United States or Ethiopia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Από των χειρών του Πέτρου η οδοιπορική ράβδος είχε πέσει εις την γην, οι οφθαλμοί του έμειναν ατενείς προ αυτού, το στόμα του ήτο ημιανοικτόν και το πρόσωπόν του αντικατώπτριζε το θάμβος, την χαράν, την γοητείαν. Έπεσε γονυκλινής με τας χείρας ανατεταμένας. Και εκ του στόματός του εξήλθεν η φωνή: — Χριστέ! Χριστέ! Και έπεσε πρηνής εις την γην, ως να εφίλει αοράτους πόδας.

Βλέπομεν εκ τούτων πως οι μυθολόγοι του χριστιανισμού, αιρετικοί εκ συστήματος, ακολουθούντες τας φυσικάς ροπάς των, τας ήκιστα πνευματικάς περιβάλλουν την παιδικήν ηλικίαν του Χριστού με θάμβος θαυμάτων και μας την παριστάνουν ως παντοδύναμον, τρομακτικήν, υπερφυσικήν.

Αλήθεια ήσαν όλ' αυτά; Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Αλήθεια είναι όλα. Όμως διατί τον Μάκβεθ τόσον θάμβος εκυρίευσε; Ας δώσωμεντον νουν του διασκέδασιν και όλα τα καλά μας ας του δείξωμεν. Μαγεύω τον αέρα και λαλεί εγώ, ενώ χεροπιασμέναις σεις χορεύετε, να μας ιδή ο μέγας βασιλεύς αυτός με τι χαράν και σέβας τον δεχόμεθα!

Στήλαι πυρός, νέφη καπνού, ήχος κωδώνων και ασμάτων, αναθυμιάσεις λιβάνου και μαγειρείου προσέβαλον μετ' ου πολύ τους οφθαλμούς, τα ώτα και την ρίνα της ημετέρας ηρωίδος, ης το θάμβος και ο τρόμος ηύξανον ανά παν βήμα, ουδ' ίσχυε να καθησυχάση αυτήν η ευθυμία του Φρουμεντίου, όστις εις τας συχνάς αυτής ερωτήσεις απεκρίνετο διά καγχασμών και φιλημάτων.

Είδε την σκιάν και το ιερόν θάμβος των εικόνων και των θυρίδων και των γωνιών, τας αμαυράς μορφάς των Αγίων, ωσφράνθη το μικτόν άρωμα του κηρίου, του ελαίου και του θυμιάματος, κ' εκύτταξεν επί μακρόν, εις το φρίσσον φως των πυρσών της κανδήλας, τα μεγάλα όμματα της Παναγίας, τα οποία εφαίνοντο να τον προσβλέπουν μετ' αΰλου θωπείας και επιεικείας βασιλοπρεπώς, μέσον των υάλων του παραθύρου.

Σε αφίνω να στοχασθής τι λογής εστάθη η έκστασίς μου, και ποίαν αντράλωσιν, ποίον θάμβος, ποίαν χαράν μου επροξένησεν η παρουσία της, παρομοίως από εκείνο που εκατάλαβα να επροξενήθη και εις αυτήν από την χαράν της. Εγώ έπεσα εις τους πόδας της, χωρίς να ημπορέσω να ειπώ λόγον.

Όσον και αν ήσαν προκατειλημμενοι εκ της φήμης του Παπαθεοδωρακοπούλου, όσον και αν επέρριπτεν επ' αυτών θάμβος το όπλον, μικρόν κατά μικρόν ήρχισαν να εννοούν και αυτοί την μηδαμινότητά του.

Πολλοί ολίγοι το ξεύρουν αυτά το μυστήριον. Θα ανοίξη σήμερα να έβγη το μπακαλόπουλο που μένει κλεισμένο κάτω, να ψωνίση λάδι για τα καντήλια της Εκκλησίας που είνε κάτω εις τα υπόγεια με ατελείωτον την λειτουργίαν της, ένα φρικαστικόν πράγμα, καπετάνιο μου, οπού φαίνεται σαν μαρμαρωμένη ζωγραφιά, ακίνητος, ανάγλυπτος. Εγώ απόμεινα χάσκων από το θάμβος.

Και δεν εφοβήθη, δεν υπέστη το ζοφερόν εκείνο αίσθημα της δεισιδαιμονίας, το ιδιάζον εις τας τοιαύτας παραλόγους πίστεις. Ησθάνθη μόνον θάμβος και κατάνυξιν. Ηθέλησε να τη αποτείνη τον λόγον, να απαγγείλη προσευχήν προ της εμφανίσεως ταύτης. Αλλ' η γλώσσα του έμεινεν ακίνητος.

Πλησίασε, μου λέγει εκείνη που με ωδηγούσεν, είσαι ακίνητος ωσάν ένα ξόανον· σύρε να προσφέρης τα λουλούδια της βασιλοπούλας. Εξύπνησα τότε από το θάμβος μου, και ερχόμενος εις τον εαυτόν μου, επλησίασα εις τον θρόνον, και αφού έβαλα το κανίστρι μου επάνω εις ένα σκαλίδι του θρόνου, έπεσα με το κεφάλι κατά γης, έως που η Ρετζία μου είπε· σηκώσου επάνω, διατί έχομεν επιθυμίαν να σε ιδούμεν.