United States or Turkmenistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ποιος ξέρει τι ώρα θα γυρίσουμε, είπεν η πτωχή νοικοκυροπούλα κόρη. Πλην η Δεαποινιώ βλέπουσα την μελαγχολίαν της μητρός της κατελήφθη και αυτή υπό τίνος μυστικής ανίας και δεν ήθελε ν' ακολουθήση και μόλις και μετά βίας την παρέπεισεν η γελαστικωτέρα Σοφούλα.

Κ' ενώ πηγαίναμε κ' οι τρεις μαζί, έκανε της μαμάς κρυφά νέματα, που δεν έπρεπε να τα δη ο μπαμπάς, σα να ήθελε να μένη ευτυχισμένος με το πώς, δεν άφινε να σπάση ο κύκλος της μυστικής συνεννόησης, που είχε χαράξει γύρω από την αγάπη του και τον εαυτό του. Μα όταν ο μπαμπάς είτανε στην πόλη και γύριζε στο σπίτι, ο Σβεν περίμενε κρυμένος πίσω από την πόρτα για να τον φοβίση.

Ουδέν των ανθρωπίνων έμεινέ ποτε άνευ μυστικής τίνος τιμωρίας ή μυστικής ικανοποιήσεως· η κακία, όσον και αν έζησεν, απέθανεν· η αρετή, όσον και αν απέθανεν, ανέζησεν. Εάν υπάρχουσι στιγμαί, καθ' ας πρέπει να θαυμάζη τις εαυτόν, είνε εκείναι, καθ' ας υφίστασαι έν μαρτύριον, χωρίς να παραφρονήσης.

Την επαύριον εξημέρωσε και το Χρυσώ πρωί-πρωί με τους κώδωνας της λειτουργίας υπό μυστικής ωθουμένη δυνάμεως, η συμπαθής κόρη, προσευχηθείσα κατά πρώτον, ενεδύθη τα καλλίτερά της φορέματα χαίρουσα πλέον η πολυπαθής αρραβωνιστική. Η Μιλάχρω ωσαύτως ήτο στολισμένη ως διά γάμους.

Και φέρομαι εις αυλήν αγροικίας, ένθα όνος ετύπτετο ανηλεώς υπό του Ανθρώπου, τον οποίον ήκουσα προ στιγμής να προφέρη τόσον ωραίους λόγους, και τόσον αθλίους να καταπίνη. Πλησιάζω προς τον Όνον και ερωτώ διά φωνής μυστικής: — Διατί δεν κραυγάζεις και συ, όταν πονής, ω Αδελφέ, όπως όλα ημείς τα ζώα;

Εις τούτες ενώ εγώ είχα όλον τον νου μου, του αδελφού μου επαράδωσα την κυβέρνηση, και της βασιλείας μου έγινα ξένος, ενώ μ' είχε αρπάξει η αγάπη της μυστικής σπουδής, κ' ήμουν εις εκείνη βυθισμένος. Ο δολερός θείος σου, — ακούς; ΜΙΡ. Μ' όλη μου την προσοχή, αφέντη.

Φρίκη κρυφή διέτρεξε τα μέλη της Γερακούλας. Η μεγαλειτέρα ήτο 27 ετών, αι άλλαι ανά δύο έτη κατά σειράν μικρότεραι και η τελευταία 21 ετών. Όλαι εις την ακμήν του γάμου. Και ως από μυστικής τινος ορμής κινηθείσα η πτωχή μήτηρ, ήρχισε να μετρά επί των δακτύλων: μία, δύο, τρεις, . . . . Και εσταμάτησε κατηφής γενομένη, ως να εκάλυψε μαύρη σκέπη την γελόεσσαν του προσώπου της αίγλην.

Απ' αυτόν τον τόπον σύρτε με μακρυά της αμαρτίας! Είμαι ο άμωμος αμνός της μυστικής θυσίας. Για φυγή κανείς μη μου μιλήση, το απαγορεύω! Μπρος, πάμε. . . Μόνος ο Κύριος μπορεί από τον δρόμο της καταστροφής να τον γυρίση. ΕυνίκηΠρίσκιλλα, έπειτα Σκλάβες. ΕΥΝΙΚΗ. Ώστε λες πως τον πήρανε; ΠΡΙΣΚΙΛΛΑ. Στη φυλακή τον πάνε, Δέσποινα. Πίσω κρυφοκύτταζα από την πόρτα 'δώ.

Όταν έλθη η ώρα και ανοίξουν τα πέταλα, τότε εμφανίζεται το ρόδον νεάνιδαν και αμίαντον πλήρες μυστικής ευωδίας. Όταν έλθη η ώρα και μνηστευθή η κόρη, τότε εμφανίζεται η ωραία παρθένος εις τον κόσμον, αθέατος και άγνωστος πρότερον, με τα μαύρα της μάτια και τα πλούσια μαλλιά της, με το λευκόν κολόβιόν της και τας χρυσάς εμβάδας της. — Να μη βασκαθή! έλεγον αι γειτόνισσαι.

Και κατεπείσθη τέλος πάντων να διηγηθή το ιστορικόν της ανακαλύψεως του μικρού θησαυρού του επάνω εις το Κοτρόνι, απαράλλακτα ως διέδωκεν αυτό η φήμη, ήτις χωρίς αιτίαν ουδέποτε διαδίδεται, και εβεβαίωσε τα περί της μετά ταύτα τόσον μυστικής αποκρύψεως εν τη οπή του ηρειπωμένου τοίχου, καλώς περιφραχθείση διά λίθου και είτα διά των παλαιών εκείνων δοκών.