United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επειδή, άμα προσέβαλλον αλλήλους, δεν απεχωρίζοντο ευκόλως ου μόνον ένεκα του μεγάλου πλήθους και της συγχύσεως των πλοίων, αλλά και διότι περισσοτέρας ελπίδας είχον να νικήσουν διά των επί του καταστρώματος οπλιτών, οίτινες σταθερώς εμάχοντο ακινητούντων των πλοίων. Ναυτικοί χειρισμοί πλοίων δεν ήτο δυνατόν να γίνουν, ώστε εμάχοντο μετά πλειοτέρου θάρρους και δυνάμεως ή επιστήμης.

Μου φαίνεται ότι ακούω τον Αντώνιον να με φωνάζη· τον βλέπω εγειρόμενον διά να επαινέση την ευγενή μου πράξιν· τον ακούω σκώπτοντα την ευτυχίαν του Καίσαρος, ευτυχίαν ην οι θεοί παρέχουσιν εις τους ανθρώπους προς αποζημίωσιν των κακών όσα η οργή αυτών τοις προξενεί βραδύτερον. Έρχομαι, σύζυγε. Ας αποδείξω τώρα διά του θάρρους μου τα επί του τίτλου τούτου δικαιώματά μου!

Ήδη απεφάσισε τέλος ο Μάχτος να ομιλήση. Αλλά την στιγμήν καθ' ην είχε καταστρώσει τα σχέδια και ήτο πλήρης θάρρους, δεν ευρέθη κατά τύχην η Αϊμά παρούσα. Ο Μάχτος δεν την εύρεν ούτε εις τον κήπον ούτε εις την καλύβην και την εζήτει εις μάτην. Εσκέφθη ότι η Αϊμά θα ήτο πιθανώς εις το φρέαρ, και μετέβη εκείσε. Αλλά δεν εύρε την Αϊμάν. Περιήλθε τα μέρη εις όσα συνήθως μετέβαινεν αύτη προς εργασίαν.

Γενομένης τρικυμίας και θορυβηθέντος του στρατού και αυτού του πληρώματος, ο Ηράκλειος έλαβε την κυβέρνησιν της βασιλικής ναυαρχίδος και όλου του στόλου, και διά του θάρρους και της αφοβίας του, και διά της επιτηδειότητός του ως ναυτικός άριστος, εδέσμευσεν εκ των προτέρων την προς αυτόν πεποίθησιν του στρατού.

Αλλά τέλος πάντων εις τι συνίστανται κυρίως αι γνώσεις σου και ποίαν τέχνην μετέρχεσαι; ΔΙΟΓ. Είμαι ελευθερωτής των ανθρώπων και ιατρός των παθών• εν γένει δε θέλω να είμαι της αληθείας και του θάρρους ο κήρυξ. ΑΓΟΡ. Και αν σ' ερωτήσω, στόμα της αληθείας, κατά ποίον τρόπον θα με εξασκήσης;

Μόνον αυτό, είπεν η Αϊμά. — Και τούτο υπόσχομαι να σοι το είπω, ω κόρη. — Ειπέ μοι λοιπόν, είπεν υψώσασα το βλέμμα η Αϊμά. — Όχι τώρα, είπεν ο φιλόσοφος. — Διατί όχι τώρα; ηρώτησε μετά θάρρους η νέα. — Εν καιρώ θα μάθης τούτο. Η Αϊμά εφάνη λυπηθείσα. — Διατί ανυπομονείς; είπεν ο Πλήθων. Όταν σοι λέγω ότι είμαι φίλος, διστάζεις; — Φίλος; επανέλαβε μετά πικρίας η Αϊμά. Και με καταδιώκεις!...

Σιωπώσα και μετά θάρρους θα προσφέρω τον λαιμόν μου εις την μάχαιραν». Ταύτα είπεν, όλους δε κατέλαβε θάμβος, ότε ήκουσαν τους λόγους της παρθένου και είδον την γενναιότητα αυτής και την αρετήν.

Ο Θανάσης, ο φθισικός νέος, όστις ήτον πλήρης ελπίδων και θάρρους ότι θ' ανέκτα την υγείαν του, τώρα που ήλθεν εις την πατρίδα, είχεν ειπεί εις την μητέρα του μετά τους αρραβώνας της αδελφής·Να γείνω κ' εγώ καλά μητέρα, και να γείνη ο γάμος.

Ήτον έμπορος Συριανός, παρεπιδημών δι' υποθέσεις εις την μικράν νήσον. Άμα εισελθών διηυθύνθη μετά μεγίστης ελευθερίας και θάρρους εις το λογιστήριόν, όπου ίστατο ο κυρ-Μαργαρίτης. — Τι έχουμε, κυρ-Μαργαρίτη; . . . Τ' είν' αυτό; είπεν, ιδών πρόχειρον επί του λογιστηρίου το γραμμάτιον της πτωχής γραίας. Και λαβών τούτο εις χείρας·

Υγρασία παγερά κατέβαινεν από τους βρεγμένους τοίχους των υψηλών οικιών, ενώ άλλη παγερωτέρα ανέβαινεν από του μουσκευμένου εδάφους της στενοχωρημένης αυτής μεγάλης οδού. Η Αρφανούλα, κάμψασα την αριστεράν γωνίαν του ναού, άμα αξελθούσα επροχώρησε προς τας κοσμουμένας τραπέζας των παιγνιοπωλών και προσεγγίσασα μετά θάρρους προς μίαν αυτών είπε: — Καλημέρα Σπύρο!