Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Ήλθαν φέρουσαι πελωρίους κοφίνους, γεμάτους άνθη, λαμπάδας, κηρία και αγγεία με έλαιον, και πρόσφορα και μικράς φιαλίδας με &νάμα&, ή οδηγούσαι ονάρια με τα σάγματα επεστρωμένα διά κιλιμιών και χραμίων, φορτωμένα τορβάδες και δισσάκια με φλάσκας οίνου, με τυρία νωπά, ή ζεματισμένα και κόκκινα αυγά.

Επροσπάθησα ν' ακούσω τι έλεγον. Ήκουα, αλλά δεν τους ενόουν• ελάλουν Αλβανιστί. Μόνη η λέξις άρματα επαναλαμβανομένη συχνάκις διήγειρε τας υποψίας μου. Μετ' ολίγον εκλείσθησαν αι θύραι και απεμακρύνθησαν αι σκιαί, μου εφαίνοντο δε φέρουσαι κιβώτια και σάκκους επί των ώμων. Επανήλθεν η σιωπή και η ησυχία, αλλ' η λέξις άρματα αντήχει εις τα ώτα μου εισέτι.

Φέρουσαι μεθ' εαυτών τα πολύτιμα αρώματά των, αλλ' ουδέν γνωρίζουσαι περί κουστωδίας και σφραγίσεως, εναγωνίως ηρώτων αλλήλας, καθώς έτρεχον με δειλά και θλιβερά βήματα εις το σκότος και εις το ωχρόν φέγγος της σελήνης και του λυκαυγούς, «Τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου». Αι δύο Μαρίαι έτρεχον πρώται εις την πορείαν ταύτην της αφοσιώσεως, μετ' αυτάς δε ήρχοντο η Σαλώμη και η Ιωάννα.

Παρεκάθηντο εις την τράπεζάν του συγκλητικοί εξ εκείνων οίτινες συγκατετίθεντο να παίζωσι πρόσωπον γελωτοποιού, πατρίκιοι και γέροντες, φιλήδονοι και ακόλαστοι, γυναίκες φέρουσαι μεγάλα ονόματα, αίτινες την εσπέραν εφόρουν φενάκας διά να τρέξουν εις τους δρόμους προς θήραν συγκινήσεων και ηδονών, αρχιερείς, οίτινες υψηλά αίροντες την κύλικα, έσκωπτον τους θεούς.

Από της αυγής της επαύριον Τετάρτης ο Μανώλης και δύο των φίλων του, λαβόντες βάρκαν, εξήλθον εις το Μαραγκό, νησίδιον φράττον προς εύρον τον λιμένα, κ' επαραμόνευαν πότε θα ενεφανίζοντο όπισθεν της Άρκτου και της Τρυπητής, δύο άλλων ανατολικώτερον κειμένων νησιδίων, αι βάρκαι αι φέρουσαι τον ροφόν, κατά το λεξιλόγιον του Μανώλη του Πολυχρόνου.

Αι γειτόνισσαι είχον πλημμυρήσει και τα δύο δωμάτια και περιεκύκλωναν τον νέον, συμπαθείς αλλ' άχρηστοι, αντί βοηθείας φέρουσαι σύγχυσιν. Η πρώτη ανάγκη δεν ήτο να πλυθούν τα αίματα ή να διορθωθούν τα φορέματα του Χρήστου, αλλά να καυτηριασθούν αι πληγαί του. Ουδείς όμως εκεί εσκέπτετο περί τούτου. Η σκέψις και η συλλογή ήτο πώς να προμηθευθούν λυσσόχορτον.

Τότε, αφ' ενός μεν έκτισε διά πλίνθων οπτών, όπως ήτο και το εξωτερικόν τείχος, τα χείλη του ποταμού εφ' όσον διάστημα εκτείνεται η πόλις, και ήσαν αι καταβάσεις αι φέρουσαι διά των πυλίδων εις τον ποταμόν· αφ' ετέρου δε, προς το κέντρον των δύο μερών, με πέτρας τας οποίας διέταξε να κόψωσιν, έκτισε γέφυραν, δένουσα τας πέτρας με σίδηρον και μόλυβδον.

Εις το πρώτον χώρισμα ήτο το μελετητήριον και ο κοιτών του φιλοσόφου, εις το δεύτερον υπήρχον αγάλματά τινα, είς βωμός και άλλα σύμβολα, ακατανόητα μεν, αλλ' ουδέν τα απαίσιον έχοντα. Ούτω δε αι περίεργοι απεμακρύνοντο εκείθεν, μηδεμίαν μεν αληθή πληροφορίαν αποκομίζουσαι, αλλ' όμως φέρουσαι εναύσματα προς διήγησιν μεγεθοποιημένων και φασματωδών πλασμάτων εις τας φίλας και γνωρίμους αυτών.

Όταν ο Νέρων μετά της Ποππέας και των Αυγουστιανών επέβη εις την κυρίως σχεδίαν και εκάθησεν υπό την σκιάδα την πορφυράν, τα ακάτια διωλίσθησαν, αι κώπαι έπληξαν το ύδωρ, και η σχεδία φέρουσα το συμπόσιον και τους κεκλημένους έπλευσε περιγράψασα κύκλον εις την επιφάνειαν της λίμνης. Μικρότεραι σχεδίαι την συνώδευον φέρουσαι κιθαρωδούς και αυλητρίας.

Καθαρά ιμάτια φέρουσαι, ως εν εορτή λευκά κολόβια και λευκούς χιτώνας περί τα άκρα των χειρίδων και της τραχηλιάς με κεντήματα δι' ερυθράς και πρασίνης μετάξης, και έχουσαι επιμελώς κεκαλυμμένην την ξανθήν των κόμην δια λευκών με χρυσούς κροσσούς μανδηλίων της Κωνσταντινουπόλεως, από πρωίας ενησχολούντο εις την ευχάριστον αυτήν εργασίαν, ήτις ως όασις δροσερά εμφανίζεται μετά τον τόσον μόχθον της ανατροφής του μεταξοσκώληκος, ιδίως όταν η ανάπτυξις αυτού επιτύχη και η συγκομιδή των κουκκουλίων είνε άφθονος.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν