United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο πελώριος ο Κοπρούλας με τη μακριά του τριχούσα, που βρωμισμένη στα βοϊδοκόπρια έπεφτε σε λερά ξέφτια γύρω του, και τη βουκέντρα τη μακριά, που ξέφεβγε πάνω από ταναμαλλιασμένο το κεφάλι του, εχύθηκε ταβρομάχος σωστός, άγριος κι ανήμερος και τρομερός στη μέση στο κοπάδι. Τα βόιδα εμουκάνιζαν γύρω του φοβερά. Εμυρίζονταν τον πελώριο τους βοϊδολάτη ανήσυχα.

Εσταμάτησαν στον τόπο τους συμμαζωμένα. Σα νάνιωθαν βέβαιον τόρα τον κίντυνο, εστάθηκαν άσειστα στου στενού μονοπατιού το διάσελο. — Το Λιάρο, Κοπρούλα, το δέφτερο· έσκουξε ο φοβερός μακελάρης με τη βαριά στον ώμο, στο μπροστινό βοϊδολάτη, τον κοντεινότερο.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αν δύναμαι, γερόντοι μου, να συμπεράνω αν και ποτέ δεν έτυχε να τον συντύχω, θαρρώ πως έχομεν εδώ, το βοϊδολάτη που θέλομε. Και στα βαθειά του γερατειά μοιάζει τον άνθρωπον αυτόν° στην ηλικίαν ίσος του. Και τον φέρνουνε δούλοι δικοί μου. Εσύ όμως, λέγω, δύνασαι καλύτερά μου να ξέρης, αφού κι άλλοτε τον έχεις ιδεί.

Και συ, Κυβέλη, τάχατε δεν κλαις το βοϊδολάτη; Μήπως κι ο Ζευς δεν έγινεν αϊτός για βοϊδολάτη; Μόνο η Ευνίκη, πιο ώμορφη τάχα κι απ' την Κυβέλη κι απ' τη Σελήνη πιο ώμορφη κι από την Αφροδίτη, αυτή δεν καταδέχεται, δε θέλει βοϊδολάτη. Και συ, Αφροδίτη, εδώ κ' εμπρός μην αγαπάς εκείνον, μη τον γυρεύης στο βουνό, μη τον ζητάς στη χώρα, μα μόνη κι ολομόναχη τη νύκτα να κοιμάσαι.

Τάχα δεν άκουσε ποτέ πως βώδια στα λιβάδια έβοσκεν ο Διόνυσος, ο ώμορφος γυιός του Δία; Τάχα δεν ξέρ' η άπονη πως ένα βοϊδολάτη κ' η Αφροδίτη αγάπησε κ' ήταν τρελλή για 'κείνον και στης Φρυγίας τα βουνά γύριζε βοσκοπούλα, κι αγάπησε τον Άδωνι μέσ' στα πυκνά λαγκάδια και στα λαγκάδια τα πυκνά τον έκλαψεν εκείνη; Κι ο Ενδυμίων τι ήτανε; δεν ήταν βοϊδολάτης; μα τόσο τον αγάπησε κ' εκείνον η Σελήνη πούφευγεν απ' τον Όλυμπο κρυφά-κρυφά μονάχη και στις χαράδρες πήγαινε κ' επλάγιαζε μαζί του.