Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Δεν ηρώτα ποτέ την πάσχουσαν πώς επέρασε την ημέραν, αλλά και δεν εγόγγυζε ποτέ ούτε παρεπονείτο διατί να είνε άρρωστη. Είχεν εργασίας, είχε σχέδια, ειργάζετο ο ίδιος, αλλά και δεν έπαυε να έχη παραγυιούς, να δανείζεται και να πληρώνη ημεροκάματα. Είχε δύο τρεις ελαιώνας λαμπρούς, φθονετούς, κ' εύρισκε τους δανειστάς προθύμους.

Και δεν εφοβείτο τόσον μη την διώξη ο Παπανικόλας, ο αυστηρός και ασκητικός εφημέριος, ή ο κυρ Δημητρός ο επίτροπος, όστις πάντοτε εγόγγυζε και ήτο τραχύς προς τας γραίας, αίτινες επέμενον μη θέλουσαι ν' ανέρχονται εις τον γυναικωνίτην, και απήτουν να έχουν διαρκώς μικρόν, περίφρακτον με σειράς στασιδίων διαμέρισμα εις την βορειοδυτικήν γωνίαν του ναού· αλλ' εφοβείτο τον Αρχάγγελον, τον αγριωπόν, όστις ήτο ζωγραφισμένος μεγαλωστί επί της βορείας πύλης του ναού, με την ρομφαίαν του την φλογίνην εις την χείρα.

Και ο φούρνος μέσα με την φλόγα καταναλίσκουσαν εγόγγυζε διαψεύδων την Μιλάχρω. — Ναι, δε γλέπου 'γώ! Απήντησε το κοράσιον και έφυγε, θέλον να τρέξη και βραδύνον περισσότερον εκ των μεγάλων γυναικείων εμβάδων του. Αλλ' επειδή αι αναμένουσαι γυναίκες δεν παρεμέριζον, στραφείσα πάλιν είπε βιαίως η Μιλάχρω: — Τι καθησάστε, θαπώ; Και εκείναι εξαφνίσθησαν πάλιν ως να έφαγον δεύτερον ράπισμα.

Τη έδειξε κόγχην τινά υποκάτω ενός βράχου, και τη είπε να κοιμηθή. Η νέα συνεστάλη εντός του κοιλώματος εκείνου και ο Γύφτος εκάθισε πλησίον αυτής. Το μέρος ήτο υπήνεμον και εσκέπαζε την Αϊμάν από των σταγόνων της βροχής, ήτις κατά διαλείμματα έπιπτεν. Άνωθεν σκοτεινός αιθήρ επέκειτο, και αστραπαί διέσχιζαν τον αέρα. Η βροντή εμυκάτο και ο άνεμος εγόγγυζε διά μέσου των κλώνων των δένδρων.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν