United States or Ecuador ? Vote for the TOP Country of the Week !


Προ μικρού είχαν δέσει, μετά το δείπνο, τον δόχτορα Παγγλώσση και τον μαθητή του τον αφελή, τον ένα γιατί μίλησε και τον άλλο γιατί άκουσε με ύφος επιδοκιμαστικό. Και τους δυο τους βάλανε χωριστά μέσα σε κάτι διαμερίσματα υπέροχης δροσερότητος, μέσα στα οποία ποτέ κανείς δεν μπορούσε να ενοχληθή από τον ήλιο.

Μ' έπιασε, αληθινά, φρίκη βλέποντας να καίνε αυτούς τους δυο Ιουδαίους κι' αυτό το χρηστό Βισκαϊανό, πούχε παντρεφτή τη νουνά του. Αλλά ποια ήταν η έκπληξή μου, ο τρόμος μου, η ταραχή μου, σαν είδα μέσα σ' ένα κίτρινο ράσο και κάτου από μια μίτρα κάποιον, που έμοιαζε του Παγγλώσση. Έτριβα τα μάτια μου, έβλεπα προσεχτικά, είδα να τον κρεμούν· έπεσα λιπόθυμη.

Ο λεβαντίνος πλοίαρχος με την πρώτη προσφορά του Αγαθούλη είχε γυρίσει την πλώρη προς την Πόλη και το καΐκι έτρεχε με τα κουπιά γρηγορώτερα απ' όσο ένα πουλί σκίζει τους αέρες. Ο Αγαθούλης φίλησε εκατό φορές τον Παγγλώσση και το βαρώνο. Και πώς συνέβη να μη σας έχω σκοτώσει, κύριε βαρώνε; και σεις, αγαπητέ μου Παγγλώσση, πώς βρίσκεστε στη ζωή, αφού σας κρεμάσανε;

Μόλις μπήκε στο δωμάτιο του Αγαθούλη, τούπε: — Πώς λοιπόν, κύριε Αγαθούλη, δεν αναγνωρίζετε πια την Πακέττα; Σ' αυτά τα λόγια ο Αγαθούλης, που δεν την είχε έως τώρα προσέξει, απάντησε: — Αλίμονο, δυστυχισμένο μου παιδί, σεις λοιπόν εφέρατε τον δόχτορα Παγγλώσση στα όμορφα χάλια, που τον είδα; — Αλίμονο, κύριε, είμ' εγώ, είπε η Πακέττα. Βλέπω, πως τάχετε πληροφορηθή όλα.

Ο Παγγλώσσης ομολογούσε, πως είχε πάντα φριχτά υποφέρει· αλλ' αφού υποστήριξε μια φορά, πως όλα ήτανε θαυμάσια, το υποστήριζε πάντα, αν και δεν το πίστευε καθόλου. Ένα γεγονός επιβεβαίωσε τελειωτικά τα αποτρόπαια αξιώματα του Μαρτίνου κ' έκανε τον Αγαθούλη ν' αμφιβάλη περισσότερο από κάθε φορά και τον Παγγλώσση να τα χάση.

Μερικά χαραχτηριστικά του μεταμορφωμένου προσώπου των του φανήκανε, πως μοιάζουνε λιγάκι με του Παγγλώσση και του δυστυχισμένου Ιησουίτη, αυτού του βαρώνου, του αδερφού της Κυνεγόνδης. Αυτή η σκέψη τον συγκίνησε και τον λύπησε. Τους παρατήρησε ακόμα πιο προσεχτικώτερα.

Αλλά σας, αγαπητέ μου Παγγλώσση, πώς συνέβη να σας ξαναϊδώ; είπε ο Αγαθούλης.

Την άλλη μέρα, περιδιαβάζοντας, συνάντησε ένα ζητιάνο, γεμάτον πληγές, με μάτια σβυσμένα, την άκρη της μύτης φαγωμένη, το στόμα στραβωμένο, τα δόντια μαύρα, που μιλούσε με το λαρύγγι, βασανιζόμενος από ένα σφοδρό βήχα και που σε κάθε του βήξιμο φτυούσε κ' ένα δόντι. &Πώς ο Αγαθούλης συνάντησε τον παλιό του δάσκαλο της φιλοσοφίας, τον δόχτορα Παγγλώσση και τι απέγινε.&

Ωστόσο ο Αγαθούλης υπερτερούσε κάπως τον Μαρτίνο, στο ότι έλπιζε πάντα να ξαναϊδή τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, ενώ ο Μαρτίνος δεν έλπιζε τίποτα: επί πλέον είχε χρυσάφι και διαμάντια· και μολονότι είχε χάσει εκατό μεγάλα πρόβατα κόκκινα, φορτωμένα από τους πιο μεγάλους θησαυρούς της γης, μολονότι είχε πάντα στην καρδιά του την ατιμία του ολλανδού πλοιάρχου, ωστόσο, σαν συλλογιζόταν αυτά, που του μείνανε στις τσέπες, και σαν μιλούσε για την Κυνεγόνδη, μάλιστα στο τέλος του φαγητού, έκλινε τότε προς το σύστημα του Παγγλώσση.

Μπαρκαρίζεται με τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, τη γριά, δυο υπηρέτες και τα δυο ανδαλούσια άλογα, που ανήκαν άλλοτες στον κύριο μέγαν Ιεροξεταστή της Πορτογαλλίας. Σ' όλο το ταξίδι μιλήσανε πολύ για τη φιλοσοφία του άτυχου Παγγλώσση.