Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Ω! αλήθεια, της εφαίνετο τόσον φυσικόν το πράγμα! Αύται αι τρεις μικραί κορασίδες ήσαν τα τέκνα της! οποίος ορμαθός έμψυχος, ανθρώπινος! . . . Νεκρωμένος, βαρύς από το ύδωρ, αφρισμένος!. . , Πώς θ' αντείχεν η γραία Χαδούλα να φέρη, εις όλον τον καιρόν, όλον τον φρικώδη τούτον ορμαθόν κρεμασμένον από τον τράχηλόν της!
Πιθανόν ν' απατώμαι, αλλ' όσας ερωτολήπτους εγνώρισα, ήσαν ή κατάκλειστοι κορασίδες, φρουρούμεναι υπό άγρυπνων γονέων ως τα μήλα των Εσπερίδων, ή ώριμοι δέσποιναι, αριθμούσαι ήδη περισσότερα έτη ή θαυμαστάς. Η αθυμία της πτωχής Ιωάννας μόνης μεταξύ των τεσσάρων εκείνων τοίχων, όπου χθες ακόμη αντήχουν τοσούτοι ερωτικοί όρκοι και φιλήματα ηύξανε καθ’ ημέραν.
Τέτοια λέγοντας ο βεζύρης, εστράφηκε προς την θυγατέρα του και της λέγει· εσύ από την αγνωσίαν σου κάμνεις, καθώς έκαμεν ο γάιδαρος, διά να ελευθερώσης τις άλλες κορασίδες, εμβαίνεις εις κίνδυνον να χάσης την ζωήν σου· Λέγει του η Χαλιμά, το παράδειγμα που μου διηγήθης δεν είναι αρκετόν να μου γυρίση την γνώμην εγώ δεν θέλω παύσει, ω πάτερ μου, να σε ενοχλώ, έως που να με παραστήσης εις τον βασιλέα.
Και μετ' ολίγα λεπτά αι δύο κορασίδες ανέβαινον τρέχουσαι τα σκαλοπάτια της οικίας του καπετάν Αλέξη. Η Χ. ήτον χλωμή, λευκή και λεπτοφυής εις άκρον. Ταχέως εξετελέσθη το πείραμα. Η μικρά παιδίσκη επί ώραν εκράτει έν εικόνισμα με τας δύο χείρας της.
Οπόταν ο βασιλεύς με τον βεζύρην του έτρωγαν, δύο κορασίδες ωραίες επρόσφεραν του καθενός από μίαν κούπαν από αγάθην, γεμάτην από γλυκύτατον κρασί· και είχαν την επιστασίαν να τες κρατούν πάντοτε γεμάτες. Η Κυρία με όλον που δεν έπινεν, η μυρωδιά τής έκανε το ίδιον αποτέλεσμα, που έκανε των άλλων.
— Η θειά-Ζωίτσα συνήθιζε κατ' έτος την πρωτομαγιά να μεταβαίνη εις τον αμπελώνα μετά των θυγατέρων της «νύχτα-νύχτα». Και διότι πιστή εις τα πάτρια δεν ήθελε να παραμελήση μίαν ωραίαν συνήθειαν, η ποιητικωτάτη την καρδίαν γραία, αλλά το σπουδαιότερον, διότι έπρεπε να προφυλάξη την ημέραν ταύτην από της διαρπαγής τα προσφιλή προϊόντα της, έργα των χειρών της, και μίαν μεγάλην πυκνόφυλλον και πλατύφυλλον καρυδέαν, ην απεμάδων τελείως οι παίδες και αι κορασίδες συμπλέκοντες τους στεφάνους των διά των πλατεών και χλοερών φύλλων του ωραίου δένδρου.
Και δράξασα μετά βίας το έν σώμα το μικρότερον, περί του οποίου ήτο σχεδόν βεβαία ότι ήτο νεκρόν ήδη, το μετέφερε πλησίον ενός δένδρου, διά να το κρεμάση ανάποδα, ως έλεγε. — Πού είν' ένα σκοινάκι; . . . Να, βλέπω ένα σπάγγον με καλάμι! Καλά, θα χρειαστή. Ένευεν ανυπομόνως εις την άρρωστην γυναίκα, να της φέρη πλησίον την καλαμιά, με την οποίαν έπαιζαν προ μικρού αι δύο κορασίδες.
Ο δε βασιλεύς δεν εστοχάζετο διά το ουδέν εκείνες τες χαριέστατες φωνές, ούτε τα λαλήματα τα αγγελικά, μα όλος του ο στοχασμός ήτον εις το να θεωρή και να στοχάζεται την Κυράν, που ήτον εις τον θρόνον. Οπόταν αυτές οι κορασίδες είδαν τούτον τον βασιλέα, έπαυσαν να τραγωδούν· τότε αυτός πλησιάζοντας εις τον θρόνον, ωμίλησε με τούτον τον τρόπον προς την κυράν.
Εις τας εφημερίδας και τα περιοδικά υμών βλέπω καθημερινά παράπονα ότι επλεόνασε παρ' υμίν πάσα της Δύσεως η διαφθορά και η κοινωνική κακοήθεια, ότι άνηβοι μαθηταί αναγινώσκουσι μυθιστορήματα και δεκαετείς κορασίδες εργολαβούσιν.
Ύστερον από αυτές της ιστορίες άρχισε να την διηγήται διά μερικές κορασίδες, που με αυτές εξεφάντωσε πληρώνοντάς την επιθυμίαν του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν