United States or Macao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μια φορά που ο Μόχογλους τούπε να γίνη Τούρκος, πώς μπορούσε να παρακούση; Η τιμωρία του θα ήτο θάνατος, αφού και χωρίς αιτία σκότωνε.

Η φτώχεια μπορούσε ν' αλέση το φόρτωμά της χωρίς ν' αφήση ούτ' ένα ξάγι, κι ο τούρκος θα το συλλογίζουνταν αν γύρευε να δείξη την αδικιά του στο Λιάκο. Ο μυλωνάς είχε χάση πάρωρα τη γυναίκα του· ένα κορίτσι είχε, μια ομορφονιά τη Λουλούδω, το τριαντάφυλλο του Ριζόμυλου. Η ομορφιά της γρήγορα πήρε δρόμο στον τόπο. Το κορίτσι αγαπούσε ένα κλέφτη, τον Τσέλιο, τότες είτανε κλέφτες.

Αφού τώθελε ο Μόχογλους κη μπιστόλα του να γίνη τούρκος, ήτον αναγκασμένος να γίνη. Και δεν ήτο το ίδιο; Δεν θα πήγαινε πεια στην εκκλησία, αλλά στο τζαμί, δεν θα λεγότανε Γιάννης, αλλά Τζαφέρης. Και πάντα θα κολαζότανε. Μπορούσε να παραβή την προσταγή τον τυράννου και χωρατά αν του τώκαμε; Ενώ έτσι σκεπτότανε, αναστέναζε κέλεγε: — Άχι!

Αν είταν αληθινός, ή τουλάχιστο γνωστικός Τούρκος, η τρέλλα του θάπερνε τούρκικο δρόμο, θα πήγαινε αντίκρυ στο Μιναρέ, και θάλεγε, «Γραφτό σου είναι, Μιναρέ μου, να πέσης, ας γείνη του Προφήτη το θέλημαΜα ο Μεχμέτης ανησυχά, βασανίζεται, τα σίδερα τρώει, που θα πέση ο Μιναρές. Και τρέχει, κι όλο τρέχει να τονε γλυτώση. Όλο πάει να πέση, κι όλο τονε γλυτώνει. Ρωμιός πρέπει να είναι, του κάκου!

Όι, δεν επέρασε, μωρέ ταυλόπιστε, η γιανιτσαριά και θα το 'δης, είπεν ο Τούρκος απωθήσας με σφοδρότητα τον προεστόν. Οι Τούρκοι έβαλαν τα χέρια εις τους πασαλίδες· αλλ' εις την στιγμήν ώρμησαν κατ' αυτών διάφοροι νέοι. — Ο χορός να μη σκολάση! εφώναξε και ο Πατούχας και υψώσας ως ρόπαλον βαρείαν καθέκλαν ερρίφθη εις την συμπλοκήν. Η αντίστασις των Τούρκων διήρκεσε πολύ ολίγον.

Χάρις εις το θάρρος των ραγιάδων εκείνων, οι νεώτεροι εγνώρισαν ότι οι Τούρκοι δεν ήσαν αήττητοι, όπως εξ άλλου, χάρις εις την αυταπάρνησιν και τον ηρωισμόν αυτών, ο Τούρκος έμαθε να λαμβάνη υπ' όψιν και να φοβήται τον Ραγιάν.

Ο Τούρκος, φρόνιμος, άφησε τους Έλληνες να κυβερνιώνται μόνοι τους, κατά πώς θέλουν αυτοί. Δε σκοτίζεται για τα εσωτερικά τους ζητήματα. Γυρεύει μονάχα τα δοσίματα, βρίσκει λογής αφορμές και βάζει τον κόσμο σε μπελάδες, και για κανενός το καλό δε νοιάζεται.

Δεν το πιστεύγω πως ήρθετε για να χορέψετε. Επά 'ν' όλο Χριστιανοί με τσι γυναίκες και τσ' αδερφίδες τως κιάν ήρθετε για να χορέψετε, έπρεπε να φέρετε κιαπατοί σας τσ' αδερφίδες και τσι γυναίκες σας. — Εμείς θα φέρωμε τσι γυναίκες μας να χορέψουνε με τσοι Ρωμιούς; είπεν ο Τούρκος πλησιάζων απειλητικώς τον Αέρα.

Μετά οι δυο κόρες αυτού του καλού μουσουλμάνου βάλανε μυρωδιές στα γένια του Αγαθούλη, του Παγγλώσση και του Μαρτίνου. Θάχετε, είπε ο Αγαθούλης στον Τούρκο, κανένα μεγάλο και λαμπρό χτήμα. Έχω μονάχα είκοσι στρέμματα, απάντησε ο Τούρκος τα καλλιεργώ με τα παιδιά μου· η δουλειά διώχνει από μας τρία μεγάλα κακά: την ανία, την αμαρτία και τη φτώχεια.

Τι να κάμη η γυναίκα, ανοίγει την πόρτα. Άμα βεβαιώθηκε ο Τούρκος πως είταν απροστάτευτο το καλύβι, χώθηκε μέσα. Δεν αφήκε μήτε γυναίκα μήτε παιδιά. Ίσια στο Διβάκι τους κουβάλησε και τους έξη. Και τώρα να δήτε το πιο παράξενο.