United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επειδή και το καράβι κατήντησεν εις ένα ρεύμα τόσον ορμητικόν, που ήτον αδύνατον να γυρίση οπίσω· το οποίον ρεύμα το έφερε με μεγάλην ορμήν, τόσον που εις ολίγον διάστημα καιρού το καράβι κτυπώντας εις τους βράχους ενός βουνού εσυντρίβη.

Προσέχετε λοιπόν, ως να επρόκειτο να περάσωμεν ημείς οι τρεις ένα ορμητικόν ρεύμα ποταμού, και εγώ, επειδή είμαι ο νεώτερος από όλους και έμπειρος πολλών ρευμάτων, σας έλεγα ότι πρέπει να δοκιμάσω μόνος μου, αφού σας αφήσω εις μέρος ασφαλές, και να ιδώ αν ημπορήτε να τον περάσετε και σεις, που είσθε γεροντότεροι, ή ποία είναι η κατάστασίς του, και αν μεν τον θεωρήσω διαβατόν να σας προσκαλέσω και να σας συντροφεύσω εις το πέρασμα με την εμπειρίαν μου, εάν δε είναι αδιάβατος, σχετικώς με την ηλικίαν σας, εις εμέ να περιορισθή ο κίνδυνος, τότε άραγε δεν θα ωμιλούσα ορθώς; Το ίδιον λοιπόν και τόρα ο προκείμενος λόγος είναι κάπως ορμητικός και ίσως σχεδόν αδιάβατος σχετικώς με την δύναμίν σας.

Όταν όμως το καθέν από τα δύο αυτά γίνεται ορμητικόν, το ονομάζομεν έρωτα. Πολύ ορθά. Λοιπόν η μεν φιλία των αντιθέτων είναι φοβερά και αγρία και σπανίως είναι αμοιβαία, η δε των ομοίων είναι ήμερος και αμοιβαία εις όλην την ζωήν.

Αλλά δεν ήθελεν, ο καρδιογνώστης, να μεταχειρισθή ούτω τον ασθενή και ορμητικόν Απόστολον, του οποίου η αγάπη ήτο ειλικρινεστάτη, καίτοι δεν αντείχεν ακόμη εις το ύψος της δοκιμασίας.

Δηλαδή την ταχύτητα εις πολλάς πράξεις και συχνά κάθε τόσον, και την σφοδρότητα και την ορμήν και της διανοήσεως και του σώματος, ακόμη δε και της φωνής, όταν την αποθαυμάζωμεν, την χαρακτηρίζομεν επαινετικώς και μεταχειριζόμεθα δι' αυτήν το κοινόν όνομα της ανδρείας. Νέος Σωκράτης. Πώς; Ξένος. Λέγομεν βεβαίως ορμητικόν και ανδρείον, και ταχύν και ανδρείον, και σφοδρόν επίσης.

Είπε και δίστομ' έσυρε χαλκόβαπτο μαχαίρι και με κραυγήν τρομακτικήν επάνω του επετάχθη· 80 και, 'ς την στιγμή 'που χύθ' αυτός, ο θείος Οδυσσέαςτο στήθος βέλος του 'ριξεν εις το βυζί πλησίον, και μες το σκότι πέρασε τ' ορμητικόν ακόντι. την μάχαιρα απόλυσε κ' έπεσε κυρτωμένος τρικλίζονταςτην τράπεζα, και τα φαγιά κ' η κούπα 85 χάμαι σκορπίσαν· εις την γη το μέτωπό του εκτύπα, οδύνην είχετην ψυχή κ' έσπρωχνε το θρονί του με τα δυο πόδια, και άπλωσετα μάτια του μαυρίλα.

Συγκεχυμέναι ιδέαι συνέρρευσαν εις το πνεύμα του, βαρύς νυγμός διεπέρασε την καρδίαν του και ησθάνθη αίφνης εαυτόν παρασυρόμενον εις το ορμητικόν ρεύμα της θελήσεως των πολλών. — Μπρε!. . . εφώνησεν. Αλλ' η εντύπωσις αυτή ήτο στιγμιαία.

Πλαγιάζει η μυθική νησίς κατέναντι της Τρώας ως να την παρέσυρε προς τα εκεί το ισχυρόν του Ελλησπόντου ρεύμα το οποίον ορμητικόν εκχύνεται απλούμενον επί του Αιγαίου. Ο περίφημος κρυψώνας των Αχαιών σήμερον ευφημισμένος μόνον διά το λαμπρόν μαύρο κρασί του, το Τενέδιο κρασί, ακουστόν εις την Πόλιν και περιζήτητον εις τα ξενοδοχεία του Γαλατά. Επιάσαμεν εις την Τρωάδα.

Οι πόδες των ακίνητοι εφαίνοντο ριζώσαντες εις την γην και μόνον οι σφικτοαγκαλιασμένοι κορμοί των, συμπαγείς εις μίαν και μόνην μάζαν ανεκινούντο μικρόν, ως δύο μεγάλοι κυπάρισσοι, σφικτοδεμένοι των οποίων μόλις κατορθόνει να κινήση τα φύλλα το ορμητικόν φύσημα. Ούτω επάλαισαν επί πολύ ακόμη.

Κατά τον αυτόν τρόπον το τρυφερόν αίμα εξακοντιζόμενον διά των μελών του σώματος, οσάκις μεν οπισθοδρομικώς ορμά προς το βάθος, αμέσως κατέρχεται ρεύμα αέρος με ορμητικόν φύσημα, οσάκις δε εκείνο αναπηδά επάνω, πάλιν ο αήρ εξ ίσου οπίσω εξέρχεται». Ταύτα λοιπόν λέγει ο Εμπεδοκλής περί της αναπνοής.