Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025


Αλλ' η σκαμπαβία σθεναρώς έπλεε, φέρουσα τας τροφάς διά το Μετόχιον, τον οικονόμον πάτερ Γαλακτίωνα, καθήμενον έμφοβον παρά τον φλόκον, με ανεμιζόμενα τα κόκκινα τα γένεια του, και τον κυρ Μέντιον, τον αδάμαστον όνον, ησυχάζοντα εν τη κοιλία του πλοιαρίου, κτυπώντα δε κάποτε τα ώτα του, οσάκις ησθάνετο το χιονόνερον, παγωμένον, προσβάλλον αυτά. — Δεν είδα ησυχώτερον επιβάτην από τον κυρ-Μέντιον.

Είναι η ψυχή, είπεν ο Κέβης. Τούτο λοιπόν συμβαίνει πάντοτε έτσι; Ηρώτησεν ο Σωκράτης. Και πώς όχι; Είπεν ο Κέβης. Η ψυχή λοιπόν, εξηκολούθησεν ο Σωκράτης, οποιονδήποτε πράγμα και αν καταλάβη, έρχεται πάντοτε εις αυτό φέρουσα ζωήν; Έτσι έρχεται βέβαια, είπεν ο Κέβης. Ποίον λοιπόν από τα δύο; Ηρώτησεν ο Σωκράτης. Υπάρχει κανέν πράγμα εναντίον εις την ζωήν ή δεν υπάρχει κανέν;

Και να τραγουδήση, επόθησε, καθημένη υπό την ελαίαν της αμπέλου της, υψηλά εκεί επάνω εις την σκοπιάν, λυτήν φέρουσα την μανδήλαν της, να δροσίζη τον λαιμόν της, τον κάτασπρον όλον, της πρωίας η δροσιά, και ν' ανεμίζωνται τα κλώνια εις το στήθος της. Να φάγη εκεί ψωμί και μήλα από τα πρώιμα, γεύμα λιτόν και εύοσμον.

Με βλέπεις εμέ; είπε φέρουσα την χείρα επί του στήθους, όπως ελκύση την προσοχήν της νεανίδος. Η Αϊμά την εκύτταζε με τους οφθαμούς πλήρεις δακρύων. — Με βλέπεις; Είμαι πολύ δυστυχεστέρα σου. — Δυστυχεστέρα; εψιθύρισεν η κόρη. — Παραπολύ, ασυγκρίτως. — Διατί; — Διότι κ' εγώ έχω εχθρούς, κ' εγώ καταδιώκομαι. — Από ποίους; — Καταδιώκομαι και πολιορκούμαι ήδη, επανέλαβεν η ξένη. — Πολιορκείσθε;

Ο Πάπος ήλπισεν, επίστευσεν, ότι εκείνο το μελανόν σημείον ήτο, χωρίς άλλο, η βάρκα η φέρουσα τον πατέρα του.

Διά ρήξεως ή κάλλιον δι' απάτης: λόγου χάριν, αν η γραία έκραζε με κλαυθμηράν φωνήν την νεαράν της γειτόνισσαν, και την παρεκάλει ν' ανοίξη, διά να της ζητήση, ως εν ώρα ανάγκης, κάτι, οίον έν πυρείον διά ν' ανάψη το σβυσμένον κανδήλι, επειδή ήτο παράωρα, κ' είχε λησμονήσει ν' αγοράση ενωρίς. Η Μανιά επέστρεψε, φέρουσα τα οψώνια.

Ο φόνος του Δώγκαν συνεπήνεγκε την δολοφονίαν του Βάγκου, την σφαγήν της οικογενείας του Μακδώφ, τις οίδεν οπόσα εισέτι εγκλήματα, αλλ' ουδέν τούτων προέβλεπεν εκείνη, ότε, μεθ' όσης εκέκτητο δυνάμεως, ειργάζετο υπέρ της θανατώσεως του γηραιού βασιλέως. Μη φέρουσα ήδη τοιούτου βάρους την πίεσιν αποκάμνει και καταπίπτει.

Μία ακτίς θερμή, ερχομένη μακράν, από το φλεγόμενον πέλαγος, διέσχιζε την πυκνήν φυλλάδα και τον κισσόν τον περισκέποντα το άσυλον της ταλαιπώρου γραίας, και έκαμνε να στίλβη ως πλήθος μαργαριτών η δρόσος η πρωινή, η βρέχουσα τον πλούσιον σμαράγδινον πέπλον, κ' εφυγάδευεν όλον το ρίγος της υγρασίας, και όλον το κρύος του φόβου του πελιδνού, φέρουσα πρόσκαιρον ελπίδα και θάλπος.

Όταν ο Νέρων μετά της Ποππέας και των Αυγουστιανών επέβη εις την κυρίως σχεδίαν και εκάθησεν υπό την σκιάδα την πορφυράν, τα ακάτια διωλίσθησαν, αι κώπαι έπληξαν το ύδωρ, και η σχεδία φέρουσα το συμπόσιον και τους κεκλημένους έπλευσε περιγράψασα κύκλον εις την επιφάνειαν της λίμνης. Μικρότεραι σχεδίαι την συνώδευον φέρουσαι κιθαρωδούς και αυλητρίας.

ΚΑΙΣΑΡ. Επί της δημοσίας πλατείας όπου είναι τα γυμναστήρια· αναγορεύσας δε τους υιούς αυτού βασιλείς βασιλέων, έδωκεν εις μεν τον Αλέξανδρον την μεγάλην Μηδίαν, την χώραν των Πάρθων και την Αρμενίαν, εις δε τον Πτολεμαίον ώρισε την Συρίαν, την Κιλικίαν και την Φοινίκην. Αύτη δε ενεφανίσθη φέρουσα στολήν της θεάς Ίσιδος, λέγεται δε ότι και πρότερον εδέχετο συνεχώς ακροάσεις με το ένδυμα τούτο .

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν