United States or Peru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πολλοί άξιοι κληρικοί, που περνούνε τη ζωή τους με θαυμαστές αγαθοεργίες, ζουν και πεθαίνουν απαρατήρητοι κι αγνώριστοι· αλλ' αρκεί ένας επιπόλαιος, αμόρφωτος αρριβίστ, από όποιο από τα δύο Πανεπιστήμια, ν' ανέβη πάνω στο βήμα και να εκφράση τις αμφιβολίες του για την Κιβωτό του Νώε, τον όνο του Βαλαάμ ή τον Ιωνά και το κήτος για να τρέξη η μισή Λόντρα να τον ακούση και να κάθηται μ' ανοικτό το στόμα σ' εκστατικό θαυμασμό προς το υπέροχο μυαλό του.

Ο Βινίκιος ηθέλησε να τρέξη εις προϋπάντησίν της, αλλ' εις την θέαν της μορφής εκείνης της τόσον αγαπητής, η ευτυχία παρέλυσε τας δυνάμεις του και έμεινεν ακίνητος με καρδίαν πάλλουσαν μέχρι διαρρήξεως και συγκεκινημένος πολύ περισσότερον Ή όσον ήτο όταν ήκουσε δια πρώτην φοράν τα βέλη των Πάρθων να συρίζουν εις τα ώτα του.

Το πρώτο του ταξείδι ήτανε για τον εαυτό του, τα δεύτερο είνε ίσως για μένα. Κ' εστέναζε τότε κρυφά, αποσυρομένη κάτω εις το κλειστόν μαγαζείον, κρυφά από την μητέρα της. Κ' ηγρύπνει εξ έρωτος και ηύχετο να εγνώριζε πού μένει ο Λαλεμήτρος, να τρέξη να γείνη δούλα του, να γείνη σκλάβα του, μόνον για να τον βλέπη.

Αθουσώ! . . . Αθουσώ! . . . τρέξε γρήγορα, φώναξε τη μάννα μου! . . . — Είνε πιασμένη στο χορό! — Να ξεπιαστή . . . και να τρέξη . . . Μετ' ολίγον ήλθε τω όντι η Ασημήνα. — Ω! καλά έκαμε τ' Αθουσώ, κ' ήρθε, και μ' έκαμε να ξεπιαστώ απ' το χορό. Μπαΐλντισα, παιδάκι μου!

Είκοσι μέρες χρειάζονταν τότε για να πάη κανείς από τα Γιάννινα στην Πόλη, αν δεν τύχαινε στο δρόμο κανένα εμπόδιο. Είχαν περάση δέκα μέρες δρόμο, πέρασαν την Θεσσαλονίκη, χωρίς να τους τρέξη κανένα κακό. Είταν όλοι αγαπημένοι, όλοι μια χαρά και περνούσαν τον δρόμο τους τραγουδώντας και κουβεντιάζοντας σαν αδέρφια. Εκείνη την ημέρα μπήκε ο διάβολος στη μέση.

Να τρέξη και να σταθή σαν πύργος σιμά στη γυναίκα του, να της τα πη, να κηρυχτή ανοιχτά σύμμαχός της, και με το τουφέκι στο χέρι να τη γλυτώση από τους καταλαλητάδες της, μα ας είνε κι αδέρφια. Τα κλωθογύριζε αυτά μες στο νου του, μα δεν είτανε κι άθρωπος να βγάζη πέρα τέτοιες δουλειές. Τούρκοι να είταν άλλο πράμα. Ο Τούρκος δε χρειάζεται και πολύ θάρρος ηθικό.

Και να καταλάβης πως ο Πανάγος δεν το σκόπευε να το ρίξη σε τέτοιο γλέντι, να μπλέξη σε βρόχια κρύφιας αγάπης, μα ας είτανε και προς ώρας, — νά που δε νοιάστηκε να παραγγείλη να μην αφήσουνε το λαγωνικό του και ξεπορτίση και τρέξη κατόπι του.

ΓΙΑΓΙΑ Αν σ' άκουγε κανείς να λες τέτοια λόγια για το Σταύρο μας, ποιος ξέρει τι μπορούσε να βάλη με το νου του. Είτανε κανένα παραλυμένο το παιδί; Είχε τίποτα κακές συναναστροφές; Άφινε ποτέ το σπίτι του, για να τρέξη και να μπερμπαντέψη στους δρόμους; Τίποτ' απ' αυτά, το καημένο μου. Αυτό ένα δρόμο είξερε, σκολειό και σπίτι, σπίτι και σκολειό.

Μαζή του δεν είναι κι' ο αυθέντης σου; — Θα είχα μήνυμά του διά να προετοιμασθώ, αν ήρχετο απόψε. ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ Αλήθεια! Ο αυθέντης μου έρχετ' εδώ κ' εκείνος, Να τρέξη γρηγορώτερα επρόκαμ' ένας δούλος και μόλις έφθασεν εδώ. Αναπνοήν δεν είχε! Μόλις του έμειν' αρκετή να 'πή το μήνυμά του. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Περιποιήσου τον καλά. Μεγάλα νέα φέρνει!

ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Την περασμένην νύκτα, εψές, ενώ τ' αστέρι, αυτό 'πού θέσιν έχει δυτικά του πόλου, τον δρόμον του είχε τρέξη να φωτίση εκείνο το ουράνιο μέρος, όπου τώρα σπινθηρίζει, ο Μάρκελλος κ' εγώ, καθώς βαρούσε η μία, — ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Στάσου, αντικόψου· ιδές, έρχεται πάλιν! Εισέρχεται το ΠΝΕΥΜΑ ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Όλος εις την μορφήν του ο πεθαμένος βασιλέας! ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Οράτιε, σπουδασμένος είσαι , ομίλησέ του.