Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Εκείνος ο τριανταφυλλί φιόγκος, που είχες στο στήθος όταν για πρώτη φορά σε βρήκα μέσα στα παιδιά σου . . . Ω, φίλησέ τα χίλιες φορές και διηγήσου τους την τύχη του άτυχου φίλου τους. Τα αγαπημένα! Τα βλέπω ακόμη πως μαζεύονται γύρω μου. Αχ! πόσο εδέθηκα κοντά σου! από την πρώτη στιγμή δεν μπορούσα να σ' αφήσω! — Εκείνος ο φιόγκος να θαφτή μαζί μου· στα γενέθλιά μου μού τον χάρισες!
Κι εκείνος ατένιζε μακριά, από το παραθυράκι του μικρού του δωματίου, πάνω από μια κατηφορική αυλίτσα που στο βάθος της, σαν μέσα από μια τρύπα, φαινόταν η μεγάλη κοιλάδα της Ισποροσίλε με τον καθεδρικό ναό του Νούορο να προβάλλει ανάμεσα σε δυο βουνά, ψηλά, στον τριανταφυλλί ουρανό. Ούτε στο Νούορο όμως αποφάσιζε να πάει.
Η σκιά ανέβαινε από την κοιλάδα διαγράφοντας έναν σκούρο κύκλο επάνω στις τριανταφυλλί πλαγιές της Ορτομπένε και έφτανε μέχρι τον ίδιο στο σοκάκι.
Ευθύς μόλις το άνοιξα πέφτει στα μάτια μου ένας τριανταφυλλί φιόγκος, που τον είχεν η Καρολίνα στο στήθος όταν την πρώτη φορά την εγνώρισα και που κάμποσες φορές της τον είχα ζητήσει. Μαζί μ' αυτόν ήταν δύο βιβλία σε μικρό σχήμα, ο Όμηρος στην έκδοση, του Βετστάιν, που συχνά την επιθύμησα, για να μη φορτόνωμαι στον περίπατο την έκδοση του Ερνέστου.
Ο κόσμος χόρευε και έπαιζε μουσική, το ηλιοβασίλεμα έβαφε τριανταφυλλί το καμπαναριό, τις στέγες, τα δέντρα τριγύρω. Από την εκκλησία έβγαιναν ψαλμωδίες δοξολογίας που συνόδευαν τη χορευτική μουσική, και μια μοσχοβολιά από λιβάνι που μπερδευόταν με τις μυρωδιές των περιβολιών. Όσο όμως και αν έψαξαν, δεν βρήκαν τον ψεύτικο άρρωστο στην αυλή, ούτε στην εκκλησία ή στους δρόμους τριγύρω.
Και σιγά σιγά τη θέση της έκπληξης την πήρε ένα κύμα χαράς, μια επιθυμία να γελάσει: και γέλασε, και όλος ο ουρανός τριγύρω γέμισε χρώματα, γαλάζιο και τριανταφυλλί, και οι παπαδίτσες τραγουδούσαν ανάμεσα στους θάμνους. «Να», σκεφτόταν. «Ο Θεός με ξαλάφρωσε από τον ένα σύντροφό μου. Τι βάρος μου πήρε!»
Από ένα μαύρο τείχος ένα γαλάζιο παράθυρο ανοιχτό, όμοιο με το μάτι του παρελθόντος, κοιτάζει το μελαγχολικό τριανταφυλλί πανόραμα του ήλιου που ανατέλλει, την κυματιστή πεδιάδα με τα γκρίζα στίγματα της άμμου και τα κιτρινωπά βουρλοτόπια, την πρασινωπή φλέβα του ποταμού, τα λευκά χωριουδάκια με το καμπαναριό στη μέση σαν το στύλο μες στο άνθος, τα βουναλάκια πάνω από τα μικρά χωριά και στο βάθος το σύννεφο βαμμένο μαβί και χρυσό στα βουνά του Νούορο.
Εις τον πρόδρομον έξ παιδιά από ένδεκα μέχρι δύο ετών περιεκύκλωναν μίαν δεσποινίδα ωραίας μορφής, μέσου αναστήματος, φέρουσαν απλούν λευκόν ένδυμα με τριανταφυλλί φιόγκους εις τον βραχίονα και επί του στήθους. — Εκρατούσε ένα μαύρο ψωμί, και έκοπτεν εις τα μικρά της αδελφάκια γύρω γύρω εις καθένα το κομμάτι του αναλόγως της ηλικίας του και ορέξεως, το έδιδεν εις καθένα με πολλήν γλυκύτητα και καθέν ανεφώνει αφελώς: Ευχαριστώ! ενώ είχε σηκωμένα ψηλά τα μικρά του χεράκια, πολύ πριν ακόμη κοπή το κομμάτι που ήταν προωρισμένο γι' αυτόν· και έπειτα ευχαριστημένον μ' αυτό το ψωμί, το οποίον απετέλει τον δείπνον του, ή έφευγε πηδών, ή σύμφωνα προς τον μάλλον ήσυχον χαρακτήρα του απήρχετο προς την θύραν της αυλής, διά να ίδη τους ξένους και την άμαξαν, διά της οποίας η Καρλόττα των έμελλε να αναχωρήση. — Σας ζητώ συγγνώμην, είπε, που σας έδωκα κόπον να αναβήτε, και αναγκάζω τας κυρίας να περιμένουν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν