United States or Namibia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δύνασαι όταν τα μύχια της ψυχής των ταλαιπωρούνται από σφοδρόν πάθος, διαταράσσωνται από λύπην, να τους δώσης μίαν έστω σταγόνα παραμυθίας; Και όταν τότε η τελευταία δεινοτάτη ασθένεια ενσκήψη εις το πλάσμα, το οποίον συ εις ανθηράς ημέρας υπέσκαψες, και τώρα κείται εκεί ελεεινή και εξηντλημένη, ο οφθαλμός αναίσθητος βλέπει προς τον ουρανόν και θανάτου ιδρώς καλύπτη το ωχρόν της μέτωπον, συ ωσάν κατάδικος στέκεσαι προ της κλίνης, ενδομύχως και εκ βάθους αισθανόμενος ότι ουδέν δύνασαι με όλην σου την δύναμιν, και η αδημονία μέσα σου σε σπαράττει, ώστε θα επόθεις το παν να θυσιάσης, όπως δυνηθής να ενστάξης εις το φθίνον πλάσμα σταγόνα ισχύος, σπινθήρα θάρρους.

Ωμίλει με τόσην σφοδρότητα, ώστε ο ιδρώς του έτρεχε κρουνηδόν• έπειτα ήρχισε να δακρύη γελοιωδέστατα και έσυρε τας τρίχας της κεφαλής του, προσέχων όμως να μη τας έλκη πολύ δυνατά, και επί τέλους τον απεμάκρυναν κλαίοντα τινές εκ των Κυνικών διά να τον παρηγορήσουν. Ευθύς μετ' αυτόν κατέλαβεν άλλος το βήμα πριν ή διαλυθή το πλήθος και ψυχρανθή η εντύπωσις εκ των λόγων του Θεαγένους.

Προς το εσπέρας τους ηκούσαμεν εις την αυλήν, ετοιμαζομένους προς αναχώρησιν, και εκρατούμεν την αναπνοήν μας, περιμένοντες την ελπιζομένην απομάκρυνσίν των. Εκεί, ακούομεν αίφνης, πλησίον της θύρας, βροντώδη Τούρκου φωνήν. ― Ας ίδωμεν πριν φύγωμεν, τι έχει εις αυτήν την αποθήκην. Έκαμα τον σταυρόν μου. Κρύος ιδρώς με περιέχυσεν.

Τότε διέκρινα μετά φρίκης, ότι αι χείρες του ήσαν καθημαγμέναι και κηλιδωμένον το ένδυμά του. Κρύος ιδρώς με περιέλουσεν! — Ω! Κιαμήλ έχυσες αίμα! — Όχι! είναι μόνον το αίμα του βρυκόλακα, του σκοτωμένου. — Και τίνος σκοτωμένου ήτον ο βρυκόλακας; ηρώτησα εγώ τρέμων καθ' όλα μου τα μέλη. — Αυτού που σκότωσε τον αδελφοποιτόν μου, απεκρίθη εκείνος.

Τώρα καιρός δεν είναι· Μας περιχύνει ο ιδρώς ακόμη και το αίμα· φίλος τον φίλον έχασε· και εις την έξαψίν του κανείς τον ιερώτερον αγώνα καταράται, ενόσω είναι ζωντανή ακόμη η πληγή του. Της Κορδηλίας και του Ληρ πρέπει να γίνη η κρίσις εις τον αρμόδιον καιρόν. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Αν είναι μ' άδειάν σου. σε θεωρώ υποτελή και όχι αδελφόν μου. ΡΕΓ. Τι είν' αυτός, από εμέ και μόνην εξαρτάται!

Τα διάφορα δε είδη της χολής, οσαδήποτε αναφέρονται, από το χρώμα έλαβεν έκαστον αυτών ίδιον όνομα. Ορός& δε Ε. | του φλέγματος το οποίον νεωστί εσχηματίσθη είναι ο &ιδρώς& και το &δάκρυον& και όσα άλλα τοιαύτα χύνει το σώμα έξω καθ' ημέραν καθαριζόμενον.

Σκηνή αγωνίας. — Ιδρώς ως αίματος θρόμβοι. — Όχι ο φόβος του θανάτου. — «Σίμων, καθεύδεις;» — Η δευτέρα αγωνία. — Οι μαθηταί κοιμώμενοι. — Η τρίτη αγωνία και η νίκη. — «Καθεύδετε το λοιπόν και αναπαύεσθε». — Το φίλημα του Προδότου. — «Τίνα ζητείτε;» — «Εγώ ειμι». — Τρόμος της σπείρας. — Ιστορικοί παραλληλισμοί. — Σύλληψις του Ιησού. — Το κτύπημα του Πέτρου. — Δέσμευσις και απαγωγή.

Εγώ τελειωτικό λόγο δεν ήδωκα με το Θωμά· και σα δε θες την κοπελιά, να του πω να τη δώση του Τερερέ απού τήνε θέλει και την εζήτηξε κιόλας. Ο Μανώλης εταράχθη, αλλ' εξηκολούθησε να σιωπά. — Να του 'πω του Θωμά πως δεν τη θες την Πηγή και να τήνε δώση του Τερερέ; ηρώτησε και πάλιν ο Σαϊτονικολής εντονώτερα. Ιδρώς αγωνίας εφάνη εις του Μανώλη το μέτωπον, μέχρι του οποίου είχε φθάσει το ερύθημα.

Εσήκωσε το προσκέφαλόν και βλέπει ότι η θέσις ήτο κενή. Το πορτοφόλιον έλειπεν. Ανεσήκωσε την προσκεφαλάδαν ή μαξιλάραν, την υποκάτωθεν. Έψαξε τα σινδόνια. Τίποτε. Το χρηματοφυλάκιον είχε γείνει άφαντον. Κρύος ιδρώς τον περιέχυσε, και βηξ αγωνίας τον έπνιξε. — Μάννα μου! μάννα!

Εν τούτοις εφοβούμην να προχωρήσω κατά έν βήμα, εκ φόβου μήπως προσκρούσω εις τους τοίχους ενός τάφου. Ο ιδρώς ανέβλυζε σαν μαργαριτάρι από όλους μου τους πόρους και εσωριάζετο εις το μέτωπόν μου κατά μεγάλας παγωμένος σταγόνας.