United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ίσως τις διαβάσης. ΠΡΩΤΟΣ ΠΛΙΚΟΣ «................................................................ Πού είμαι, πού βρίσκουμαι, δεν μπόρεσα ακόμη να το καταλάβω. Τι παράξενο σπίτι που τοίχους δεν έχει! Δεν είναι ξύλο, δεν είναι πέτρα, δεν είναι σίδερο τα ντουβάρια· είναι καμωμένα από καταχνιά και μοιάζουν πιο γερά παρά ξύλο, πέτρα και σίδερο. Πολεμώ να κάμω τρύπα και δεν το κατορθώνω.

Δε φέβγω εγώ όχι, τ' όπλο σου στη ράχη δε μου μπήγεις, Μον ίσα εδώ θα σου ρηχτώ, και τρύπα μου τα στήθια αν σ' τόταξε ο θεός. Μα δες να μου γλυτώσεις πρώτα 285 απ' το χαλκό μου, που αχ! στο κριάς να σου χωνέψει μέσα! Ας πας εσύ, και τότες πια σου δείχνω εγώ αν νικούνε οι Τρώες μου· τι η πιο βαριά κατάρα εσύ τους είσαι

Τι κάμνει, όσο λείπει; Τι κάμνει, με θυμάται; Και δεν παίρνω την αναπνοή μου. Κι από το πρωί ως τα βράδυ όλο το ίδιο. Μήπως εγώ γελώ και χαίρουμαι και σεργιανίζω και χωρατέβω; Μπορώ να πιάσω δουλειά; Μπορώ τίποτις ναρχίσω; Μια τρύπα στον τοίχο κι όλο να τη βλέπω! Εγώ την αγαπώ. Αφτό είναι βέβαιο. Είναι το μόνο βέβαιο.

Πού όμως τόπος για περίπατο εις την τρύπα όπου είμαστε στιβασμένοι ο ένας απάνω στον άλλο; Γιά να μην κόψω εις τους δικούς μου τον ύπνο, αφού τους ελιγόστεψα το ψωμί, επερίμενα να κοιμηθούν, κ' έπειτα εύγαινα να ξεθυμάνω εις τα ερημοτόπια τριγύρω της καλύβας μας. Ήταν Γεννάρης, κι' ούτε κρύο έννοιωνα ούτε βροχή ούτε κούρασι καμμιά, αφού εξενύκτιζα εις τα βουνά.

Βλέπεις ότι η γυναίκες είχανε το νου ακόμη νάχουν και γι' αυτό μια γνώμη, και προτήτερα σκεφθήκαν, να μη μείνη, όπως είπα, δίχως βούλωμα μια τρύπα. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Έ, και των ανδρών η τρύπα τότε πειά τι θ' απογίνη, που θα τρέχουνε κ' εκείνοι με τους ώμορφους να μείνουν, και τους άσχημους ν' αφίνουν;

Οπού σε τρύπα λογιαστή, ζωγραφιστή καμάρα, 85 Βασιλικά μ' ανάστησε μ' αγάπη και λαχτάρα, Σε χάιδια και σ' ανάπαψες, σε χίλια διο παιγνίδια Και μ' έθρεψε με κάστανα, με σύκα, με καρύδια· Και με λογής λογιών γλυκά, που ο νους σου δε χωράει, Γιατί δεν τα ίδες πουθενά, ποτέ δεν τα 'χεις φάη. 90 Πώς είναι τώρα δυνατό να φιλιοθούμε αντάμα, Οπού δεν έχομε όμιασι μηδέ καν σ' ένα πράμμα.

Το παπί εκολυμβούσεν ακατάπαυστα εις το νερόν διά να μη το αφήση να παγώση, αλλά κάθε νύκτα εστένευε περισσότερον η τρύπα εις την οποίαν ημπορούσε να κολυμβά, και εκινούσε τα ποδάρια του διά να μη παγώση όλη η τρύπα· αλλ' επί τέλους κατεκουράσθη το πτωχόν και δεν ημπορούσε να κινηθή, μίαν νύκτα δε ο πάγος το έκλεισε και το έσφιγγε γύρω γύρω.

Στον καλόν τον καιρό σα λαλούσες Στον κακόν ημπορείς να χορεύεις. Και της πλάταις γυρίζοντας μπαίνει Μες την τρύπα του ευτύς το Μυρμήγκι. Όσοι τον καιρό ξοδεύουν, Και το μέλον δε μετρούν. Στα χαμένα τον γυρεύουν, Σαν και πρώτα να τον βρουν. Ο καιρός φτερά βαστάει, Φεύγει, τρέχει σα νερό, Κι' όποιος δεν τον κυνηγάει, Δεν του βρίσκει πλιο τορό. Σύναξε νιος όσο ημπορείς, Γέροντας άνεσι να βρης.

Έρχουμαι να σας ξεμεθήσω από τη χαρά σας γι' αυτό το λίγο που έγινε γι' αυτή την τρύπα που λευτερώθηκε, μα που για έθνος μεγάλο δε σώνει, επειδή σε τέτοια τρύπα μέλλον εθνικό δεν μπορεί να χωρέση. Αφήστε τα τα συντάγματα, τα θέατρα, τις φιλολογίες και τις γραμματικές. Αυτά είναι λούσα που ένα έθνος τα συλλογιέται όταν έχη όλο το είναι του.

Βασιλιά μου και Βασιλόπουλο, εδώ τελειώνει το δεύτερο, και τώρα μπαίνουμε στο τρίτο το κεφάλαιο του παραμυθιού. Ελπίζω πως δε βαρεθήκατε, γιατί, πού να ξανάρθουμε πια να ταποτελειώσουμε! Μια και μας μυριστούν οι δάσκαλοι, τρύπα δε θα μας αφήσουν ανοιχτή να ξαναμπούμε. Δώδεκα μήνες δούλευε η γολέττα στο πέλαγο, και πηγαινοέρχουνταν, πότε με μπαρούτι, πότε με προβιζιά.