United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο μικρός εκείνος ανήφορος, ο ολισθηρός κρημνός ήτον δι' εμέ άθυρμα, όσον ένα σκαλοπάτι μαρμαρίνης σκάλας, το οποίον φιλοτιμούνται να πηδήσουν εκ των κάτω προς τα άνω αμιλλώμενα τα παιδιά της γειτονιάς. Την στιγμήν εκείνην, ενώ έκαμα το πρώτον βήμα, ακούω σφοδρόν πλατάγισμα εις την θάλασσαν, ως σώματος πίπτοντος εις το κύμα.

Είχα φθάσει εγκαίρως, δόξα τω Θεώ! . . . Εν τούτοις δεν παρείχε σημεία ζωής ολοφάνερα . . . Την ετίναξα με σφοδρόν κίνημα αυθορμήτως, διά να δυνηθή ν' αναπνεύση, την έκαμα να στηριχθή επί της πλάτης μου, και έπλευσα, με την χείρα την δεξιάν και με τους δύο πόδας, έπλευσα ισχυρώς προς την ξηράν. Αι δυνάμεις μου επολλαπλασιάζοντο θαυμασίως.

Διότι, ενόσω ακόμη η πηγή της φρονήσεώς του δεν είναι κατηρτισμένη, γίνεται επικίνδυνον και σφοδρόν και αγερωχότερον από όλα τα ζώα.

Ότε ο φιλόσοφος είχεν εξέλθει μετά την μακράν εκείνην προσευχήν ην απηύθυνε εις τους θεούς, είχε καθίσει έξω εγγύς της θύρας, και έπλεεν εις πέλαγος διανοημάτων και δισταγμών. Δεν παρήλθε πολύς χρόνος, και η Αϊμά είχεν εξεγερθή. Τότε ο φιλόσοφος ήκουσε τον σφοδρόν εκείνον διάλογον μεταξύ της κόρης και του πρώτου των Γύφτων.

Εις τους περισσοτέρους δε επήρχετο λυγξ χωρίς έμετον, σφοδρόν προξενούσα σπασμόν, ο οποίος εις άλλους μεν έπαυε μετ' ολίγον, εις άλλους δε όμως έπαυε πολύ βραδέως.

Δύνασαι όταν τα μύχια της ψυχής των ταλαιπωρούνται από σφοδρόν πάθος, διαταράσσωνται από λύπην, να τους δώσης μίαν έστω σταγόνα παραμυθίας; Και όταν τότε η τελευταία δεινοτάτη ασθένεια ενσκήψη εις το πλάσμα, το οποίον συ εις ανθηράς ημέρας υπέσκαψες, και τώρα κείται εκεί ελεεινή και εξηντλημένη, ο οφθαλμός αναίσθητος βλέπει προς τον ουρανόν και θανάτου ιδρώς καλύπτη το ωχρόν της μέτωπον, συ ωσάν κατάδικος στέκεσαι προ της κλίνης, ενδομύχως και εκ βάθους αισθανόμενος ότι ουδέν δύνασαι με όλην σου την δύναμιν, και η αδημονία μέσα σου σε σπαράττει, ώστε θα επόθεις το παν να θυσιάσης, όπως δυνηθής να ενστάξης εις το φθίνον πλάσμα σταγόνα ισχύος, σπινθήρα θάρρους.

Η φρίκη μου υπήρξε τόση, ώστε τα νεύρα μου ήρχισαν να χορεύουν, και ανεχώρησα ευθύς με σφοδρόν πονοκέφαλον. Αναντιρρήτως αι σφοδραί συγκινήσεις δεν με στέργουν. Ήμην πάντοτε κράσεως ασθενούς, και δι' αυτό κάμνω ακόμη ψυχρολουσίαν.

Ο Μάχτος ησθάνθη τας δυνάμεις του εντεινομένας εις έσχατον και απεγνωσμένον αγώνα. Ύψωσε την χείρα και κατήνεγκε σφοδρόν και αιφνίδιον κτύπημα κατά του πρώτου εφορμήσαντος. Ούτος έσυρε τότε το ξίφος και ηθέλησε να διαπεράση τον Μάχτον. Αλλ' ο Πρωτόγυφτος ιδών τον κίνδυνον ώρμησε ταχύς και προέλαβε το κτύπημα. — Είνε γυιός μου, είπεν.

Την τελευταίαν στιγμήν καθ' ην ο Σκούντας κατέφερε τον σφοδρόν εκείνον κτύπον κατά του γέροντος πυλωρού, η Αϊμά εκ του κινήματός του υπώπτευσε πάλιν ότι δεν ήτο ο Μάχτος. Αλλ' όμως δεν επεθύμει πλέον να επανέλθη εις την ειρκτήν της, και απεφάσισε νακολουθήση καρτερικώς την τύχην της, όπου έμελλε να την οδηγήση αύτη. Υπέρ βωμών και εστιών.

Όπου και αν επήγαινεν η Μαργή, κατά τας εορτάς ιδίως, τον συνήντα ενώπιόν της, όπου και αν εστρέφειο αντίκρυζε τους οφθαλμούς του, σπινθηροβολούντας, αλλά και ικετευτικούς. Ο Μανώλης την ηγάπα όσον εμίσει τον Στρατήν, τον Θωμάν και την Πηγήν. Το προς εκείνους σφοδρόν μίσος του μετετράπη εις σφοδρόν έρωτα προς την κόρην της χήρας. Την ηγάπα, διότι εμίσει την Πηγήν.