Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Με βλέπει δυο φορές την ημέρα, το μεσημέρι και το βράδι, κι ύστερα γραφείο και γραφείο. Συνήθισε και αυτός μ' αυτή τη βρωμοζωή. Σημείωσε, ότι έχω να τον φιλήσω τόρα εδώ και μια εβδομάδα. Και αυτή λέγεται ζωή ν ε ο ν ύ μ φ ω ν. Μα πώς κοιτάζει αυτός ο κόσμος εδώ πέρα, θεέ μου!... Δε ξανάειδαν γυναίκα στη ζωή τους; Μόρχεται να κοκκινήσω.
Ακολούθησε βήμα βήμα τη γυναίκα, έβγαλε τον σκούφο για να τοποθετήσει με δύναμη το κομμάτι το ξύλο κάτω από την πόρτα και περίμενε πάλι με υπομονή να επιστρέψει η ντόνα Έστερ στο πηγάδι για νερό. «Δώστε, δώστε σ’ εμένα», είπε παίρνοντάς της τον κουβά από το χέρι και ενώ ανέβαζε το νερό κοίταζε μέσα στο πηγάδι, για να μην κοιτάζει κατά πρόσωπο την κυρά του, επειδή ντρεπόταν να της ζητήσει τα λεφτά που του χρωστούσε. «Ντόνα Έστερ, δεν βλέπω πια τα δεμάτια με τα καλάμια.
Από ένα μαύρο τείχος ένα γαλάζιο παράθυρο ανοιχτό, όμοιο με το μάτι του παρελθόντος, κοιτάζει το μελαγχολικό τριανταφυλλί πανόραμα του ήλιου που ανατέλλει, την κυματιστή πεδιάδα με τα γκρίζα στίγματα της άμμου και τα κιτρινωπά βουρλοτόπια, την πρασινωπή φλέβα του ποταμού, τα λευκά χωριουδάκια με το καμπαναριό στη μέση σαν το στύλο μες στο άνθος, τα βουναλάκια πάνω από τα μικρά χωριά και στο βάθος το σύννεφο βαμμένο μαβί και χρυσό στα βουνά του Νούορο.
Και με κοιτάζει με φλογισμένες ματιές. Είμουν ακόμα πιο μπόσικος απ' ό,τι θάρρεψα! Ολότελα σάστισα τώρα. Την έβλεπα, και δεν ήξερα τι να της πω. — Πιστεύεις τις Ατσιγγάνες; με ρωτάει πρι να της μιλήσω. Ήρθε μια στην πόρτα μας σήμερα, και την έβαλα να μου πη τη μοίρα μου.
Στην Αθήνα σαν πάμε, χίλιες φορές θα τακούσης: «Ο τόπος πρόδεψε θαυμάσια, ας είναι καλά «αι ατομικαί επιχειρήσεις». Εκείνο μόνο που μας χαλνάει, θα σου προσθέσουν, είναι «η πολιτική διαφθορά». Δηλαδή: &Ο Ρωμιός κοιτάζει την τσέπη του, και τίποτις άλλο.& Όλα τάλλα, νόμους, τέχνες, επιστήμες, γράμματα, τα φροντίζουν οι δάσκαλοί του κ' οι γραμματικοί του.
Τον κοίταξε καλά πριν τον αφήσει να μπει, όπως κοιτάζει κανείς έναν ξένο, έπειτα είπε μόνο: «α, εσύ είσαι;». Ήταν αρκετή όμως αυτή η έκφραση δύσπιστης και κάπως ειρωνικής έκπληξης για να τον ταπεινώσει και να τον ταράξει περισσότερο. «Γύρισα, λοιπόν, ντόνα Νοέμι μου», είπε μπαίνοντας και ακολουθώντας την μέσα στην αυλή. «Ο περιπλανώμενος γύρισε.
Και ο ντον Πρέντου στεκόταν εκεί, να χαϊδεύει την καδένα του και να κοιτάζει κάτω, προς το ποτάμι, σαν να περίμενε κι εκείνος κάποιον. «Τι στο καλό. Μήπως πέθαναν κι αυτές;» «Η ντόνα Έστερ θα είναι στην εκκλησία και η ντόνα Νοέμι ίσως έχει ξαπλώσει.» «Γιατί, άρρωστη είναι;» «Τι να πω! Τώρα τελευταία, όταν γυρίζω, τη βρίσκω στο κρεβάτι.
Ίσως ταξειδεύοντας και τηρώντας τα κοίταζε κι αυτά κι άλλα μέρη, καθώς αγοραστής διαμαντόπετρας πολλά πετράδια κοιτάζει πριχού να διαλέξη. Από τα περασμένα του όμως κρίνοντας, και μάλιστα από τη γνωριμία του με το Βυζάντιο από τους χρόνους του Λικινίου, μας φαίνεται σα να τον είχε διαλεγμένο τον τόπο από καιρό.
Από το κλάψιμό της το πολύ, από το πολύ παράπονό της, από τα τόσα δάκρια της, την έχει πιάσει μια νευρική ταραχή, τινάζεται απάνου στο κάθισμά της ξαφνικά, κοιτάζει γύρο της ολοένα κι όλο μου λέει πως φοβάται, πως πολύ φοβάται, κάτι αόριστο φοβάται που τριγυρίζει το σπίτι. Φαντάσματα λέει, στοιχειά, ξωτικά, δεν ξέρω και γω τι λέει. . . Πιστεύω, πως είναι από τη λύπη της.
Όταν έβγαλα το Ταξίδι μου και γράφηκαν τόσα άρθρα, παρατήρησα κάτι πράματα και γω σαν τον αστρονόμο, που από μακριά κοιτάζει τον ουρανό, και προσπαθεί να καταλάβη τι τρέχει εκεί απάνω, γιατί του έρχουνται πρώτα πρώτα σα λιγάκι παράξενα μερικά που βλέπει, και για να τα ξηγήση, θέλει να βρη τον κρυμμένο λόγο, να μάθη αν υπάρχει κανένας νόμος άγνωστος ακόμη, που να του δείξη στο τέλος πώς και με τι τρόπο, η επιστήμη του θα ταιριάξη το ένα με τάλλο ένα σωρό αλλόκοτα φαινόμενα, που μοιάζουν όλους διόλου αντίθετα και χωρίς αιτία καμιά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν