακά τον έδιωξε, σκληρά προστάζοντάς τον. Κι' ο γέρος ανεχώρησεν οπίσω θυμωμένος. Και προσευχόμενος λοιπόν, τον άκουσ' ο Απόλλων, Ότ' επειδή πάρα πολύ αγαπημένος τ' ήταν· Κ' εις τους Αργείους έρριξε θανατηφόρον βέλος.

Καλά φερθήτε μου εσείς, και θα πληρώσω λύτρα. — Έχω πληγήν εις τα μυαλά. Χειρούργους φέρετέ μου. ΑΞΙΩΜ. Θα έχης ό,τι αγαπάς. ΛΗΡ Πού είν' οι άνθρωποί μου; Κατάμονον με άφησαν; Ω! είναι τούτο πράγμα να κάμη κάθε άνθρωπον να κλαίη και να κλαίη, ως που τα 'μάτια του τα δυο να γίνουν ποτιστήρια, την σκόνην του καλοκαιριού να την κατακαθίζουν! ΑΞΙΩΜ. Καλέ αυθέντα μου... ΛΗΡ Αλλά γενναία θ' αποθάνω!

Ο φόρος του Ναού. — Η απαίτησίς του από του Πέτρου. — Η απόκρισις του Αποστόλου. — Ο στατήρ εις το στόμα του ιχθύος. — Ιδιάζοντες χαρακτήρες του θαύματος. — Όπου ο Λυτρωτής πληρώνει λύτρα. Έν ακόμη συμβεβηκώς, μνημονευόμενον υπό μόνον του Ματθαίου, εχαρακτήρισε την βραχείαν διατριβήν Του εις Καπερναούμ.

Ο υιός του Διός και της Λητούς· αυτός τον βασιλέα Ωργίσθη· καιτο στράτευμα κακήν σήκωσ' αρρώστιαν. Και οι λαοί εχάνουνταν· γιατί ο βασιλέας Ατρείδης τού ατίμασε τον ιερέα Χρύσην. Ότ' ήρθ' αυτός εις τα γοργά των Αχαιών καράβια, Δια την θυγατέρα του να την ελευθερώση, Άπειρα λύτρα φέροντας, βαστώντας καιτα χέρια Το στέμμα του Απόλλωνος με το χρυσόν το σκήπτρον.

Σπανίως την είδα έκτοτε, και δεν ηξεύρω τι γίνεται τώρα, οπότε είναι απλή θυγάτηρ της Εύας, όπως όλαι. Αλλ' εγώ επλήρωσα τα λύτρα διά την ζωήν της. Η ταλαίπωρος μικρή μου κατσίκα, την οποίαν είχα λησμονήσει προς χάριν της, πράγματι «εσχοινιάσθη»· περιεπλάκη κακά εις το σχοινίον, με το οποίον την είχα δεμένην, και επνίγη! . . . Μετρίως ελυπήθην, και την έκαμα θυσίαν προς χάριν της.

Και φυσικόν μεν είναι εκείνο, το οποίον έχει εις όλα τα έθνη την ιδίαν δύναμιν, και δεν είναι συμφώνως με την δοξασίαν ή όχι, νομικόν δε είναι εκείνο, το οποίον εξ αρχής μεν δεν έχει διαφοράν, αν γίνη ούτως ή άλλως, όταν όμως θεσπισθή, έχει διαφοράν, λόγου χάριν το να πληρώνωμεν ως λύτρα μίαν μναν, ή να θυσιάζωμεν αίγα και όχι πρόβατα, έπειτα δε όσα νομοθετούν διά διαφόρους περιπτώσεις, λόγου χάριν να κάμνουν θυσίας εις τον Βρασίδαν, και όλα όσα γίνονται με ψηφίσματα.

Είναι δε αύτη η εξής: Ακούσης άρα της θυγατρός του ήλθεν ο Χρύσης εις το στρατόπεδον των Αχαιών, κομίζων λύτρα και ικετεύων τον λαόν και τους βασιλείς ν' απολύσωσιν αυτήν, ή τουναντίον έπραξε ταύτα παρακινηθείς υπ’ αυτής της Χρυσηίδος; Δύσκολον τω όντι φαίνεται ημίν να πιστεύσωμεν ότι, αν έστεργεν αύτη την τύχην της παρά τω Αγαμέμνονι, ήθελεν αποφασίση ο Χρύσης, ο κάλλιστα γνωρίζων τας μεταξύ τούτου και της θυγατρός του σχέσεις, και ταύτην να λυπήση και του βασιλέως να διεγείρη την οργήν τούτο δε ενώ άπασα ήδη η παραλία και αυτός ο ναός του Απόλλωνος ήτο υπό το κράτος των Αχαιών και του παντοδυνάμου εραστού της Χρυσηίδος, ης η επιρροή ηδύνατο τα μέγιστα να ωφελήση και τον Χρύσην και τον ναόν, ου ήτο ιερεύς, και ολόκληρον την δουλωθείσαν χώραν.

Επί τέλους επέστρεψεν ο Ζενάκης, δεν επέστρεψε δε μόνος. Τον ήκουσα ομιλούντα τουρκιστί εις την αυλήν. Τις τον συνοδεύει; Ο Αγάς μήπως ; Μη έφερε την Δέσποιναν ; . . . Εκρυπτόμην υπό τα δένδρα του κήπου, είχα δ' αντικρύ μου το παράθυρον του κοιτώνος, όπου ήσαν παρατεταγμένα τα λύτρα της κόρης. Ήκουα ομιλούντας εντός αυτού τον Ζενάκην και τον Τούρκον, αλλά δεν διέκρινα τι έλεγον.

Το αργύριον τούτο ήτο, οπωσδήποτε, εν τη πρώτη σημασία του, λύτρον της ψυχής εκάστου των εισφερόντων· και πώς ηδύνατο ο Λυτρωτής, όστις απελύτρωσεν όλας τας ψυχάς διά της θυσίας της ζωής Του, να πληρώσει λύτρα διά την άμωμον ψυχήν Του; Ήτο δε και φόρος διά τας υπηρεσίας του Ναού.

Και ίσως, περισπούδαστε φίλε μου, επάθαινες περισσότερα ακόμη, εάν σε ερωτούσε κανείς, αν υπάρχει επιστήμη οξύνους και επιστήμη αμβλύνους, και αν εκ του πλησίον υπάρχει επιστήμη, από μακράν όμως όχι, και αναλόγως επί ταχύτητος και αργοπορίας και χίλια δύο άλλα, ημπορούσε να σε ερωτήση, όταν σε εύρη εις το καρτέρι ένας καλός στρατιώτης πληρωμένος, την ώραν που έλεγες ότι είναι το ίδιον πράγμα η επιστήμη και η αίσθησις, και αφού κάμη έφοδον εις την ακοήν και την όσφρησιν και τας άλλας αισθήσεις, αρχίση να σε εξελέγχη ορμών εναντίον σου και μη παραιτούμενος, πριν θαυμάσης την πολύκροτον σοφίαν του και συλληφθείς από αυτόν, ο όποιος, αφού σε υποτάξη και σε δέση χειροπόδαρα, τότε πλέον θα εζητούσε όσα λύτρα ήτο δυνατόν να δεχθής διά να σε ελευθερώση.