United States or Iraq ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μίαν ελπίδα είχεν ακόμη· να πείση την Πηγήν να φύγουν, να την κλέψη. Αλλά πώς να της ομιλήση; Την έβλεπε πολύ σπανίως καθ' οδόν και τότε μόλις κατώρθωναν ν' ανταλλάξουν ολίγας λέξεις.

Σήμερον είχον το πρωτότυπον της εικόνος εκείνης ενώπιόν μου. Αλλά το πρωτότυπον τούτο κατέστη εν τω μεταξύ τόσον διάφορον του εξ ου είχον εγώ την εικόνα μου, όσον σπανίως διαφέρει ανεπτυγμένον πρόσωπον από της εν παιδική ηλικία φωτογραφίας του.

Επειδή δε τούτο, σήμερον ιδίως, σπανίως του συμβαίνει, αναζητεί την ευθυμίαν εντός του πλήρους οίνου ποτηρίου, και όταν την εύρηπράγμα όχι δύσκολοντην διαλαλεί μεγαλοφώνως και μουσικώς, είτε δι' ενός αμανέ είτε διά μιας καντάδας, αναλόγως πλέον της καταγωγής αυτού, της μουσικής του ανατροφής, της καλαισθησίας του ή της ειδικωτέρας ψυχικής του καταστάσεως.

Είμεθα ολίγοι δυστυχώς και γνωριζόμεθα. Γνωριζόμεθα δε ου μόνον προσωπικώς, αλλά και βαθύτερον έτι και λεπτομερέστερον, σπανίως αγνοούντες τις έκαστος και πόθεν, τι πράττει, καιτο σπουδαιότεροντι έχει. Ας παρατηρήση ο αναγνώστης ημών ο περίεργος.

Περιωρίζετο συνήθως εις ακροστιχίδας, προέβαινεν ενίοτε εις εξύμνησιν της αργυράς σελήνης και της εσπερινής αθώας αύρας, ή και απεθρασύνετο μέχρι περιπαθούς θρηνωδίας προς φανταστικήν ερωμένην, σπανίως δε σπανιώτατα ανεκλαδούτο εις επικολυρικόν τι μυθολόγημα, κατά κρατούντα τότε βυρώνειον συρμόν.

Όταν όμως το καθέν από τα δύο αυτά γίνεται ορμητικόν, το ονομάζομεν έρωτα. Πολύ ορθά. Λοιπόν η μεν φιλία των αντιθέτων είναι φοβερά και αγρία και σπανίως είναι αμοιβαία, η δε των ομοίων είναι ήμερος και αμοιβαία εις όλην την ζωήν.

Ως τα κακά, ούτω και τα ευτυχήματα σπανίως έρχονται μόνα. Ολίγας ημέρας μετά την απαλλαγήν μου από τον εφιάλτην των χορών, παραβάλλων προς την Ε φ η μ ε ρ ί δ α τ ω ν Κ λ η ρ ώ σ ε ω ν τας πέντε λαχειοφόρους του Αμβούργου, τας οποίας είχα κληρονομήση από τον μακαρίτην θειόν μου, εθαμβώθην υπό του αριθμού 14,517.

Άλλοτε μεν ουδ' απάντησις εδίδετο αυτοίς, άλλοτε δε προέκυπταν εκ μικράς θυρίδας σαξονική τις κεφαλή ερυθρά υπό του ψύχους ή κάτωχρος υπό του τρόμου, παρακινούσα τους ικέτας εις εξακολούθησιν του δρόμου των· σπανίως δε χειρ τις ευσπλαγχνικωτέρα της κεφαλής έρριπτεν αυτοίς ως εφόδιον τεμάχιον μέλανος άρτου ή ξηρού ιχθύος.

Ήτο παραγυιός γεωργοκτηματίου τινός κατοικούντος εις την πόλιν, κ' έβοσκε τα βώδια του κυρίου του κάτω εις την Αγίαν Ελένην, όπου ούτος είχεν εκτεταμένους αγρούς με μικράν έπαυλιν, κ' επέστρεφεν αργά εις την έπαυλιν, όπως όχι σπανίως του συνέβαινε. — Παγώνα! ε! Παγώνα! — Τι θέλεις, θεια-Συνοδιά; απήντησεν ο νεαρός αγρότης γνωρίζων την φωνήν της. — Έρχεσαι τα-ίσα απ' το χωριό, ή όχι;

Το μέσον τούτο επέτρεπε να επιφέρωμεν και μερικάς οικονομίας εις το προσωπικόν των φυλάκων μας. — Και δεν μεταχειρίζεσθε κανέν είδος τιμωρίας; — Όχι. — Και δεν απεμονώνατε τους ασθενείς σας; — Σπανίως. Από καιρού εις καιρόν ασθενής τις ετύχαινε να προσβληθή από παροξυσμόν τρέλλας.