United States or Zimbabwe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτός την εδεξιώθη με πολλήν τιμήν με το να την είδε τόσην ευγενικήν, συνέλαβε δι' αυτήν μίαν πατρικήν αγάπην, οπόταν του εδιηγήθηκα ομοίως και τα ταξείδιά μου, και τα συμβεβηκότα μου, και έμεινεν εκστατικός. Έπειτα μου είπε πως έλαβε τα όσα μαργαριτάρια με τον καπετάνιον του είχα στείλει.

Η κυρία Σοφία ηγέρθη, επροσπάθησεν εις μάτην να προφέρη καταληπτάς τινας λέξεις απολογουμένη, μας εκαληνύκτισε, χωρίς όμως να μας δώση την χείρα, και εξήλθε του δωματίου. Ο Κ. Μελέτης έμεινεν ολίγα εισέτι λεπτά μεθ' ημών, προσπαθών να διασκεδάση την δυσάρεστον εντύπωσιν, την οποίαν επροξένησεν εις τον Νίκον η έκστασις της αδελφής του.

Έκλινε μετά χαράς εις ότι του επρόβαλα και έμεινεν εις το σπήτι μου, και ευρίσκοντας από ολίγον κατ' ολίγον ηδονήν εις την οκνηρίαν, απερνούσε χαροποιώς τας ημέρας του περιδιαβάζοντάς με τους φίλους του.

Ενόμιζε κανείς ότι όλος ο κόσμος την στιγμήν εκείνην θα χαλούσε. Ύστερα δε από λίγο μία θαυμαστή καλοκαιρία απλώθηκε, που έμεινεν ως τώρα.

Ο Ορμώζ έμεινεν εκστατικός εις μίαν τοιούτης λογής θάρρεψιν, και εθαύμασε πολλά περισσότερον οπόταν ο Βεδρεδίν του εδιηγήθη την αιτίαν διά την οποίαν εμίσευσαν από την Δαμασκόν. Ο Ορμώζ εκαμώθη πως εγέλασεν εις αυτήν την διήγησιν· έπειτα αποκρίνεται και λέγει.

Και δι' αυτά επίσης, ω Σώκρατες, δεν θα ειπής ότι ψεύδομαι. Μ' όλ' αυτά εν τούτοις που έκαμα εγώ, αυτός έμεινεν εντελώς απαθής και κατεφρόνησε την ωραιότητά μου και κατεγέλασε και ύβρισεν· εκείνο δηλαδή που εγώ εν τούτοις ενόμιζα πώς κάτι είνε, ω άνδρες δικασταί· διότι δικαστάς σας θέλω της υπερηφανείας του Σωκράτους.

Έμεινεν εις το να με ιδή· μα αντίς να με κτυπήση με εκείνο το σίδερον εις το κεφάλι, ή να μου μιλήση με θυμώδη φωνήν, επλησίασεν εις εμέ τρέμοντας, και έπεσεν εις τους πόδας μου, και μου ωμίλησε με τούτον τον τρόπον· ω υιέ του βασιλέως, εις εσένα στέκει να με προστάξης εις εκείνο που περισσότερον σου αρέσει και θέλω είμαι έτοιμος διά να σε υπακούσω.

Ο καιρός ήτο ωραίος και κόσμος πολύς συνέρρεεν εις την Εκκλησίαν. Αλλ' η κόρη της θειας Μυγδαλίτσας, η ωραία Μαργαρώούτως ωνομάζετοησθάνθη τότε βαρύ παράπονον εις την καρδίαν, όπερ της έφερε και δάκρυα. Από το βράδυ που ανεχώρησεν η μητέρα της, έμεινεν ως ήτο εκεί εις την γωνίαν, νηστική και κλαίουσα. Εσυλλογίζετο την μεγάλην ημέραν, τα ωραία Χριστούγεννα.

Η όψις του τιμίου Προδρόμου, με ένα βόστρυχον της κόμης φρίττοντα προς τα άνω, ως να έμεινεν ανωρθωμένος από την πρόσψαυσιν του θηριώδους δημίου του αποκόψαντος την σεβάσμιον κάραν του μείζονος εξ όσων εγέννησαν κατά φύσιν αι γυναίκες ανδρών, εσελαγίζετο εκ μυστικής ευφροσύνης παραπλεύρως εκείνου ου την φρικτήν κορυφήν ηξιώθη να χειροθετήση.

Ο Ρούντυ εχάιδευσε τον σκύλον, αλλά αυτός δεν έκαμε πλέον σχέσεις με τους ξένους και ξένος ήτο ο Ρούντυ ακόμη· δεν έμεινεν όμως μακρόν χρόνον ξένος· έπιασε γρήγορα ρίζες και 'στο σπίτι και 'στην καρδιά,