United States or United Kingdom ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του εφάνη μόνον ότι το αίμα εφούσκωνεν ως πλήμμυρα ανερχομένη, και έμελλε να εκχειλίση από τον περίβολον του φονικού θεάτρου και να καταπλημμυρήση την Ρώμην ολόκληρον. Δεν ήκουε πλέον ούτε τας ωρυγάς των κυνών, ούτε τας φωνάς των αυγουστιανών, οίτινες αίφνης έκραξαν: — Ο Χίλων ελιποθύμησε! Ούτος τω όντι, λευκός ως σινδών, εκάθητο με υπτίαν την κεφαλήν, με το στόμα χάσκον και εφαίνετο ως νεκρός.

Ελθούσαν δε την εφύλαττε θέλων να διαφθείρη το γεννηθησόμενον εξ αυτής, διότι εκ του ονείρου εκείνου εξήγαγον οι μάγοι ότι το παιδίον της θυγατρός του έμελλε να βασιλεύση αντ' αυτού.

Τούτο ήτο ένας από τους καϋμούς της γραίας, ότι έμελλε ν' αποθάνη, ως έλεγε, χωρίς να επανίδη τον υιόν της και τον εγγονόν της τον μεγάλον, όστις ωμοίαζε τόσον με τον μακαρίτην τον πάππον του.

Ευθύς που εγώ ήκουσα τέτοια λόγια, ακολούθησα τον κήρυκα διά να τον εξετάξω επάνω εις αυτό το σπήλαιον και εις το τέλος της ημέρας, που είχε τελειώσει και έμελλε να έμπη εις το σπήτι του, τον επερικάλεσα με ευγένειαν να μου φανερώση τι δηλοί αυτό το σπήλαιον, που οι γραμματισμένοι πρέπει την ερχομένην ημέραν να έμπουν.

Έμελλε να επέλθη και άλλη ημέρα εναντιότητος, πικροτέρας επικινδυνωτέρας, απηνεστέρας, ημέρα φανεράς και τελειωτικής ρήξεως μεταξύ του Ιησού και των Φαρισαίων κατασκόπων των από Ιερουσαλήμ, πριν ή υποχωρήση προς καιρόν εις το θανάσιμον μίσος των εχθρών Του, και αποσυρθή όπως εύρη εις χώρας ειδωλολατρών την αναψυχήν την οποίαν δεν ηδύνατο πλέον να εύρη εις τα πλούσια πεδία και τους χλοάζοντας λόφους της Γεννησαρέτ.

Κατά τα λεγόμενα του Θηραμένους ο στόλος εκείνος έμελλε να μεταβή ουχί προς βοήθειαν της Ευβοίας, αλλά μάλλον προς υποστήριξιν εκείνων, οι οποίοι ετείχιζαν την Ηετιώνειαν και ότι, εάν δεν ελάμβαναν τα μέτρα των, η πόλις θα κατεστρέφετο ήσυχα, ήσυχα.

Αι μαύραι, αι καταθλιπτικαί σκέψεις του έλαβον έντασιν μεγαλειτέραν ακριβώς την νύκτα εκείνην, την παραμονήν τόσον λαμπράς ημέρας. Η ημέρα εκείνη, καθ' ην υπερεκχειλίζει η αγάπη, ζητούσα μυριοτρόπως να εκδηλωθή, καθ' ην γνωστά και άγνωστα χείλη ενούνται εις αδελφικόν ασπασμόν, η ημέρα εκείνη μόνον διά τον Κλέωνα έμελλε να είνε μαύρη, να είνε πένθους ημέρα.

Ουδαμού Αϊμά. Ο Μάχτος επέστρεψεν εις την καλύβην, ελπίζων ότι η νέα θα επανήλθεν ήδη αυτόσε και έμελλε να την εύρη. Απούσα η Αϊμά. Ο νέος έκαμε και άλλον γύρον, και μετέβη προσέτι και εις όσους τόπους σπανιώτατα ευρίσκετο εκείνη, ουδ' είχε μεγάλην πιθανότητα ότι ήθελε την εύρει. Ώχετο η Αϊμά. Τέλος επέστρεψε το δεύτερον εις την καλύβην, πεποιθώς ότι θα την εύρισκε τέλος. Αλλ' όμως δεν την εύρεν.

Κ' έφυγεν ο Εύδρομος φίλος του πια. Ο Δάφνης όμως γεμάτος ανησυχία έμενε μαζί με τη Χλόη· μα και τούτη εφοβότανε πολύ γι' αυτόν, επειδή παιδί συνηθισμένο να βλέπη τα γίδια και το βουνό και τους ζευγολάτες και τη Χλόη πρώτη φορά έμελλε να ιδή τον αφέντη, που πρώτα μονάχα τ' όνομά του άκουε.

Ύστερον δε παρεσκεύασαν ναυτικόν διά να το στείλουν εις την Λέσβον και εζήτησαν παρά των πόλεων να δώσουν αυταί τεσσαράκοντα πλοία και διώρισαν ναύαρχον τον Αλκίδαν, ο οποίος έμελλε να διεξαγάγη την εκστρατείαν εκείνην. Ανεχώρησαν δε και οι Αθηναίοι με τα εκατόν πλοία, ότε είδαν εκείνους αναχωρήσαντας.