United States or Saudi Arabia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι χοροί έψαλλον σιγά-σιγά με ταπεινήν φωνήν και ταπεινότερον ύφος το Κύματι θαλάσσης , ίνα αργότερον, όταν θα εμελώδουν βροντοφώνως το Χριστός Ανέστη , γίνη καταφανής η αντίθεσις του πένθους και της χαράς.

Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ ... Είναι ημέρα πένθους, που η καλή βασίλισσα στον Άδη κατεβαίνει. Α’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Σώπασε! Με τα λόγια σου μου σφίγγεις την ψυχή μου. Β’ ΗΜΙΧΟΡΙΟΝ Όταν οι άνθρωποι οι καλοί τέτοια κακά τραβούνε, εκείνος που έτυχε καλός να γεννηθή, λυπάται.

Άδεται ότι, άν ποτε επί πλοίου, εν μακραίς και υπερωκεανίοις θαλασσοπορίαις, ενσκήψη επιδημία, εκ δε των νοσούντων υπάρχη τις θανατηφόρως προσβεβλημένος, λάβρος, απαθής, αποτρόπαιος, εν αποστάσει τινί όπισθεν της πρύμνης, εμφανίζεται ο καρχαρίας, αλάνθαστος οιωνός του επικειμένου πένθους, μνήμα περιπλανώμενον, αδηφάγον, προσμένων να καταβροχθίση το πτώμα άμα παραδιδόμενον εις τα κύματα.

Κατά τον Μάιον δεν γίνονται γάμοι ένεκα του πένθους διά την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως. Και αν τούτο δεν είνε ακριβές, αποδεικνύει όμως ότι ο ελληνικός λαός δεν λησμονεί την ιστορίαν του. Εις το αλησμόνητον συνέδριον του Αγρινίου δεν έγινε λόγος μόνον διά μπαλώματα των φουστανιών, αλλά και διά μπαλώματα του προσώπου.

Η ευωδιάζουσα από μυρίων αρωμάτων εξοχή, η πάγκαλος εκείνη φύσις της χλοεράς νήσου, είχε μεταβληθή εις σιωπηλήν και στυγνήν κοιλάδα πένθους. Εις τους τρομασμένους οφθαλμούς των εξερχομένων γυναικών τα δροσερά και μυριόχρωμα άνθη εφαίνοντο μαραμένα και άχροα. Και αυτά τα καταπράσινα των συκαμινεών φύλλα μαύρα εφαίνοντο.

Προς κατάκτησιν τοιούτων προσόντων αφιερούντο κατά τον Διόδωρον νηπιόθεν αι κορασίδες εις την θεάν Γαλήν, διά της αναρτήσεως εις τον τράχηλον μεταλλίου φέροντος την εικόνα της Αιγύπτιας Αφροδίτης, κατά δε τον Διόδωρον, οσάκις απέθνησκεν εντός αιγυπτιακής οικίας γαλή, έκοπτον οι κάτοικοι εις ένδειξιν πένθους την κόμην.

Η φωνή του αντήχησεν εις τους κρημνούς και τας φάραγγας. Η πόλις η πλησιεστέρα είχε κτισθή εναντίον αρχαίας αράς υπαρχούσης, και ο δρόμος εις αυτήν έφερε διά της «Οδού αίματοςΌλα γύρω του απέπνεαν πνοήν ερημίας και πένθους, και ανεκάλουν φοβεράς αναμνήσεις ανόμου και θεηλάτου φυλής. Παρά τα ύδατα εκείνα τα μολύβδινα και υπό τον ουρανόν τον χαλκούν είχε κηρύξει το βάπτισμα της μετανοίας.

Ο Γιωργάκης της Λιμπέριαινας, με φωτιά τα μάτια του από την αγρυπνίαν και από τον μυστικόν της νυκτός θρήνον, ξεσκούφωτος κι' έχων έτοιμον θυμιατόν πήλινον, από εκείνα τα πρασινοκίτρινα του Τσανακαλέ, έκαμεν αμέσως τον σταυρόν του και ήρχισε να θυμιάζη τους ναύτας γύρω-γύρω αναγινώσκων συγχρόνως το Τρισάγιον και ψάλλων: «Μετά πνευμάτων δικαίων . . . . .». Οι ναύται καταπτοηθέντες αίφνης από της πρώτης εκείνης επιβολής, μεθ' ης παρέστη ενώπιον των οφθαλμών των, την εωθινήν εκείνην ώραν, η απροσδόκητος αυτή σκηνή του πένθους, έστησαν εν ευλαβεία κατανυκτική γύρω-γύρω, ως εις Εκκλησίαν.

Πλην ηκολούθησε συγχρόνως και η Μιλάχρω, ήτις προσπαθούσα να παρηγορήση τον άνδρα της, του οποίου ήρχισε να σέβηται την φιλοστοργίαν, αγρυπνούσαν όλην την νύκτα, δεν είχε κοιμηθή αν και καταπεπονημένη υπό της εργασίας και υπό του πένθους. — Τι είνε, Χρυσώ; Ερωτά ο Μπάρμπα-δήμαρχος. — Τι έπαθες; Κράζει ζωηρότερον η Μιλάχρω. — Φλουριά, μάννα! Κραυγάζει τότε συνελθούσα η παρθένος. — 'Νειρεύεσαι!

ΤΟΜΟΣ Α’. Όνειρο ή Λουκιανού βίος. -Προς εκείνον που είπε: είσαι Προμηθέας στα έργα σου. Πλοίον ή ευχές, Περί πένθους. Τίμων ο μισάνθρωπος. Εγκώμια μυίγας. Θεών διάλογοι. Κρίσεις Θεών. Προς Νιγρίνον επιστολή. Νιγρίνος ή περί φιλοσοφικού χαρακτήρος. Δίκη φωνηέντων. Τόμος Β’ Διάλογοι θαλασσίων Θεών. Αλκυών ή περί μεταμορφώσεως.