United States or Finland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν ηρώτα ποτέ την πάσχουσαν πώς επέρασε την ημέραν, αλλά και δεν εγόγγυζε ποτέ ούτε παρεπονείτο διατί να είνε άρρωστη. Είχεν εργασίας, είχε σχέδια, ειργάζετο ο ίδιος, αλλά και δεν έπαυε να έχη παραγυιούς, να δανείζεται και να πληρώνη ημεροκάματα. Είχε δύο τρεις ελαιώνας λαμπρούς, φθονετούς, κ' εύρισκε τους δανειστάς προθύμους.

Κ ώ σ τ α ς Μα και η γυναίκες είναι πολυέξοδες, κατήντησαν μια πολυτέλεια της ζωής. Μ α ρ ί α. Γιατί δεν εργάζονται. Γιατί δεν της αφήνετε να εργασθούν, να εννοήσουν την αξίαν του χρήματος, να βοηθήσουν τον άνδρα. Ο άνδρας εκείνος που βασανίζεται και βασανίζει την γυναίκα του για τα έξοδα, θα νόμιζε ντροπή του, αν εκείνη ειργάζετο όπως εγώ... Κ ώ σ τ α ς. Όλες δεν μπορούν να έχουν talent.

Ερωτούσε δε πάντοτε εις το ταχυδρομείον και πάντοτε ανέμενεν επιστολήν, πιστεύουσα πλέον ότι ο Λαλεμήτρος ειργάζετο εν Αθήναις ως διερμηνεύς. Μαθούσα δε περί του είδους της εργασίας ταύτης, έλεγε χαίρουσα ότι ήτο η μόνη κατάλληλος διά τον άνδρα της, αναπαυτική και επικερδής.

Έως να περάση το μέρος αυτό η Θωμαή, σπεύδουσα μη συναντηθή, τοιαύτην ώραν, με τους ταξειδιώτας, προσέκρουσεν αίφνης επάνω εις μίαν γραίαν, νεοελθούσαν, βαίνουσαν προς την οικίαν της. Ανεγνώρισε την θείαν της, την Αννούσαν, η οποία ήρχετο από τας Αθήνας, οπού ο υιός της ειργάζετο. — Τι κάνεις, Θωμαή μου; — Καλώς ώρσες, θεια! Ανεγνωρίσθησαν. — Χαιρετίσματα από τον Λαλεμήτρον, Θωμαή μου!

Και τότε το μαγαζείον του από δικαστήριον ή ποιμνιοστάσιον μετεβάλλετο εις οινοπωλείον πράγματι. Ελησμονήσαμεν να προσθέσωμεν ότι ο Γιωργής της Θασίτσας ειργάζετο ακόμη άλλην μίαν φοράν κατ' έτος, τας νύκτας του δωδεκαημέρου, όταν τα «έκοπταν». Τας νύκτας εκείνας ο Γιωργής της Θασίτσας ήτο πάντοτε . . . κλειστός.

Ταύτην ορύττοντες επί του βασιλέως Νεκώ απέθανον εκατόν είκοσι χιλιάδες Αιγύπτιοι. Αφήκε δε ο Νεκώς τας εργασίας ημιτελείς εμποδισθείς υπό τινος χρησμού ειπόντος αυτώ ότι ειργάζετο δι' ένα βάρβαρον· καλούσι δε οι Αιγύπτιοι βαρβάρους εκείνους οίτινες δεν ομιλούσι την γλώσσαν των.

Αυτός όπου εφονεύθη ήτο ένας από τους μισθωτούς μας ανθρώπους, και όταν εκαλλιεργούσαμεν τα κτήματά μας εις την Νάξον, τον είχαμεν εκεί μεταξύ των άλλων δούλων μας και ειργάζετο με το ημερομίσθιον. Μίαν ημέραν λοιπόν, αφού έπιε πολύ και εμέθυσεν, επιάσθη με έναν από τους δούλους μας και επάνω εις την μανιώδη οργήν του τον έσφαξεν.

Η νεόνυμφος δεν εφόρεσε πλέον τα νυμφικά της. Ειργάζετο εις τον οίκον πλησίον της μητρός της και την Κυριακήν μετέβαινε τακτικώς εις την Εκκλησίαν, φορούσα ενδυμασίαν απλουστάτην, την συνηθιζομένην, όταν απουσιάζη ο σύζυγος. Εξοικειώθη πλέον με την ιδέαν του αποχωρισμού και ήρχισε να μη κλαίη.

Ο μάστρο-Παναγής ήτον καλαφάτης, και ειργάζετο ολίγους μήνας το έτος εις το «Καρινάγιο». Ο υιός των, ο Γιάννης, δεκατριών ετών, εμάνθανεν ήδη την τέχνην του πατρός του. Τα τρία κοράσια, η Γαληνιώ, η μάνα σήμερον της Ξενούλας και δύο άλλαι, ήσαν από δέκα ετών και κάτω. Το παιδίον, ο Στέλιος, ήτο βρέφος ακόμη.

Γιάννη! . . . Συγχρόνως συνησθάνθη ότι σχεδόν επροδίδετο, καθότι η γυνή ρητώς δεν της είχεν ειπεί ότι ο Γιάννης ειργάζετο στο χωράφι, αλλά μόνον η ιδία τον είχεν ιδεί, και αν της το είπε τις, η πνιγείσα παιδίσκη της το είπεν. Όθεν επέφερε·