Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Εν τούτοις τι εβγήκε; Με μίαν άμπελον και μίαν οικίαν πώς να υπανδρεύση δύο θυγατέρας, αίτινες έφθασαν ήδη εις την ηλικίαν του γάμου μετά ταχύτητος μυστηριώδους; — Πώς μεγαλώνουν, παιδί μ', τα κορίτσια, έλεγεν η θειά-Ζωίτσα προς την φίλην της γειτόνισσαν, την Κρατερίτσαν την πιασμένην. Νάνε παλλικάρια, ζαρώνουν. Τα κορίτσια πετιώνται ως επάνω μάνε- μάνε. — Εμ! τι κάθεσαι! τύλιξε την πρώτη.
Μόνον όταν έτρωγεν η αγαθή γραία, δεν ηδύνατο να κρύψη το παράπονόν της κ' επανελάμβανε: — Τώχ' το αίμα μας πλειο! Είχεν η θειά-Ζωίτσα και δύο θυγατέρας. Αυτό την εστενοχωρούσεν αρκετά.
Και η θειά-Ζωίτσα εστεφανωμένη και αυτή με την αγριαμπελιάν και εζωσμένη την οσφύν, ομοία προς γραίαν υπηρέτιδα του αρχαίου θεού, περιήρχετο την άμπελον, ης τα φύλλα έλαμπον εκ των ακτίνων του ηλίου.
Ούτω λοιπόν η θειά-Ζωίτσα μετά τον θάνατον του συζύγου της ευρέθη άνευ κινητής περιουσίας, με την ασήμαντον προίκα της, τας δύο θυγατέρας, και τας βαρβάρους ενοχλήσεις του δανειστού, ένεκα των οποίων πολλάκις ηναγκάσθη, με όλην την πεποίθησιν ην είχεν εις το δίκαιόν της, να καταφύγη εις την συμβουλήν του μόνου δικολάβου της κώμης, φέρουσα και μίαν παχείαν όρνιθα, ίνα ερωτήση αν πραγματικώς η προιξ δεν κατάσχεται.
Διά την θειά-Ζωίτσα όμως ο φθόνος είχε τούτο το ίδιον, ότι εξεφράζετο επιμονώτερον και αποτομώτερον, και δι' αυτά τα ανάξια λόγου αντικείμενα. Διά τούτο πολλάκις έλεγεν η κακομοίρα με βαθύ παράπονον. — Το αίμα μας τώχει! Τώρα τον μάϊον, την έβλεπον να κουβαλή εις την πτωχικήν της οικίαν τα ωραία εκείνα λευκά και μεγάλα σκόροδα, εις μακρούς ορμαθούς, τα οποία μόνη της εκαλλιέργει, την εζήλευον.
Τωόντι η θειά-Ζωίτσα, η προοδευτική και πολιτισμένη Παπαδοπούλα, εφρόντισε να εισαγάγη τας θυγατέρας της, πρώτας-πρώτας, κατά την σύστασιν του σχολείου των θηλέων εν τη νήσω, προκαλέσασα την περιφρόνησιν πολλών, διότι εθεωρήθη ως νεωτερισμός επικίνδυνος τάχα. Αλλά ιδού τώρα πόσον ωφέλιμος επεφάνη ο νεωτερισμός εκείνος.
Εν όρθρω τη πρώτη ώρα της ημέρας, τη τρίτη, τη έκτη, τη ενάτη τω εσπερινώ και τω αποδείπνω. — Ούλου διαβάζνι, Μα, έλεγεν η Σοφούλα ενίοτε, θελγομένη εκ της συχνής προσευχής. Σ' νακκλησιά δε διαβάζνι έτσι δα. Εκεί λοιπόν εύρισκε παρηγορίαν και ανακούφισιν η θειά-Ζωίτσα. Και όταν ο γέρων έκαμνε τας ωραίας αγρυπνίας κατά τας μεγάλας εορτάς, ήτο εκ των πρώτων η γραία.
Η πηγαία δροσερότης της ποιήσεως παρ' αυτώ μετά της κλασικής αρτιότητος της τέχνης, διαθετόμεναι υπό σαιξπηρείου πράγματι ευθυμίας και χρυσών φλεβών χριστιανικής αρετής και ευσεβείας, απήρτισαν τέλειον και μοναδικόν συγγραφέα, αναπολούντα χρόνους κλασικούς των ευρωπαϊκών φιλολογιών. Εν Αθήναις 1 Ιανουαρίου 1892. Η θειά-Ζωίτσα ήτο γραία πλέον, έως εξήκοντα ετών.
Ότε δε αι άλλαι εκείναι χονδροκαμωμέναι, πλέουσαι μέσα εις τον ιδρώτα και κοντανασαίνουσαι, έστρεφαν προς τ' άνω την κεφαλήν, και δεν έβλεπαν πλέον την θειά-Ζωίτσα, εισελθούσαν ήδη εις το πυκνόν δάσος του οροπεδίου, εν ώ η Εκκλησία του αγίου, δεν ηδύναντο να κρύψωσι τον φθόνον των κ' έλεγαν περιφρονητικώς: — Αμ' η κακομοίρα η γρήτσα! δεν έχ' κρηάς! Ούλου κοκκαλάκια είνε!
— Η θειά-Ζωίτσα συνήθιζε κατ' έτος την πρωτομαγιά να μεταβαίνη εις τον αμπελώνα μετά των θυγατέρων της «νύχτα-νύχτα». Και διότι πιστή εις τα πάτρια δεν ήθελε να παραμελήση μίαν ωραίαν συνήθειαν, η ποιητικωτάτη την καρδίαν γραία, αλλά το σπουδαιότερον, διότι έπρεπε να προφυλάξη την ημέραν ταύτην από της διαρπαγής τα προσφιλή προϊόντα της, έργα των χειρών της, και μίαν μεγάλην πυκνόφυλλον και πλατύφυλλον καρυδέαν, ην απεμάδων τελείως οι παίδες και αι κορασίδες συμπλέκοντες τους στεφάνους των διά των πλατεών και χλοερών φύλλων του ωραίου δένδρου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν