United States or Angola ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ξαπλωμένος πάνω στο ψαθί, με το ένα χέρι κάτω από τη μασχάλη και το άλλο κάτω από το μάγουλο, ένοιωθε την καρδιά του να χτυπά και το θρόισμα των καλαμιών πάνω στο φρύδι του λόφου του φαινόταν να είναι ο αναστεναγμός κάποιου κακού πνεύματος. Το κίτρινο γράμμα! Κίτρινο, άσχημο χρώμα. Ποιος ξέρει τι έμελλε ακόμη να συμβεί στις κυράδες του.

Η Νοέμι ξανάβαλε το εργόχειρό της μέσα σε ένα από αυτά τα κάνιστρα και ανασήκωσε ένα άλλο. Από κάτω ήταν ένα πάκο χαρτιά, τα χαρτιά της οικογένειας: τα συμβόλαια, οι διαθήκες, τα πρακτικά μιας δικαστικής διένεξης, όλα δεμένα σφιχτά με ένα κίτρινο κορδελάκι για το κακό μάτι.

Μετά οχτώ μέρες τους ντύσανε και τους δυο με ένα κίτρινο ράσο και στόλισαν το κεφάλι τους με μια μίτρα από καρτόνι: η μίτρα και το ράσο του Αγαθούλη είχε ζωγραφισμένες φλόγες ανάποδες και διαβόλους χωρίς ουρά και νύχια· οι διάβολοι όμως του Παγγλώση είχαν και ουρά και νύχια και οι φλόγες ήσαν όρθιες.

Το κίτρινο κορδελάκι, που δεν εμπόδισε να περάσει η γη τους σε άλλα χέρια και τη διένεξη να την κερδίσουν οι αντίπαλοι, έδενε με τα άλλα νεκρά χαρτιά και ένα γράμμα που η Νοέμι, κάθε φορά που σήκωνε το μικρό πανέρι, το κοίταζε, όπως κοιτάζει κανείς από την ακτή το πτώμα ενός ναυαγού που το σπρώχνει ελαφρά το κύμα. Ήταν το γράμμα της Λία μετά την φυγή της.

ΧΑΡ. Μπα! αυτό το κίτρινο πράγμα που στίλβει και έχει μίαν λάμψιν κοκκινωπήν είνε ο χρυσός; Τον έχω ακούση πολλάκις και τώρα μόνον τον βλέπω. ΕΡΜ. Αυτός είνε, Χάρων, περί του οποίου όλοι ομιλούν και όλοι τον επιδιώκουν. ΧΑΡ. Αλλά δεν βλέπω τι καλόν έχει αυτό το πράγμα, εκτός μόνον ότι δίδει βάρος εις αυτόν που το έχει.

Σ' αυτά τα λόγια η Αμινά πήρε ένα φλάουτο από μια θήκη με κίτρινο σατέν και την έδωσε στην Σεραφεία, που τραγούδησε αρκετά τραγούδια με την συνοδεία του. Όταν κουράστηκε είπε στην Αμινά. «Αδελφή μου, δεν μπορώ πια· σε παρακαλώ έλα και πάρε την θέση μου

Ένα πλήθος, όπως δεν το είχε ξαναδεί, γέμιζε την εκκλησία, το χώρο γύρω, το μονοπάτι που οδηγούσε στο χωριό. Μια λιτανεία γύριζε συνέχεια γύρω από το ναό, σαν ερπετό κόκκινο και άσπρο, κίτρινο και μαύρο. Τα λάβαρα ανέμιζαν όμοια με μεγάλες πεταλούδες, και με τη μονότονη ψαλμωδία των προσκυνητών ενώνονταν άσματα της χορωδίας, κουδουνίσματα αλόγων σελωμένων για αγώνες, φωνές χαράς.

Ο υπηρέτης κάθισε απέναντί τους και περίμενε. Η ντόνα Νοέμι όμως, αφού ξεδίπλωσε το κίτρινο χαρτί, το κοίταζε με βλέμμα προσηλωμένο σαν να μην μπορούσε να ξεχωρίσει τις λέξεις και τελικά το ανέμισε οργισμένη. «Λοιπόν, λέει πως φτάνει σε λίγες μέρες. Αυτό είναι όλο

Από τη βία σου, μ' έκαμες να πάρω τον δρόμο αξυπόλυτος. — Μα κείνη, στο μεταξύ, ξανακίνησε προς του Μούρτου το χάνι. Εκεί που έπεσα πάλε καταπόδι της, κ' επήγα να πηδήξω ένα χανδάκι, ακούω κάποιον και βογκά. Στρέφω και θωρώ, ένας Τούρκαρος χαμαί, με κίτρινο πρόσωπο, με κόκκινα μάτια! Έτσι εύκολα, που γελώ στη ζωή μου, ποτέ δεν εγέλασα για άρρωστον άνθρωπο.

Τι βάμμα όμως να προτιμήση; Γαλάζιο, μαύρο, κόκκινο, βυσσινί; ή να βάλη καλήτερα ξανθό, καστανό, πράσινο, σταχτί; Μα τάχα και το κίτρινο δεν είν' ώμορφο; 'Αμ' εκείνο το σοκολατί πάλε τι σου λέει! — Γειά σου, κυρά νύφη· είπε στην κοπέλλα αναμπαιχτηκά· δε μου δίνεις και συ μια γνώμη; Σηκώθηκε ορθή. — Τι γνώμη;