United States or Côte d'Ivoire ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετ' ολίγον εις το βαλανείον έμεινε μόνη η Ευνίκη. Εις μίαν στιγμήν, με την κεφαλήν σκυμμένην, η Ευνίκη ήκουσε τας απομακρυνομένας φωνάς, έπειτα έλαβε το εξ αμβάρεως ελεφαντόδοντος κάθισμα, εφ' ού εκάθητο προηγουμένως ο Πετρώνιος, και το έφερε προ του αγάλματος του κυρίου της.

Σε είδα να καλύπτης με φιλιά τους ώμους της Ευνίκης και εσκέφθην ότι εάν η Λίγεια μου είχεν αποκαλύψει ομοίως τους ώμους της, θα εθυσίαζα την ζωήν μου. Αλλ' εις την ιδέαν ταύτην κατελήφθην υπό τινος φόβου, ως να προσέβαλλα ή ως να ήθελα να μολύνω μίαν θεότητα . . . Η Λίγεια δεν είνε Ευνίκη. Αλλ' εγώ εννοώ την διαφοράν των άλλως ή όπως συ.

Για σας απόθανα, με τον Χριστό σαν αποφάσισα να ζήσω, Σταυρώθηκα μαζύ μ' Αυτόν. Να ξεψυχήσω, πάνω στον σταυρό κι' εγώ υψώθηκα. Τρυπήθηκα με τα καρφιά και μέσ' στο αίμα σαβανώθηκα. ΕΥΝΙΚΗ. Αν σε σταυρώνανε εσένα, απ' της πληγές σου ολοένα το μύρο θάτρεχε της καλωσύνης σου. ΑΓ. ΔΗΜ. Στήριξέ με, Κύριε, στο δρόμο της δικαιοσύνης σου.

Εις την θέαν της ο Πετρώνιος ελησμόνησε τον Καίσαρα, ελησμόνησε την δυσμένειαν, εις την οποίαν είχεν υποπέσει, ελησμόνησε τον Βινίκιον και την Λίγειαν και τους διωγμούς τους απειλούντας αυτούς και όλους τους Χριστιανούς. — Αυθέντα μου! είπεν η Ευνίκη. — Ελθέ, Ευνίκη, δος μου τα χείλη σου . . . Με αγαπάς; — Ούτε τον Δία θα ηγάπων περισσότερον. Και φρίσσουσα όλη τον εφίλησεν εις τα χείλη.

Και συ, Κυβέλη, τάχατε δεν κλαις το βοϊδολάτη; Μήπως κι ο Ζευς δεν έγινεν αϊτός για βοϊδολάτη; Μόνο η Ευνίκη, πιο ώμορφη τάχα κι απ' την Κυβέλη κι απ' τη Σελήνη πιο ώμορφη κι από την Αφροδίτη, αυτή δεν καταδέχεται, δε θέλει βοϊδολάτη. Και συ, Αφροδίτη, εδώ κ' εμπρός μην αγαπάς εκείνον, μη τον γυρεύης στο βουνό, μη τον ζητάς στη χώρα, μα μόνη κι ολομόναχη τη νύκτα να κοιμάσαι.

Ακόμη ένα βαλάντιον ως αυτό και θα δυνηθώ να αφήσω την βακτηρίαν μου την επαιτικήν και να αγοράσω ένα δούλον . . . Ε! Αλλά τι θα έλεγες, Χίλων, εάν σε εσυμβούλευα να αγοράσης όχι δούλον, αλλά δούλην; Σε γνωρίζω ότι δεν θα έλεγες όχι! Εάν ηδύνατο να είνε τόσον ευειδής, όσον η Ευνίκη, επί παραδείγματι, θα ανενεούσο πλησίον της και μάλιστα θα είχες αυτήν ως πηγήν κέρδους έντιμον και ακίνδυνον.

Ο θαυμασμός ούτος απεικονίζετο και επί των χαρακτηριστικών των δύο εκ Κω νεανίδων, αίτινες διηυθέτουν την στιγμήν εκείνην τας πτυχάς της τηβέννου του και εκ των οποίων η μία, η Ευνίκη, τον εκύτταζεν εις τους οφθαλμούς ταπεινή και γοητευμένη. Αλλ' αυτός δεν έδιδε καμμίαν προσοχήν εις την συγκίνησιν ταύτην. Και θέσας τον βραχίονα επί του ώμου του Βινικίου ο Πετρώνιος έσυρεν αυτόν εις το τρίκλινον.

Έτσι, ναι. . . Με δυνατή φωνή θα τρέξετε και θρήνο βουερό και μέσα στο δωμάτιο του Καίσαρα θα μπήτε. «Η Ευνίκη», θα του πήτε, «το ασημένιο γυιάλινο κουτί, όπου φυλαγμένο έχει το φαρμακερό το φείδι, προσπαθεί ν' ανοίξη. Τρέξε και σώσε την. Προτού την 'γγίξη το δόντι το θανατερό του σερπετού». . . Σταθήτε! Όταν διατάξω, μπήγετε της φωνές και τρέχετε στου Σεβαστού την κάμαρη.

Ο Βινίκιος ευρίσκετο ήδη εις το κατώφλιον του ατρίου. — Στείλε μου ειδήσεις διά τινος δούλου, έκραξεν ακόμη ο Πετρώνιος. Μείνας μόνος ήρχισε να περιπατή άνω και κάτω εντός του ατρίου, σκεπτόμενος τι έμελλε να απογίνη. Τας σκέψεις του διέκοψεν η εισελθούσα την στιγμήν εκείνην Ευνίκη.

— Η Ευνίκη εκείνη, την οποίαν ήθελες να μου δώσης χθες; — Εκείνη την οποίαν απεποιήθης, δι' ό άλλως τε σε ευχαριστώ, επειδή είναι η καλλιτέρα πτυχήτρια, ήτις υπάρχει εν Ρώμη. Τω όντι η Ευνίκη εισήλθε πάραυτα. — Ευνίκη, είπεν ο Βινίκιος, ο άνθρωπος περί του οποίου ωμίλησες χθες εις τον Τειρεσίαν είναι εδώ; — Μάλιστα, αυθέντα, περιμένει εις το άτριον. — Πώς ονομάζεται; — Χίλων Χιλωνίδης.